Προκόπης Σαμαρτζής «Με πίσσα και με θειάφι γράφω... » Αυτά τα υλικά, την πίσσα και το θειάφι, χρησιμοποιούσε ο μεγάλος σατιρικός, και συνεχι...
«Με πίσσα και με θειάφι γράφω... »
Αυτά τα υλικά, την πίσσα και το θειάφι, χρησιμοποιούσε ο μεγάλος σατιρικός, και συνεχιστής του Διονύσιου Σολωμού, Μικέλης Άβλιχος.
Άγνωστος λίγο πολύ, ακόμα και στους φιλολογικούς κύκλους, ο Ληξουριώτης "ποιητής της ειρήνης και της επανάστασης", που γεννήθηκε μια μέρα σαν την σημερινή, σατίριζε όλα τα κακώς κείμενα της εποχής του. Με άμεσο και καυστικό τρόπο, έβαλε με την σάτιρά του εναντίον όλων όσων προξενούσαν δεινά στο λαό: την καθεστηκυία τάξη, το θεομπαίχτη, τον πατριώτη, τον φοροεισπράκτορα, τον θρησκόληπτο, τον δικαστή, τον αστυνομικό, τον κυβερνήτη... έχοντας όμως έντονο το στοιχείο του αυτοσαρκασμού, και αυτό τον διαφοροποιούσε από τους άλλους ομότεχνους του, όπως τον πολυακουσμένο και συμπατριώτη του Ανδρέα Λασκαράτο.
Ο Μικέλης Άβλιχος γεννήθηκε στο Ληξούρι της Κεφαλλονιάς στις 18 Μαρτίου 1844 από εύπορους γονείς και έζησε τα νεανικά του χρόνια μέσα στην έξαρση, τον πυρετό και την ανάταση που δημιούργησε ο ριζοσπαστισμός που γεννήθηκε στην Κεφαλλονιά και εξαπλώθηκε στα υπόλοιπα Επτάνησα την εποχή της Αγγλοκρατίας.
Στα πρώτα χρόνια της ζωής του, το νησί του, η Κεφαλλονιά συνταράσσεται από τις λαϊκές ταραχές του 1843 και την εξέγερση του 1848 κατά της Αγγλοκρατίας, από την άνθιση του ριζοσπαστικού κινήματος, από τις σκληρές διώξεις ριζοσπαστών ηγετών και την ίδρυση της λέσχης των ριζοσπαστών "Αναγνωστήριον Η Ομόνοια". Είχε την τύχη από παιδική ηλικία να βρεθεί δίπλα σε σημαντικούς ριζοσπαστές και επηρεάζεται από τον αγώνα τους, συγκεκριμένα από τους Ιακωβάτους, τον Ανδρέα Λασκαράτο, τον Ανδρέα και Ιωσήφ Μομφεράτο.
Όταν τελείωσε τη βασική του εκπαίδευση στο Πετρίτσειο Λύκειο, φεύγει για την Βέρνη της Ελβετίας προκειμένου να σπουδάσει νομικά όπως επιθυμούσε ο πατέρας του αλλά εκεί γοητεύεται από τα εκρηκτικά κηρύγματα του Ρώσου αναρχικού Μιχαήλ Μπακούνιν που εκείνη την εποχή ανάβει την πυρκαγιά της εξέγερσης σε ολόκληρη την Ευρώπη και γίνεται φίλος και οπαδός του. Θα σταθεί δίπλα του και ως μέλος της Διεθνούς Ενώσεως Εργατών ή πιο γνωστή ως Α' Διεθνής.
Το 1871 τον βρίσκει στα οδοφράγματα της Παρισινής Κομμούνας, όπου θα συμμετάσχει στην εξέγερση από το Μάρτη έως και το Μάη του 1871, στις 72 μέρες που σημάδεψαν τον κόσμο, πριν η κυβέρνηση του Λουί Τιερ την πνίξει στο αίμα. Ο δημοσιογράφος Γιώργος Φτέρης, είναι ένας από αυτούς πού μαρτυράνε για τη συμμετοχή του Μικέλη σε εκείνα τα γεγονότα.
Ο Άβλιχος εγκαταλείποντας τα Νομικά περιέρχεται για μια δεκαετία τα μεγάλα πνευματικά κέντρα της Ευρώπης σπουδάζοντας φιλοσοφία και φιλολογία και συμμετέχοντας σε σοσιαλιστικές ομάδες και κινήματα. Το 1872 έρχεται στην Αθήνα, αλλά σε αντίθεση με τα κοσμογονικά που συμβαίνουν σε ολόκληρο τον κόσμο, η κατάσταση εδώ τον απογοητεύει και τον χειμώνα του 1873 θα ξαναφύγει για την Ευρώπη.
Μετά τις περιπλανήσεις του σε μιαν Ευρώπη που συνταράσσεται από εξεγέρσεις και ιδεολογικές συγκρούσεις, ο αναρχικός Άβλιχος επιστρέφει στον γενέθλιο τόπο του το 1878, όμως το Ληξούρι δεν είναι αυτό που ήταν κάποτε.
Το άλλοτε πασίγνωστο πνευματικό κέντρο που γνώριζε όλη η Ελλάδα, μετά την Ένωση, παρακμάζει, σαπίζει, βουλιάζει στον βάλτο του Νεοελληνικού Βασιλείου. Ένα απάνθρωπο φεουδαρχικό σύστημα, κατάλοιπο της Ενετοκρατίας, σε συνδυασμό με την ασύδοτη τοκογλυφία και την διεφθαρμένη δικαιοσύνη, μετατρέπει τους χωρικούς σε δουλοπάροικους. Φτώχεια, θρησκοληψία, ψευδοφιλοπατρία και αμάθεια, κυριαρχούν...
«Αμάθεια, άσπλαχνη Θεά, την δύναμη σου τρέμω!», αναφωνεί ο Μικέλης Άβλιχος και για 40 ολόκληρα χρόνια αυτοεγκλωβίζεται στο Ληξούρι. Ο ισόβιος υποστηρικτής του Μπακούνιν αργοσβήνει στο λυκόφως της Επτανησιακής παράδοσης. Αυτή η βαθύτατη πικρία, η παραίτηση, η ηττοπάθεια, αυτή η βαθιά αίσθηση αδικίας χαρακτηρίζει όλους τους επιφανείς Κεφαλλήνες μετά την Ένωση με την Ελλάδα.
Από το 1850 οι ριζοσπάστες της Επτανήσου, πρώτα από τους Άγγλους, και μετά από το νεοσύστατο Ελληνικό κράτος, αντιμετωπίζουν διώξεις και τρομοκρατία. Όλοι σχεδόν οι επιφανείς ριζοσπάστες βρίσκονται στις φυλακές ή στις εξορίες. Ενώ οι φιλομοναρχικοί και οι Αγγλόφιλοι πανηγυρίζουν, οι πραγματικοί ήρωες, διασύρονται ως προδότες…
1890: ο Ρόκκος Χοϊδάς, επίγονος του ριζοσπαστισμού, πρώτος κοινωνιστής στην ιστορία της Ελλάδας, φυλακισμένος για εξύβριση του Βασιλιά, πεθαίνει σαν το σκυλί στις φυλακές της Χαλκίδας, αρνούμενος να ζητήσει χάρη.
1896: ο ριζοσπάστης δημοσιογράφος, Παναγιώτης Πανάς, ποιητής και λόγιος, πάμφτωχος και με τσακισμένη υγεία από τις συνεχείς διώξεις, αυτοκτονεί.
1907: ο ελευθερωτής των αγροτών, Μαρίνος Αντύπας, ο πρώτος Έλληνας κοινωνικός επαναστάτης, δολοφονείται από τους τσιφλικάδες της Θεσσαλίας.
Μέσα σε τέσσερις δεκαετίες από την Ένωση, οι ριζοσπάστες διασύρονται, συκοφαντούνται, εξουδετερώνονται το ίδιο θα συμβεί και στους Κεφαλλονίτες, ουτοπιστές, πρωτοσοσιαλιστές, που διώκονται ή δολοφονούνται.
Η πικρία, το φαρμάκι και η αηδία του Άβλιχου, ακόμα και ο αυτοεγκλεισμός, η μοναξιά και η απραξία του είναι μια επίδειξη απόλυτου ηθικού ιδεαλισμού. Ακόμα και ο αναρχισμός του είναι καρπός της ρομαντικής Επτανησιακής παράδοσης.
Είναι απαισιόδοξος όμως ο Άβλιχος; Δεν είναι ούτε απαισιόδοξος, ούτε αισιόδοξος. Είναι τραγικός.
Περιγράφει μια εποχή που το σύμπαν που γνώριζε καταρρέει με πάταγο. Ο πολιτισμός που τον ανάθρεψε σβήνει από τον θανάσιμο εναγκαλισμό του Νεοελληνικού κρατιδίου. Οι μέρες της αναρχίας στη Βέρνη και τα λόγια του Μπακούνιν στοιχειώνουν τις ασήμαντες νύχτες του στο Ληξούρι.
Τα 40 σχεδόν χρόνια που θα ζήσει στο αγαπημένο του Ληξούρι, απομονωμένος ο Άβλιχος, δεν θα δουλέψει ποτέ. Θα ζήσει από τα λίγα που του προσφέρει η γη που του άφησε ο πατέρας του.
Στο σπίτι του στη συνοικία του Αγ. Δημητρίου, πίσω από το γραφείο του, είχε δύο εικόνες, από τη μία μεριά η εικόνα του Αγ. Ανδρέα σταυρωμένο ανάποδα, ζωγραφισμένο από τον αδελφό του Γεώργιο Άβλιχο, σπουδαίο ζωγράφο και ποιητή και από την άλλη η φωτογραφία του Μιχαήλ Μπακούνιν.
Ο Μικέλης Άβλιχος ήταν ένας άνθρωπος βαθιά ουμανιστής, αντιμιλιταριστής, γεμάτος αγάπη για τους γύρω του, δεν του άρεσε να επιδεικνύεται, θεωρούσε δόξα την αδοξία του και πίστευε ότι μερικά καλά βιβλία και μερικές αξιόλογες συζητήσεις με εγκάρδιους φίλους, για διάφορα πνευματικά ζητήματα, είναι η μεγαλύτερη παρηγοριά για κάποιον άνθρωπο.
Ο Άβλιχος μισούσε τη σαπίλα, ιδίως την κοινωνική στηρίζοντας τη γνώμη του στο δίδαγμα: "Πρέπει να είσαι και όχι να 'χης, γιατί όταν είσαι, έχεις, ενώ όταν έχης, μπορεί να μην είσαι". Με τα λόγια του και τα τραγούδια του ήτανε μάστιγα σε κάθε σάπιο, σε κάθε έκτροπο, οπουδήποτε το εύρισκε, θα γράψει ο ο Χαρίλαος Αντωνάτος. Ο Κωστής Παλαμάς τρέφει μεγάλη εκτίμηση στον Μικέλη και μάλιστα γράφει ένα ποίημα αφιερωμένο σε αυτόν.
Ακόμα και ο θάνατός του ήταν αλήθεια και αυτός ποιητικός. Στο νοσοκομείο του Αργοστολιού ο Μικέλης νοσηλεύεται από μια χρόνια ασθένια που τον ταλαιπωρεί. Κάποια στιγμή θα σηκωθεί από το κρεβάτι για να προσφέρει λίγα λουλούδια που του έχει φέρει κάποιος σε μια άγνωστη νοσοκόμα που τον φρόντιζε.
Ζαλίστηκε όμως και έπεσε ψιθυρίζοντας:
«Το φώς μου σβήωμαι».
Έτσι έσβησε το τελευταίο αυθεντικό τέκνο του Επτανησιακού πολιτισμού, στις 28 Νοεμβρίου του 1917… ενός πολιτισμού που δεν πρόλαβε να γεράσει αλλά δολοφονήθηκε άξαφνα πάνω στην άνθησή του.
«Απατιέστε αν νομίζεται πως δεν πιστεύω στον Θεό, αρνήθηκα οριστικά να τον πλησιάσω μέσα από την επιστήμη και την θεολογία. Αναζητώ τον Θεό μέσα στους ανθρώπους. Μέσα στην ελευθερία τους. Τον αναζητώ μέσα στην επανάσταση»
Μη κλαίτε ο Μικέλης πάει στη ζωή...
Δεν υπάρχουν σχόλια
ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση