Elena Koumpenaki Η μεγάλη εκκένωση της αρχαίας Αθήνας για τη διάσωση του πληθυσμού της από την επιδρομή και τη φωτιά του Ξέρξη. Στα μέσα Σεπ...
Elena Koumpenaki
Η μεγάλη εκκένωση της αρχαίας Αθήνας για τη διάσωση του πληθυσμού της από την επιδρομή και τη φωτιά του Ξέρξη.
Στα μέσα Σεπτεμβρίου του 480 π.Χ. ο Ξέρξης πυρπόλησε την αρχαία πόλη της Αθήνας και την έκαψε συθέμελα. Τότε σημειώνεται και η πρώτη μεγάλη εκκένωση πόλης της αρχαιότητας για τη διάσωση του πληθυσμού της, την οποία περιγράφει ο Πλούταρχος στο «Βίοι Παράλληλοι». Η φωτιά ήταν και τότε ο εχθρός μιας κατοικημένης και καταπράσινης περιοχής, όχι ως φαινόμενο φυσικής καταστροφής αλλά ως πράξη πολέμου.
Για τους αρχαίους Ελληνες η οικολογία και ο σεβασμός στο περιβάλλον εκφράζονταν μέσα από τους μύθους και τους νόμους. Η σύνδεση της Αθήνας με τη θεά Αθηνά και την ελιά, η αυστηρή νομοθεσία που επέβαλε τη θανατική ποινή σε όποιον έκοβε τα ιερά ελαιόδεντρα, οι απαγορεύσεις για την κοπή κλαδιών και δένδρων στα ιερά του Απόλλωνα, η πεποίθηση ότι τα δένδρα ήταν έμψυχα όντα και κατοικίες των νυμφών, δείχνουν τη σχέση της ζωής των αρχαίων με τη βιωσιμότητα του περιβάλλοντος. Η φωτιά, η περιβαλλοντική καταστροφή ερμηνεύεται ως έσχατη εκδίκηση του εχθρού και τεκμηριώνεται σε συνθήκες πολέμου.
Οι Αθηναίοι, όμως, αρνούνταν να εγκαταλείψουν την πόλη τους. «Οι πολλοί χαλεπώς ήκουον», γράφει ο Πλούταρχος (Βίοι Παράλληλοι, Θεμιστοκλής – Κάμιλος, εκδ. Ζήτρος), το νέο της εκκένωσης, «γιατί αν έχαναν τα ιερά των θεών και τους τάφους των πατέρων τους, ούτε τη νίκη χρειάζονταν ούτε τη σωτηρία τους αναγνώριζαν». Η άρνησή τους να φύγουν για να σωθούν ήταν τόσο μεγάλη που ο Θεμιστοκλής αναγκάστηκε να τους πείσει χρησιμοποιώντας διάφορα τεχνάσματα, «παρουσιάζοντας σε αυτούς θεϊκά σημάδια και χρησμούς». Αρχικά, τους έπεισε ότι ο «οίκουρος όφις», το φίδι που κατοικούσε στο Ιερό της Αθηνάς, ο προστάτης της πόλης, είχε αφήσει ανέγγιχτες τις προσφορές στο ναό και είχε εγκαταλείψει την πόλη, πράγμα που σήμαινε ότι και η προστάτιδα θεά έφυγε από την πόλη και άρα έπρεπε και εκείνοι να κάνουν το ίδιο. Έπειτα προσπαθούσε να επηρεάσει τον λαό λέγοντας ότι τα ξύλινα τείχη της πόλης «μηδέν άλλον δηλούσθαι» αλλά τα πλοία και την πορεία προς τη Σαλαμίνα, δείχνοντας στους Αθηναίους το δρόμο προς τη θάλασσα. Όταν πια αποδέχτηκαν και ψήφισαν υπέρ της εκκένωσης της Αθήνας, οι ηλικιωμένοι, οι γυναίκες και τα παιδιά μεταφέρθηκαν στην Τροιζήνα, στην Αίγινα και στη Σαλαμίνα, όπου οι κάτοικοι τους έκαναν δεκτούς και τους φρόντισαν με δημόσια δαπάνη.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η δραματική περιγραφή του Πλούταρχου καθώς όλη η Αθήνα μπαίνει στα πλοία για να φύγει: «Εκπλεούσης δε της πόλεως». Ο Πλούταρχος προσωποποιεί την Αθήνα που «εκπλέει» στο σύνολό της προς την Τροιζήνα και ερημώνει πριν από την εισβολή του Ξέρξη.
Ένα από τα πιο συγκινητικά αποσπάσματα του «Θεμιστοκλή» είναι εκείνο που αναφέρεται στην πίστη των ζώων στους κηδεμόνες τους την ώρα πριν από τη μεγάλη καταστροφή. «Τα ήμερα ζώα των σπιτιών τους», γράφει ο Πλούταρχος, «έτρεχαν κι αυτά μαζί κλαψουρίζοντας και ακολουθώντας τα αφεντικά τους που επέβαιναν στα πλοία» όπως ο σκύλος του Ξανθίππου, πατέρα του Περικλή, που δεν άντεξε τον αποχωρισμό και έπεσε στη θάλασσα. Ο σκύλος κολυμπώντας ακολούθησε την τριήρη που μετέφερε τον Ξάνθιππο μέχρι τη Σαλαμίνα και μόλις έφτασε έχασε τις αισθήσεις του και ξεψύχησε.
Ο πόνος του ανθρώπου όταν καλείται να εγκαταλείψει το σπίτι του και τον τόπο του είναι διαχρονικός. Οι εικόνες που βλέπουμε τώρα με τους ανθρώπους που φεύγουν από τα σπίτια τους λόγω της φωτιάς είναι εικόνες που έχουν ζήσει κι άλλοι πριν από εμάς. Ο πόνος είναι κοινός.
Αν κάτι μας δείχνει η αρχαία Ιστορία και μπορεί να σταθεί σαν σημάδι ελπίδας για να καταπραΰνει τον πόνο όσων αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους για να σωθούν από τις πρόσφατες πυρκαγιές, είναι η επόμενη μέρα και η δύναμη ψυχής του ανθρώπου.
Η πυρπόληση της Αθήνας από τον Ξέρξη και έπειτα από τον Μαρδόνιο οδήγησε στην ανοικοδόμηση της πόλης από τους ίδιους τους Αθηναίους, που είχαν σωθεί χάρη στον Θεμιστοκλή. Το 477 π.Χ., δύο χρόνια μετά τις Πλαταιές, οι Αθηναίοι έστησαν στη μέση της Αγοράς τα αγάλματα των δύο Τυραννοκτόνων, ο Αισχύλος δίδαξε τους Πέρσες και ο Περικλής ξεκινούσε ένα μεγάλο πρόγραμμα ανοικοδόμησης με το οποίο χτίστηκε, μεταξύ άλλων, ο Παρθενώνας.
Αρκεί να υπάρχει σχέδιο.
Σ. Ιωαννίδης, Καθημερινή
Δρ Μαρία Λαγογιάννη, αρχαιολόγος και πρώην διευθύντρια του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (ΕΑΜ)
arxaia-ellinika.blogspot. com
ΑΝΑΣΚΑΦΗ
Cognosco Team
Δεν υπάρχουν σχόλια
ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση