Ενοχος για διαφθορά, πλαστογραφία και δωροδοκία κατ’ εξακολούθησιν κρίθηκε από ελβετικό δικαστήριο ο Ισραηλινός επιχειρηματίας και έμπορος δ...
Ενοχος για διαφθορά, πλαστογραφία και δωροδοκία κατ’ εξακολούθησιν κρίθηκε από ελβετικό δικαστήριο ο Ισραηλινός επιχειρηματίας και έμπορος διαμαντιών, Μπένι Στάινμετζ, ο οποίος καταδικάστηκε και σε πέντε χρόνια φυλάκιση και καλείται να καταβάλει υψηλότατο πρόστιμο. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει το ειδησεογραφικό πρακτορείο Ρόιτερς, πρόκειται για ετυμηγορία-ορόσημο σε μία από τις πιο σημαντικές υποθέσεις στον κόσμο των εξορύξεων διεθνώς.
Η ακροαματική διαδικασία διήρκεσε δύο εβδομάδες και η απόφαση του δικαστηρίου συνιστά ένα καίριο πλήγμα για τον έμπορο διαμαντιών, ο οποίος είχε αποδυθεί σε έναν αγώνα να εντοπίσει τα πλουσιότερα μη εκμεταλλευθέντα κοιτάσματα σιδηρομεταλλευμάτων στον κόσμο. Κι αυτή του η πρωτοβουλία τον έθεσε στο επίκεντρο μιας διαμάχης, η οποία απασχόλησε τις διεθνείς αρχές και έγινε η αιτία εκτεταμένων ερευνών. Ο Μπένι Στάινμετζ δήλωσε ότι θα εφεσιβάλει την απόφαση, η οποία προβλέπει και πρόστιμο της τάξεως των 50 εκατ. ελβετικών φράγκων (56,48 εκατομμύρια δολάρια). «Είναι μεγάλη αδικία», είπε στους δημοσιογράφους έξω από το δικαστήριο της Γενεύης.
Τόσο ο Στάινμεντζ όσο και ακόμα δύο άτομα, ένας Γάλλος και μία Βελγίδα, κατηγορήθηκαν ότι μέσα σε μία τετραετία από το 2006 έως και το 2010 είτε πλήρωσαν είτε ανέλαβαν να διεκπεραιώσουν την καταβολή δωρεών ύψους 10 δισ. δολαρίων στην Μαμαντί Τουρέ. Επρόκειτο για μία από τις συζύγους του πρώην προέδρου της Γουινέας, Λανζάνα Κόντε, και μέσω των δωρεών αυτών εξασφάλισαν άδειες διερεύνησης για σιδηρομετάλλευμα, που βρισκόταν σε απομακρυσμένα βουνά στην περιοχή Σιμάντου στη Δυτική Αφρική. Επίσης, με τα εν λόγω χρήματα αποκτούσαν τα αναγκαία πλαστά έγγραφα, ώστε να συγκαλύψουν τις δραστηριότητές τους, έχοντας ως βιτρίνα ψευδεπίγραφες εταιρείες και τραπεζικούς λογαριασμούς. Η προεδρεύουσα της έδρας Αλεξάνδρα Μπάνα δήλωσε ότι ο Μπένι Στάινμετζ και οι συνεργάτες του είχαν χρησιμοποιήσει χαλκευμένους λογαριασμούς, ενώ προσπάθησαν να καταστρέψουν ενοχοποιητικά έγγραφα για να κρύψουν τις εγκληματικές τους πράξεις. Επιπλέον, τόνισε πως ο κ. Στάινμετζ καρπώθηκε άμεσα κέρδη από τα δικαιώματα, που είχε εξασφαλίσει για εξορύξεις στη Γουινέα, ενώ η ίδια η χώρα δεν απεκόμισε τίποτε.
Σημειωτέον πως ο Ισραηλινός επιχειρηματίας ζούσε στη Γενεύη έως το 2016 και κατόπιν στο Ισραήλ, όπου θεωρείται ένας από τους πλουσιότερους άνδρες της χώρας. Ερωτηθείς από το δικαστήριο να εκτιμήσει την προσωπική του περιουσία, απάντησε πως κυμαίνεται από 50 έως 80 εκατ. δολάρια. Η υπερασπιστική γραμμή που χρησιμοποιήθηκε στο δικαστήριο από πλευράς των δικηγόρων του Μπένι Στάινμετζ ήταν ο ισχυρισμός του ότι δεν συμμετείχε στην καθημερινή διοίκηση του εταιρείας του, Beny Steinmetz Group Resources (BSGR). Περιέγραψε τον εαυτό του ως ιδιοκτήτη και πρεσβευτή της εταιρείας, αλλά όχι ως τον επικεφαλής της ομάδας, η οποία αθροιστικά απασχολεί περί τις 100.000 άτομα. Πρoβαίνοντας σε έντονη επίπληξη η Αλεξάνδρα Μπάνα διεμήνυσε πως είναι έωλη η προσέγγιση αυτή, τονίζοντας ότι ο Μπένι Στάινμετζ είναι ο πραγματικός επικεφαλής της όλης επιχείρησης.
Τέλος, οι δύο άλλοι κατηγορούμενοι, ένας Γάλλος και μία Βελγίδα, κρίθηκαν επίσης ένοχοι για διαφθορά και τους επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 3,5 ετών με διετή αναστολή, καθώς και πρόστιμα 5 εκατομμυρίων ελβετικών φράγκων και 50.000 ελβετικών φράγκων αντιστοίχως.
Δεν υπάρχουν σχόλια
ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση