Με την είσοδο του νέου έτους αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση και για την επόμενη εκλογική αναμέτρηση. Οι ευρωεκλογές, που μετά τις αυτοδιοικητι...
Με την είσοδο του νέου έτους αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση και για την επόμενη εκλογική αναμέτρηση. Οι ευρωεκλογές, που μετά τις αυτοδιοικητικές κάλπες του περασμένου Οκτωβρίου είναι το επόμενο crash test για την πιθανή αναδιάταξη του εκλογικού σκηνικού, θα γίνουν κατά το πρώτο δεκαήμερο του Ιουνίου αλλά όσο κι αν δείχνουν ακόμη μακριά, απομένουν μόλις 150 ημέρες οι οποίες θα έχουν από την ερχόμενη εβδομάδα κιόλας, είτε άμεσα είτε σε λανθάνουσα μορφή, προεκλογικό χρώμα.
Μάλιστα ο πολιτικός ορίζοντας του προσεχούς πενταμήνου προβλέπεται για όλα κυριολεκτικά τα κόμματα συννεφιασμένος και όχι μόνο. Η πρόγνωση περιλαμβάνει ακόμη και σφοδρές καταιγίδες που ανάλογα με την εξέλιξη των πραγμάτων -και πολύ περισσότερο τα αποτελέσματα της κάλπης- για κάποιους μπορεί να αποδειχθούν κατακλυσμιαίες.
Η χρονιά που φεύγει, αφήνει ήδη ολόκληρο το πολιτικό σύστημα σε περιδίνηση χωρίς να εξαιρείται και το κυβερνών κόμμα το οποίο μπορεί να κινείται μέσα στο γήπεδο χωρίς αντίπαλο αλλά οι καυτές πατάτες που έχει να αντιμετωπίσει τη νέα χρονιά διαδέχονται η μία την άλλη ενώ την ίδια ώρα μεγάλες εκλογικές μάζες -ελλείψει ισχυρής εναλλακτικής λύσης- στο εσωτερικό του ασφυκτιούν.
Αυτή η ιδιομορφία, όσο κι αν ο επικοινωνιακός πέπλος δημιουργεί μια εικόνα ευδαιμονίας, αποτελεί και τη βαθύτερη (και ανομολόγητη) πηγή ανησυχίας για τον Κ. Μητσοτάκη προσωπικά. Ο πρωθυπουργός εμφανίζεται όλη αυτήν την περίοδο -και ιδιαίτερα μετά το εκλογικό αποτέλεσμα του Ιουνίου- πανίσχυρος έως παντοδύναμος χωρίς όμως αυτό στην πραγματικότητα να στηρίζεται σε μια στέρεη και ακλόνητη βάση.
Με την κρίση νομιμοποίησης για όλο το κομματικό φάσμα να μεγαλώνει από αναμέτρηση σε αναμέτρηση, την αποχή να αποτελεί τον ουσιαστικό νικητή, την αξιοπιστία των πολιτικών και των κομμάτων να έχει πέσει στο ναδίρ και τη δυσαρέσκεια να αυξάνεται στους περισσότερους τομείς διαρκώς, ο κίνδυνος να προκληθούν και να καταγραφούν σοβαρές ρωγμές -ακόμη και δίχως προδιαγεγραμμένη κατεύθυνση- θεωρείται από τώρα τεράστιος. Άλλωστε το πλεονέκτημα της ανυπαρξίας αντιπολίτευσης εύκολα μπορεί να αποτελέσει και μειονέκτημα αφού διευκολύνει, χωρίς πολλά διλήμματα, την ψήφο διαμαρτυρίας εάν όχι τιμωρίας στην ευρωκάλπη.
Με αυτό το φόντο, ο κ. Μητσοτάκης επιχειρεί ήδη να δρομολογήσει μια θετική -και υπό μεταρρυθμιστικό μανδύα- ατζέντα προτάσσοντας όπως φάνηκε και τις τελευταίες ημέρες θέματα σαν τις αλλαγές στην ανώτατη εκπαίδευση με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Τα θέματα αυτά δείχνουν να αποσπούν μια ευρύτερη συναίνεση ή έστω αποδοχή σε επίπεδο κοινωνίας, βοηθώντας στην απόδραση από τα άλλα σκοτεινά μέτωπα.
Όσο και να φτιασιδώνεται όμως με ισχυρές επικοινωνιακές ενέσεις η πραγματικότητα, η κυβέρνηση έχει μπροστά της ένα ολόκληρο ναρκοπέδιο. Ακόμη και η προβαλλόμενη ευημερία των αριθμών σε συνδυασμό με τα ψίχουλα των αυξήσεων, δεν συμβαδίζει με την κατάσταση στην πραγματική οικονομία και με τις αντοχές των νοικοκυριών που διαρκώς μειώνονται λόγω της ακρίβειας και του ροκανίσματος του διαθέσιμος εισοδήματος. Ένα χωριστό κεφάλαιο αποτελούν οι νέες φορολογικές επιβαρύνσεις για χιλιάδες ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους που θα γίνουν αισθητές από φέτος.
Την ίδια ώρα τα ζητήματα της παράνομης μετανάστευσης -με αιχμή και την πρόσφατη τροπολογία του Αδ. Γεωργιάδη για τη νομιμοποίηση σε πρώτη φάση των 30.000- της εγκληματικότητας και της ασυδοσίας που την περιβάλλει, οι εμμονές σε μέτρα όπως ο γάμος των ομόφυλων και το δικαίωμα της τεκνοθεσίας, οι γκρίζοι χειρισμοί στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και στο ευρύτερο διπλωματικό πακέτο αλλά ακόμη και η γενικευμένη αίσθηση ατιμωρησίας και συγκάλυψης μεγάλων θεσμικών σκανδάλων και υποθέσεων διαφθοράς και παρακμής αν και φαινομενικώς ασύνδετα μεταξύ τους αποτελούν ένα κοκτέιλ που ανά πάσα στιγμή, μέσα στις προσεχείς είκοσι εβδομάδες, μπορεί να αποδειχθεί εκρηκτικό.
Ο κ. Μητσοτάκης έχει έναν ακόμη λόγο βαθύτερης ανησυχίας. Βλέπει το ρεύμα που έρχεται σε πανευρωπαϊκό επίπεδο υπέρ των δεξιών έως και ακροδεξιών κομμάτων ως έκφραση του νέου ριζοσπαστισμού την ώρα που ο ίδιος επιδιώκει, στο εσωτερικό της Ελλάδας, να μεταλλάξει τη ΝΔ σε καθαρά κεντρώο, σημιτικής κοπής, κόμμα. Ως εκ τούτου κάθε μία από τις επόμενες 150 ημέρες θα είναι επί της ουσίας μια δοκιμασία ώστε να φανεί εάν -ασχέτως της εξαέρωσης της αντιπολίτευσης- θα επαναβεβαιωθεί στο τέλος, ύστερα από ένα σερί διαρκών εκλογικών επιτυχιών, το πολιτικό του imperium ή θα περάσει σε φάση στασιμότητας και αποδυνάμωσης. Ήδη αποτελεί κοινό μυστικό (και πάντως συζητείται ευρέως στα πολιτικά, διπλωματικά και επιχειρηματικά παρασκήνια) ότι ανάλογα με τη δυναμική του αποτελέσματος του προσεχούς Ιουνίου ο κ. Μητσοτάκης θα πάρει αποφάσεις αναφορικά και με την μετέπειτα προσωπική στρατηγική του.
Στη δική τους περιδίνηση βρίσκονται και τα κόμματα της αντιπολίτευσης για το καθένα από τα οποία άλλωστε έχουν μαζευτεί λιγότερα ή περισσότερα σύννεφα στον ορίζοντα. Ως αξιωματική αντιπολίτευση κατ' αρχάς ο ΣΥΡΙΖΑ θα δίνει όλο αυτό το διάστημα μια κατά βάση υπαρξιακή μάχη. Είναι κυριολεκτικά θέμα (πολιτικής) ζωής και θανάτου η διατήρησή του έστω και οριακά στην δεύτερη θέση καθώς σε διαφορετική περίπτωση απειλείται με πλήρη εξαϋλωση.
Με αυτό το φόντο, ο κ. Μητσοτάκης επιχειρεί ήδη να δρομολογήσει μια θετική -και υπό μεταρρυθμιστικό μανδύα- ατζέντα προτάσσοντας όπως φάνηκε και τις τελευταίες ημέρες θέματα σαν τις αλλαγές στην ανώτατη εκπαίδευση με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Τα θέματα αυτά δείχνουν να αποσπούν μια ευρύτερη συναίνεση ή έστω αποδοχή σε επίπεδο κοινωνίας, βοηθώντας στην απόδραση από τα άλλα σκοτεινά μέτωπα.
Όσο και να φτιασιδώνεται όμως με ισχυρές επικοινωνιακές ενέσεις η πραγματικότητα, η κυβέρνηση έχει μπροστά της ένα ολόκληρο ναρκοπέδιο. Ακόμη και η προβαλλόμενη ευημερία των αριθμών σε συνδυασμό με τα ψίχουλα των αυξήσεων, δεν συμβαδίζει με την κατάσταση στην πραγματική οικονομία και με τις αντοχές των νοικοκυριών που διαρκώς μειώνονται λόγω της ακρίβειας και του ροκανίσματος του διαθέσιμος εισοδήματος. Ένα χωριστό κεφάλαιο αποτελούν οι νέες φορολογικές επιβαρύνσεις για χιλιάδες ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους που θα γίνουν αισθητές από φέτος.
Την ίδια ώρα τα ζητήματα της παράνομης μετανάστευσης -με αιχμή και την πρόσφατη τροπολογία του Αδ. Γεωργιάδη για τη νομιμοποίηση σε πρώτη φάση των 30.000- της εγκληματικότητας και της ασυδοσίας που την περιβάλλει, οι εμμονές σε μέτρα όπως ο γάμος των ομόφυλων και το δικαίωμα της τεκνοθεσίας, οι γκρίζοι χειρισμοί στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και στο ευρύτερο διπλωματικό πακέτο αλλά ακόμη και η γενικευμένη αίσθηση ατιμωρησίας και συγκάλυψης μεγάλων θεσμικών σκανδάλων και υποθέσεων διαφθοράς και παρακμής αν και φαινομενικώς ασύνδετα μεταξύ τους αποτελούν ένα κοκτέιλ που ανά πάσα στιγμή, μέσα στις προσεχείς είκοσι εβδομάδες, μπορεί να αποδειχθεί εκρηκτικό.
Ο κ. Μητσοτάκης έχει έναν ακόμη λόγο βαθύτερης ανησυχίας. Βλέπει το ρεύμα που έρχεται σε πανευρωπαϊκό επίπεδο υπέρ των δεξιών έως και ακροδεξιών κομμάτων ως έκφραση του νέου ριζοσπαστισμού την ώρα που ο ίδιος επιδιώκει, στο εσωτερικό της Ελλάδας, να μεταλλάξει τη ΝΔ σε καθαρά κεντρώο, σημιτικής κοπής, κόμμα. Ως εκ τούτου κάθε μία από τις επόμενες 150 ημέρες θα είναι επί της ουσίας μια δοκιμασία ώστε να φανεί εάν -ασχέτως της εξαέρωσης της αντιπολίτευσης- θα επαναβεβαιωθεί στο τέλος, ύστερα από ένα σερί διαρκών εκλογικών επιτυχιών, το πολιτικό του imperium ή θα περάσει σε φάση στασιμότητας και αποδυνάμωσης. Ήδη αποτελεί κοινό μυστικό (και πάντως συζητείται ευρέως στα πολιτικά, διπλωματικά και επιχειρηματικά παρασκήνια) ότι ανάλογα με τη δυναμική του αποτελέσματος του προσεχούς Ιουνίου ο κ. Μητσοτάκης θα πάρει αποφάσεις αναφορικά και με την μετέπειτα προσωπική στρατηγική του.
Στη δική τους περιδίνηση βρίσκονται και τα κόμματα της αντιπολίτευσης για το καθένα από τα οποία άλλωστε έχουν μαζευτεί λιγότερα ή περισσότερα σύννεφα στον ορίζοντα. Ως αξιωματική αντιπολίτευση κατ' αρχάς ο ΣΥΡΙΖΑ θα δίνει όλο αυτό το διάστημα μια κατά βάση υπαρξιακή μάχη. Είναι κυριολεκτικά θέμα (πολιτικής) ζωής και θανάτου η διατήρησή του έστω και οριακά στην δεύτερη θέση καθώς σε διαφορετική περίπτωση απειλείται με πλήρη εξαϋλωση.
Στο μεσοδιάστημα ο Στεφ. Κασσελάκης θα χρειαστεί να παλέψει πολύ για τη δική του σταθεροποίηση καθώς φαίνεται ότι μπαίνει και η νέα χρονιά με διαρκώς νέα παραπατήματα και εσωκομματικά επεισόδια. Στο διπλανό διαμέρισμα, του ΠΑΣΟΚ, ο Ν. Ανδρουλάκης αν και αισιοδοξεί ότι το κόμμα του θα καταγράψει ποσοστό της τάξης του 16-17% έχει στην πραγματικότητα κι αυτός σκοτούρες. Κατ' αρχάς διότι ήδη δέχεται την κριτική ότι με τον ΣΥΡΙΖΑ υπό κατάρρευση ο πήχης αυτός είναι πολύ χαμηλά και δεύτερον επειδή σε κάθε περίπτωση δεν δημιουργείται πραγματική προοπτική κυβερνητικού κόμματος για το ΠΑΣΟΚ. Άλλωστε η μεγάλη εικόνα για την τύχη της κεντροαριστεράς είναι αυτή που από εδώ και πέρα θα προκαλεί τους πιο σοβαρούς πονοκεφάλους. Παράλληλα δηλαδή με τους διαγκωνισμούς για την πρωτοκαθεδρία, η πορεία προς τις ευρωεκλογές και πολύ περισσότερο το αποτέλεσμά τους θα κρίνουν ποια θα είναι η επόμενη ημέρα, εάν θα προχωρήσει η “συνεργασία” εν όψει των βουλευτικών εκλογών, με ποιους όρους και κυρίως με ποιον ...αρχηγό.
Την ίδια ώρα ασφαλώς και τα άλλα μικρότερα κόμματα, όπως και το νεοπαγές της Νέας Αριστεράς, έχουν να περάσουν συμπληγάδες ενώ και από την πλευρά της εκ δεξιών αντιπολίτευσης για άλλους ο ορίζοντας έχει λιγότερα και για άλλους περισσότερα σύννεφα, αν και είναι νωρίς για την τελική εικόνα.
Ανδρέας Καψαμπέλης
Ανδρέας Καψαμπέλης
Δεν υπάρχουν σχόλια
ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση