Τον Ιούνιο του 2021 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κλήθηκε να τοποθετηθεί ως προς την υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών κατά του Covid-19 -και ως ε...
Τον Ιούνιο του 2021 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κλήθηκε να τοποθετηθεί ως προς την υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών κατά του Covid-19 -και ως εκ τούτου τη νομιμότητα της διάκρισης μεταξύ εμβολιασμένων και μη πολιτών στην ΕΕ-, αλλά και την εφαρμογή μέτρων τα οποία στην πράξη αποτελούν διάκριση μεταξύ ομάδων πολιτών.
Μιλάμε για διακρίσεις όσον αφορά στο δικαίωμα της ελεύθερης μετακίνησης, στην παροχή υπηρεσιών παντός τύπου, στη συμμετοχή στα κοινά, στο δικαίωμα της εκπαίδευσης, στο δικαίωμα της ελεύθερης πρόσβασης στην αγορά εργασίας, στη χρήση του δικαιώματος πρόσβασης σε όλες τις υπηρεσίες δημόσιας υγείας κ.λπ.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τοποθετήθηκε ξεκάθαρα. Απαγορεύεται διά ροπάλου πάσης φύσεως διάκριση μεταξύ πολιτών. Δεν νομιμοποιούνται διακρίσεις μεταξύ εμβολιασμένων κατά του Covid-19 και μη εμβολιασμένων. Δεν νοείται λήψη μέτρων -ειδικών, οριζόντιων, μερικών ή συλλογικών- κατά των μη εμβολιασθέντων πολιτών. Ο εμβολιασμός αποτελεί ιατρική πράξη και ως εκ τούτου είναι δικαίωμα του κάθε πολίτη να τον δεχτεί ή να τον απορρίψει.
Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι απόλυτα δεσμευτική και κάθε παραβίασή της δίνει δικαίωμα στους Ευρωπαίους πολίτες να προσφύγουν στα ευρωπαϊκά δικαστήρια. Εκεί δηλαδή όπου κατά τις συνθήκες υπερτερεί το κοινοτικό δίκαιο των εθνικών δικαίων. Εκεί δηλαδή όπου κάθε απόφαση ή ενέργεια εθνικής κυβέρνησης η οποία βρίσκεται σε αντίθεση με τις κοινοτικές αποφάσεις που συνιστούν κοινοτικό δίκαιο, ανθρώπινα δικαιώματα κ.λπ., θα χαρακτηριστεί ως έκνομη και η αντίστοιχη εθνική αρχή θα κληθεί να ανατρέψει τις δικαστικές ή διοικητικές αποφάσεις της επί του συγκεκριμένου ζητήματος. Με λίγα λόγια, κάθε απόφαση που νομιμοποιεί την άσκηση διακρίσεων μεταξύ πολιτών στον τομέα των εμβολιασμών αργά ή γρήγορα θα κριθεί παράνομη από τα ευρωπαϊκά δικαστήρια υπό την επικρατούσα σήμερα κοινοτική νομική πραγματικότητα.
Διαβάστε τις παραγράφους 36, 37 και 38 της συγκεκριμένης απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όπως δημοσιεύτηκαν στην επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 15 Ιουνίου:
(36) Είναι αναγκαίο να αποτρέπονται οι διακρίσεις, άμεσες ή έμμεσες, σε βάρος των προσώπων που δεν έχουν εμβολιαστεί, για παράδειγμα για ιατρικούς λόγους, επειδή δεν ανήκουν στην ομάδα-στόχο για την οποία χορηγείται ή επιτρέπεται επί του παρόντος το εμβόλιο κατά του COVID-19, όπως τα παιδιά, ή επειδή δεν είχαν ακόμη τη δυνατότητα να εμβολιαστούν ή επέλεξαν να μην το πράξουν. Κατά συνέπεια, η κατοχή πιστοποιητικού εμβολιασμού, ή η κατοχή πιστοποιητικού εμβολιασμού που αναφέρει εμβόλιο κατά του COVID-19, δεν θα πρέπει να αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ή για τη χρήση διασυνοριακών υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών, για παράδειγμα υπηρεσιών αεροπορικής ή σιδηροδρομικής μεταφοράς ή μεταφοράς με λεωφορείο ή πορθμείο ή με οποιοδήποτε άλλο μεταφορικό μέσο. Επιπλέον ο παρών κανονισμός δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι θεσπίζει δικαίωμα ή υποχρέωση εμβολιασμού.
(37) Πολλά κράτη μέλη απαιτούν από τα πρόσωπα που ταξιδεύουν προς την επικράτειά τους να υποβληθούν σε διαγνωστικό έλεγχο για τον SARS-CoV-2 πριν ή μετά την άφιξή τους. Στην αρχή της πανδημίας, τα κράτη μέλη βασίζονταν συνήθως στον διαγνωστικό έλεγχο της αλυσιδωτής αντίδρασης πολυμεράσης με αντίστροφη μεταγραφή (RT-PCR), έναν έλεγχο ενίσχυσης νουκλεϊκών οξέων (NAAT) για τη διάγνωση του COVID-19 που θεωρείται από τον ΠΟΥ και το ECDC ως η πιο αξιόπιστη μεθοδολογία διαγνωστικού ελέγχου για τον εντοπισμό κρουσμάτων και επαφών. Στην πορεία της πανδημίας, έχει καταστεί διαθέσιμη μια νέα γενιά ταχύτερων και φθηνότερων διαγνωστικών ελέγχων στην αγορά της Ένωσης, οι αποκαλούμενοι ταχείς έλεγχοι αντιγόνων, που ανιχνεύουν την παρουσία ιικών πρωτεϊνών (αντιγόνων) με σκοπό την ανίχνευση εν εξελίξει λοίμωξης από τον SARS-CoV-2. Η σύσταση (ΕΕ) 2020/1743 της Επιτροπής (12) καθορίζει κατευθυντήριες γραμμές για τα κράτη μέλη όσον αφορά τη χρήση τέτοιων ταχέων ελέγχων αντιγόνων.
(38) Η σύσταση του Συμβουλίου της 21ης Ιανουαρίου 2021 (13) ορίζει κοινό πλαίσιο για τη χρήση και την επικύρωση ταχέων διαγνωστικών ελέγχων αντιγόνων και την αμοιβαία αναγνώριση αποτελεσμάτων διαγνωστικών ελέγχων του COVID-19 στην Ένωση και προβλέπει την κατάρτιση κοινού καταλόγου ταχέων διαγνωστικών ελέγχων αντιγόνων για τον COVID-19. Στη βάση της εν λόγω σύστασης, η Επιτροπή Υγειονομικής Ασφάλειας συμφώνησε, στις 18 Φεβρουαρίου 2021, σε κοινό κατάλογο ταχέων διαγνωστικών ελέγχων αντιγόνων για τον COVID-19, σε μια δέσμη ταχέων διαγνωστικών ελέγχων αντιγόνων τα αποτελέσματα των οποίων θα αναγνωρίζονται αμοιβαία από τα κράτη μέλη και σε ένα κοινό τυποποιημένο σύνολο δεδομένων που πρέπει να περιλαμβάνεται στα πιστοποιητικά διαγνωστικού ελέγχου για COVID-19.
Στον αντίποδα της παραπάνω απόφασης, η ελληνική κυβέρνηση προβαίνει σε μία σειρά από ρυθμίσεις, σχεδιασμούς και εφαρμογές νομοθετικών και διοικητικών πλαισίων τα οποία παραβιάζουν προφανώς τις κοινοτικές αποφάσεις οι οποίες βασίζονται με τη σειρά τους στο κοινοτικό κεκτημένο.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τοποθετήθηκε ξεκάθαρα. Απαγορεύεται διά ροπάλου πάσης φύσεως διάκριση μεταξύ πολιτών. Δεν νομιμοποιούνται διακρίσεις μεταξύ εμβολιασμένων κατά του Covid-19 και μη εμβολιασμένων. Δεν νοείται λήψη μέτρων -ειδικών, οριζόντιων, μερικών ή συλλογικών- κατά των μη εμβολιασθέντων πολιτών. Ο εμβολιασμός αποτελεί ιατρική πράξη και ως εκ τούτου είναι δικαίωμα του κάθε πολίτη να τον δεχτεί ή να τον απορρίψει.
Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι απόλυτα δεσμευτική και κάθε παραβίασή της δίνει δικαίωμα στους Ευρωπαίους πολίτες να προσφύγουν στα ευρωπαϊκά δικαστήρια. Εκεί δηλαδή όπου κατά τις συνθήκες υπερτερεί το κοινοτικό δίκαιο των εθνικών δικαίων. Εκεί δηλαδή όπου κάθε απόφαση ή ενέργεια εθνικής κυβέρνησης η οποία βρίσκεται σε αντίθεση με τις κοινοτικές αποφάσεις που συνιστούν κοινοτικό δίκαιο, ανθρώπινα δικαιώματα κ.λπ., θα χαρακτηριστεί ως έκνομη και η αντίστοιχη εθνική αρχή θα κληθεί να ανατρέψει τις δικαστικές ή διοικητικές αποφάσεις της επί του συγκεκριμένου ζητήματος. Με λίγα λόγια, κάθε απόφαση που νομιμοποιεί την άσκηση διακρίσεων μεταξύ πολιτών στον τομέα των εμβολιασμών αργά ή γρήγορα θα κριθεί παράνομη από τα ευρωπαϊκά δικαστήρια υπό την επικρατούσα σήμερα κοινοτική νομική πραγματικότητα.
Διαβάστε τις παραγράφους 36, 37 και 38 της συγκεκριμένης απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όπως δημοσιεύτηκαν στην επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 15 Ιουνίου:
(36) Είναι αναγκαίο να αποτρέπονται οι διακρίσεις, άμεσες ή έμμεσες, σε βάρος των προσώπων που δεν έχουν εμβολιαστεί, για παράδειγμα για ιατρικούς λόγους, επειδή δεν ανήκουν στην ομάδα-στόχο για την οποία χορηγείται ή επιτρέπεται επί του παρόντος το εμβόλιο κατά του COVID-19, όπως τα παιδιά, ή επειδή δεν είχαν ακόμη τη δυνατότητα να εμβολιαστούν ή επέλεξαν να μην το πράξουν. Κατά συνέπεια, η κατοχή πιστοποιητικού εμβολιασμού, ή η κατοχή πιστοποιητικού εμβολιασμού που αναφέρει εμβόλιο κατά του COVID-19, δεν θα πρέπει να αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ή για τη χρήση διασυνοριακών υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών, για παράδειγμα υπηρεσιών αεροπορικής ή σιδηροδρομικής μεταφοράς ή μεταφοράς με λεωφορείο ή πορθμείο ή με οποιοδήποτε άλλο μεταφορικό μέσο. Επιπλέον ο παρών κανονισμός δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι θεσπίζει δικαίωμα ή υποχρέωση εμβολιασμού.
(37) Πολλά κράτη μέλη απαιτούν από τα πρόσωπα που ταξιδεύουν προς την επικράτειά τους να υποβληθούν σε διαγνωστικό έλεγχο για τον SARS-CoV-2 πριν ή μετά την άφιξή τους. Στην αρχή της πανδημίας, τα κράτη μέλη βασίζονταν συνήθως στον διαγνωστικό έλεγχο της αλυσιδωτής αντίδρασης πολυμεράσης με αντίστροφη μεταγραφή (RT-PCR), έναν έλεγχο ενίσχυσης νουκλεϊκών οξέων (NAAT) για τη διάγνωση του COVID-19 που θεωρείται από τον ΠΟΥ και το ECDC ως η πιο αξιόπιστη μεθοδολογία διαγνωστικού ελέγχου για τον εντοπισμό κρουσμάτων και επαφών. Στην πορεία της πανδημίας, έχει καταστεί διαθέσιμη μια νέα γενιά ταχύτερων και φθηνότερων διαγνωστικών ελέγχων στην αγορά της Ένωσης, οι αποκαλούμενοι ταχείς έλεγχοι αντιγόνων, που ανιχνεύουν την παρουσία ιικών πρωτεϊνών (αντιγόνων) με σκοπό την ανίχνευση εν εξελίξει λοίμωξης από τον SARS-CoV-2. Η σύσταση (ΕΕ) 2020/1743 της Επιτροπής (12) καθορίζει κατευθυντήριες γραμμές για τα κράτη μέλη όσον αφορά τη χρήση τέτοιων ταχέων ελέγχων αντιγόνων.
(38) Η σύσταση του Συμβουλίου της 21ης Ιανουαρίου 2021 (13) ορίζει κοινό πλαίσιο για τη χρήση και την επικύρωση ταχέων διαγνωστικών ελέγχων αντιγόνων και την αμοιβαία αναγνώριση αποτελεσμάτων διαγνωστικών ελέγχων του COVID-19 στην Ένωση και προβλέπει την κατάρτιση κοινού καταλόγου ταχέων διαγνωστικών ελέγχων αντιγόνων για τον COVID-19. Στη βάση της εν λόγω σύστασης, η Επιτροπή Υγειονομικής Ασφάλειας συμφώνησε, στις 18 Φεβρουαρίου 2021, σε κοινό κατάλογο ταχέων διαγνωστικών ελέγχων αντιγόνων για τον COVID-19, σε μια δέσμη ταχέων διαγνωστικών ελέγχων αντιγόνων τα αποτελέσματα των οποίων θα αναγνωρίζονται αμοιβαία από τα κράτη μέλη και σε ένα κοινό τυποποιημένο σύνολο δεδομένων που πρέπει να περιλαμβάνεται στα πιστοποιητικά διαγνωστικού ελέγχου για COVID-19.
Στον αντίποδα της παραπάνω απόφασης, η ελληνική κυβέρνηση προβαίνει σε μία σειρά από ρυθμίσεις, σχεδιασμούς και εφαρμογές νομοθετικών και διοικητικών πλαισίων τα οποία παραβιάζουν προφανώς τις κοινοτικές αποφάσεις οι οποίες βασίζονται με τη σειρά τους στο κοινοτικό κεκτημένο.
Δεν υπάρχουν σχόλια
ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση