Δημήτρης Τριάντος Οι Ζεϊμπέκοι ή Ζεϊμπέκηδες ήταν μουσουλμανικές ένοπλες παράνομες ομάδες της Προύσας, του Αϊδινίου και της Ερυθραίας της Μι...
Δημήτρης Τριάντος
Οι Ζεϊμπέκοι ή Ζεϊμπέκηδες ήταν μουσουλμανικές ένοπλες παράνομες ομάδες της Προύσας, του Αϊδινίου και της Ερυθραίας της Μικράς Ασίας (τέλη 17ου αιώνα-αρχές 20ου). Επονομαζόμενοι και «ιππότες των όρεων», ήταν λαϊκοί ήρωες και προστάτες του ανυπεράσπιστου λαού από τους τσιφλικάδες, τους ληστές των βουνών και τους φοροεισπράκτορες. Ορκισμένοι εχθροί της οθωμανικής εξουσίας, απέκτησαν θρυλική φήμη που οφείλεται στην παλικαριά, την ντομπροσύνη και τη γοητεία τους. Το κύριο όπλο τους ήταν το γιαταγάνι, αλλά χρησιμοποιούσαν και πυροβόλα όπλα. Οι Ζεϊμπέκοι πολέμησαν σθεναρά τους Έλληνες κατά τη Μικρασιατική εκστρατεία και πολλοί από αυτούς ανταμείφθηκαν πλουσιοπάροχα λαμβάνοντας υψηλόβαθμα αξιώματα στον στρατό, σταδιακά ενσωματώθηκαν πλήρως στον εθνικό κορμό.
Ο χορός τους, ο ζειμπέκικος, αρχικά αντικριστός χορός δύο ατόμων που τον χόρευαν ένας ένας με σπαθιά στα χέρια ή στο στόμα: βγάζοντας μουγκρητά ή αλαλαγμούς. Η παραλλαγή του ως «μονήρης αυτοσχεδιαστικός ανδρικός χορός» μεταφέρθηκε από Μικρασιάτες Έλληνες στην χώρα μας. Όσα γράφονται στο διαδίκτυο ότι το ζεϊμπέκικο αποτελεί αρχαίο ελληνικό χορό είναι μια από τις συνηθισμένες μας υπερβολές!
Φωτο 1. Ζεϊμπέκοι με την παραδοσιακή φορεσιά τους, οι Ρομπέν των Δασών της Ανατολής
Το ζεϊμπέκικο είναι πένθιμος χορός, με οδύνη και εσωτερικότητα, χορός πόνου και δυστυχίας, το έχουμε γελοιοποιήσει, όπως και τόσα άλλα: ανοίγοντας σαμπάνιες ή πετώντας χαρτοπετσέτες και λουλούδια, χτυπώντας παλαμάκια από γκόμενες ή φίλους, κοιτώντας γύρω μας να δούμε αν μας προσέχουν, χορεύοντας το σε οικογενειακές εξόδους ή γιορτές στο σπίτι, πόσο μάλλον όταν υπάρχουν παιδιά τριγύρω.
Το ζεϊμπέκικο ΔΕΝ απευθύνεται στους άλλους, ο χορευτής ΔΕΝ επικοινωνεί με το περιβάλλον. Περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό του- το κέντρο του κόσμου; για πάρτη του καίγεται, για πάρτη του πονάει και, όσο χορεύει, τόσο μαυρίζει. Πότε μ’ ανοιχτά τα μπράτσα μεταμορφώνεται σε αϊτό και πότε σκύβει τσακισμένος σε ικεσία προς τη μοίρα και το θείο. Το χτύπημα του ποδιού είναι χτύπημα πόνου, το λύγισμα των γονάτων, λύγισμα από τον πόνο/απώλεια, το χτύπημα στο δάπεδο με το χέρι «ν’ ανοίξει η γη να μπει».
Ο χορευτής συμπάσχει με τον στίχο ο οποίος εκφράζει τα προσωπικά του βιώματα, συνήθως έχει ένα αγαπημένο ρεμπέτικο και είναι αυτό που επιλέγει να χορέψει ταπεινά και με αξιοπρέπεια, έχοντας τις δικές του φιγούρες που τον εκφράζουν, χορεύει μόνο μόνο μια φορά, δεν σαλτάρει ασύστολα δεξιά κι αριστερά, βρίσκεται σε κατάνυξη.
Όταν το μνήμα χάσκει στα πόδια σου, ο τόπος δεν σηκώνει άλλον, έτσι ξεκίνησε στα χρόνια της Κατοχής, ο θεσμός της "παραγγελιάς", οι μουσικοί, με το...αζημίωτο, προανήγγειλαν το όνομα του «δικαιούχου» στον επόμενο χορό. Όσο χόρευε αυτός, είναι προσβολή να χορέψει κανείς άλλος μαζί του ή να τον ενοχλήσει, είναι παραβίαση (αν και σε δημόσια θέα) μιας ιδιωτικής ιερής στιγμής.
Φωτο. 2. Μια φονική παραγγελιά. Απόκριες, ξημερώματα της 25ης Φεβρουαρίου του 1973 και ο Νίκος Κοεμτζής είχε μόλις βγει από την φυλακή για μικροκλοπές. Αποφάσισε με την παρέα του και τον μικρότερο αδελφό του, τον Δημοσθένη, στον οποίο είχε μεγάλη αδυναμία να γιορτάσει την ελευθερία του στο κέντρο «Νεράιδα» στην Κυψέλη. Ο Νίκος ζήτησε από τον Δημοσθένη να σηκωθεί και να χορέψει μια «παραγγελιά» για χάρη του, διάλεξε τις «Βεργούλες» του Μάρκου Βαμβακάρη. 1,5 λεπτό ήταν αρκετό για να μετατραπεί το κέντρο σε σφαγείο. Ο Νίκος με το που αντίκρισε δυο αστυνομικούς να παρενοχλούν τον αδελφό του πάνω στην πίστα, έβγαλε σουγιά και όρμηξε σε κατάσταση αμόκ, ουρλιάζοντας «Παραγγελιά ρε!» μαχαιρώνοντας όποιον έβρισκε μπροστά του, με το πλήθος να τρέχει πανικόβλητο να γλιτώσει. 3 νεκροί, 2 αστυνομικοί εκτός υπηρεσίας και ένας φίλος τους και 7 τραυματίες.
Ο Κοεμτζής έμεινε στη φυλακή για 23 χρόνια, έδειξε ειλικρινή μεταμέλεια, τον Μάρτιο του 1996 αποφυλακίστηκε, ζούσε πουλώντας το βιβλίο με την αυτοβιογραφία του ("Το μακρύ ζεϊμπέκικο") στην πλατεία στο Μοναστηράκι σε ένα μικρό ξύλινο τραπεζάκι εκεί όπου τον βρήκε και ο θάνατος από έμφραγμα στα 73 του χρόνια. Μια βδομάδα μετά, πέθανε και ο σκηνοθέτης Παύλος Τάσιος, που έκανε την θρυλική « παραγγελιά» ταινία.
Το 1978 ο Διονύσης Σαββόπουλος θα κάνει την ιστορία του τραγούδι «Μακρύ Ζεϊμπέκικο για το Νίκο», με 90 στίχους –χωρίς να επαναλαμβάνεται ούτε ένας ως ρεφραίν- και διάρκεια 15 λεπτά περίπου, η εμπορική αποτυχία δεδομένη, αφού δεν το έπαιζε κανείς, μόνο ο Μάνος Χατζιδάκις, ως Διευθυντής του Τρίτου Προγράμματος, δίνει εντολή το τραγούδι παίζεται καθημερινά στις 11 το πρωί.
Φωτο. 3. Η «Ευδοκία» του Αλέξη Δαμιανού, το 1971 στις Κάννες, πήρε το βραβείο των Cineclubs της Γαλλίας. Η ταινία πήρε διαστάσεις μυθικές, από ορισμένους σινεφίλ κύκλους έχει χαρακτηριστεί η καλύτερη ελληνική ταινία μετά τον "Θίασο" του Θ. Αγγελόπουλου. Η σκηνή του ζεϊμπέκικου του Μάνου Λοΐζου γυρίστηκε σε ένα ταβερνάκι στην Κάτω Κηφισιά.
Αφηγείται ο Γιώργος Κουτουζής, ο φαντάρος της ταινίας "Δεν χόρεψα όπως νομίζουν πολλοί το ζεϊμπέκικο του Λοίζου αλλά ένα του Μ. Βαμβακάρη, την «Άτακτη». Η μουσική του Μάνου μπήκε αργότερα και την πρωτάκουσα όταν την είδα στον κινηματογράφο. Μετά τις λέξεις στο φλιτζάνι «η κορόνα κι ο σταυρός, φυλάξου από τον σταυρό», έκανε εκείνο το μπάσιμο η μουσική και ανατρίχιασα, αναπήδησα από το κάθισμά μου, σκέφτηκα θα το χόρευα καλύτερα αν αυτή ήταν η μουσική στο αρχικό γύρισμα, έδωσα τελικά πολύ λίγα! "
Ο Λοΐζος ζήτησε από τον Λευτέρη Παπαδόπουλο να βάλει στίχους στο ζεϊμπέκικο. Ο Παπαδόπουλος απέδειξε πόσο ευφυής είναι, αφού αρνήθηκε να γράψει λόγια μαγεμένος από τη μελωδία. Οι στίχοι θα το χαλούσαν, είπε. Η κόρη του Λοίζου, κληρονόμος και διαχειρίστρια του έργου του έχει απαγορεύσει σε οποιονδήποτε να βάλει στίχους, ακόμα και στην κολλητή του Λοιζου την Χαρούλα Αλεξίου που της το ζήτησε, με την Αφροδίτη Μάνου που το έκανε πήγανε στα δικαστήρια. Μόνο με τις νότες του έφθασε σε εμάς, καθιστώντας το, διαχρονικά το "Εθνικό" μας ζεϊμπέκικο,
Φωτο 4. των Μάνου Λοίζου και Λ. Παπαδόπουλου είναι και το «Δεν θα ξαναγαπήσω» το ζειμπέκικο του κ. Πατούλη: Το μερτικό μου απ' τη χαρά, μου το 'χουν πάρει άλλοι (ο Χαρδαλιάς!)
Σημ. Το ζεϊμπέκικο αν χορευόταν από γυναίκα ήταν προσβολή για τον άνδρα που τη συνοδεύει. Αν δεν είναι σε θέση να ανακουφίσει τον πόνο της, αυτό τον μειώνει, δεν μπορεί να δεχτεί την γυναίκα του να εκφράζει τον καημό της ενώπιον τρίτων
Δ. Χαριτόπουλος: Το ζεϊμπέκικο δεν σε κάνει μάγκα, πρέπει να είσαι για να το χορέψεις σωστά. Ο σωστός χορεύει μια φορά και μετά κατεβαίνει, δεν μονοπωλεί την πίστα. Το ζεϊμπέκικο είναι σαν το «Πάτερ Ημών», τα λες όλα με τη μία.
"ΠΟΛΙΤΙΜΟΣ" ΥΨΗΛΟΥ ΕΠΙΠΕΔΟΥ ΠΟΥ ΤΟΝ ΕΧΟΥΝ ΥΙΟΘΕΤΗΣΕΙ (ΩΣ ΧΟΡΟ) ΠΟΛΛΟΙ ΚΑΦΡΟΙ ΝΕΟΕΛΛΗΝΕΣ
ΑπάντησηΔιαγραφή