ΟΧΙ ΣΤΙΣ ΜΕΙΟΨΗΦΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ Του Στέφανου Τζουμάκα Το 2019, και ως ένα βαθμό και το 2020, είναι χρονιές πολιτικών εξελίξεων σ...
ΟΧΙ ΣΤΙΣ ΜΕΙΟΨΗΦΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ
Του Στέφανου Τζουμάκα
Το 2019, και ως ένα βαθμό και το 2020, είναι χρονιές πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η κρίση ηγεσίας και η κρίση πολιτικής στην Ε.Ε. θα συνεχιστεί.
Ποια είναι η βάση, η κυρίαρχη πολιτική που θα κριθεί στις κάλπες; Η πολιτική που απέτυχε παταγωδώς και οδήγησε χώρες και λαούς σε οικονομική διάλυση και την κοινωνία σε φτωχοποίηση.
Είναι ο νεοφιλελευθερισμός και η υπονόμευση της αρχής της ισοτιμίας των κρατών, μια πολιτική με σκληρή δεξιά ταυτότητα που ήδη έχει κριθεί ως αποτυχημένη και σε ενδιάμεσες εθνικές εκλογικές αναμετρήσεις . Ηγεσίες κεντροδεξιών και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων που υιοθέτησαν πλήρως τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, ηττώνται η μία μετά τον άλλη και αποχωρούν.
Οι βασικοί «τίτλοι» πανευρωπαϊκά είναι: Αποτυχία και ήττα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, οικονομική και κοινωνική ερημοποίηση.
Οι προπαρασκευαστικές πράξεις των πολιτικά υπόλογων, ενόψει των επερχόμενων εκλογικών αναμετρήσεων είναι σε δυο όψεις. Η μια, της γνωστής θρασυδειλίας της ακροδεξιάς και της δεξιάς. Να πάρουν τη «ρεβάνς», να δικαιώσουν την καταστροφή.
Η άλλη, των απολογητών σοσιαλ-φιλελεύθερων, του «δεν γινόταν αλλιώς».
Και οι δύο επιδιώκουν τη στρατηγική ήττα –όχι την εκλογική ήττα - των δημοκρατικών και προοδευτικών δυνάμεων που αντιστάθηκαν και αγωνίστηκαν απέναντι στην οικονομική διάλυση και κοινωνική θηριωδία των νεοφιλελεύθερων πολιτικών επιλογών.
Για να δικαιώσουν τη στρατηγική του μονόδρομου, για να ξεπλυθούν πολιτικά.
Οι προοδευτικές δυνάμεις δεν αρκεί να αγωνιστούν για να οδηγήσουν σε μια ακόμα ήττα το «Συνασπισμό της Σύγχρονης Δεξιάς» που απαρτίζεται από δεξιούς, ακροδεξιούς και σοσιαλ-φιλελεύθερους.
Το κύριο και καθοριστικό είναι να οργανώσουμε: Πρώτον, ένα δημοκρατικό και προοδευτικό σχέδιο για την έξοδο από τη κρίση.
Γιατί άλλο η έξοδος από τα μνημόνια και άλλο η έξοδος από τη κρίση που θέλει σχέδιο και μακροχρόνια προσπάθεια για την ανασυγκρότηση της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας, για την ανάκτηση της πολιτικής ισοτιμίας της χώρας.
Δεύτερο, να οδηγήσουμε την Ευρωπαϊκή Ένωση σε ισοτιμία, εμβάθυνση και περαιτέρω ενοποίηση και με νέους θεσμούς αλλά και μέσα από μια στροφή, μια αλλαγή πορείας σε διορθωτική κατεύθυνση των ευρωπαϊκών και διεθνών πολιτικών.
Τρίτον, να οργανώσουμε την στρατηγική της πολιτικής και κοινωνικής πλειοψηφίας σε κάθε χώρα, στην πράξη. Αυτό συνεπάγεται την εγκατάλειψη των ρητορικών διακηρύξεων από τη μία, και των μειοψηφικών πολιτικών πρακτικών από την άλλη. Και τέτοιες πρακτικές είναι:
1. Τα διαρκώς προβαλλόμενα διλήμματα, χαρακτηριστικό των αδυνάτων πολιτικών. Αντί των διλημμάτων προς τους πολίτες, απαιτούνται προσδιορισμοί που ενώνουν κοινωνικές δυνάμεις σε μια θετική πορεία κοινών αξιών, κοινών συμφερόντων, κοινών σκοπών.
2.Οι διαρκώς αναπαραγόμενες πρακτικές των συσπειρώσεων και των αντι-συσπειρώσεων, ως αν να βρισκόμαστε σε φοιτητικά αμφιθέατρα .Εδώ έχουμε να κάνουμε με κοινωνίες, με λαούς, με έθνη και όχι με συλλόγους.
3. Η μειοψηφική πρακτική της δημιουργίας συσχετισμών σε μεγάλες αναμετρήσεις περιφερειών, δήμων ή εκλογικών περιφερειών, αντί επιλογές προσώπων και πολιτικών που θα οδηγούν σε πλειοψηφικές πολιτικές νίκης.
4. Η μειοψηφική εν πολλοίς, «μικρό-φιλολογία» περί της δημιουργίας «πόλων και δίπολων».
5. Η επαναφορά της συγκρότησης «μετώπων» που έχει σημαντικές αδυναμίες. Συνοπτικά αναφέρω: α) Κάθε μέτωπο αποδείχθηκε ιστορικά, ως «αμυντική πολιτική πρακτική» έναντι επιτιθέμενων και όχι ως φορέας μιας άλλης, θετικής προοπτικής. β) Κάθε μέτωπο στη πολιτική προϋποθέτει κόμματα και οργανώσεις, ισότιμα και σε κοινή κατεύθυνση και όχι τακτικές τύπου «σήμερα βλέπουμε και αύριο το ξανασυζητάμε».
Σημειωτέον δε, ότι και όσον αφορά ειδικά τους συνασπισμούς κομμάτων, ο εκλογικός νόμος στη χώρα μας, εν αντιθέσει με ότι ισχύει στη γείτονα Ιταλία, δεν ευνοεί στην κατανομή των βουλευτικών εδρών τους συνασπισμούς κομμάτων αλλά πριμοδοτεί τα κόμματα.
Η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών της χώρας μας, οι δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις τις ελληνικής κοινωνίας επιζητούν:
1. Θαρρετές πολιτικές και όχι μόνο σχήματα.
2. Βιώσιμες λύσεις και διεξόδους σε προοδευτική κατεύθυνση και όχι διλήμματα μεταξύ «των μεν και των δε».
3. Αξιόπιστη συμπόρευση στη βάση κοινών αρχών, αξιών και προοδευτικού πολιτικού σχεδίου, για μια νέα πολιτική και κοινωνική πλειοψηφία των προοδευτικών και δημοκρατικών δυνάμεων με σαφή δρόμο για το αύριο της χώρας και την έξοδο της ελληνικής κοινωνίας από τη κρίση.
Του Στέφανου Τζουμάκα
Το 2019, και ως ένα βαθμό και το 2020, είναι χρονιές πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η κρίση ηγεσίας και η κρίση πολιτικής στην Ε.Ε. θα συνεχιστεί.
Ποια είναι η βάση, η κυρίαρχη πολιτική που θα κριθεί στις κάλπες; Η πολιτική που απέτυχε παταγωδώς και οδήγησε χώρες και λαούς σε οικονομική διάλυση και την κοινωνία σε φτωχοποίηση.
Είναι ο νεοφιλελευθερισμός και η υπονόμευση της αρχής της ισοτιμίας των κρατών, μια πολιτική με σκληρή δεξιά ταυτότητα που ήδη έχει κριθεί ως αποτυχημένη και σε ενδιάμεσες εθνικές εκλογικές αναμετρήσεις . Ηγεσίες κεντροδεξιών και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων που υιοθέτησαν πλήρως τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, ηττώνται η μία μετά τον άλλη και αποχωρούν.
Οι βασικοί «τίτλοι» πανευρωπαϊκά είναι: Αποτυχία και ήττα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, οικονομική και κοινωνική ερημοποίηση.
Οι προπαρασκευαστικές πράξεις των πολιτικά υπόλογων, ενόψει των επερχόμενων εκλογικών αναμετρήσεων είναι σε δυο όψεις. Η μια, της γνωστής θρασυδειλίας της ακροδεξιάς και της δεξιάς. Να πάρουν τη «ρεβάνς», να δικαιώσουν την καταστροφή.
Η άλλη, των απολογητών σοσιαλ-φιλελεύθερων, του «δεν γινόταν αλλιώς».
Και οι δύο επιδιώκουν τη στρατηγική ήττα –όχι την εκλογική ήττα - των δημοκρατικών και προοδευτικών δυνάμεων που αντιστάθηκαν και αγωνίστηκαν απέναντι στην οικονομική διάλυση και κοινωνική θηριωδία των νεοφιλελεύθερων πολιτικών επιλογών.
Για να δικαιώσουν τη στρατηγική του μονόδρομου, για να ξεπλυθούν πολιτικά.
Οι προοδευτικές δυνάμεις δεν αρκεί να αγωνιστούν για να οδηγήσουν σε μια ακόμα ήττα το «Συνασπισμό της Σύγχρονης Δεξιάς» που απαρτίζεται από δεξιούς, ακροδεξιούς και σοσιαλ-φιλελεύθερους.
Το κύριο και καθοριστικό είναι να οργανώσουμε: Πρώτον, ένα δημοκρατικό και προοδευτικό σχέδιο για την έξοδο από τη κρίση.
Γιατί άλλο η έξοδος από τα μνημόνια και άλλο η έξοδος από τη κρίση που θέλει σχέδιο και μακροχρόνια προσπάθεια για την ανασυγκρότηση της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας, για την ανάκτηση της πολιτικής ισοτιμίας της χώρας.
Δεύτερο, να οδηγήσουμε την Ευρωπαϊκή Ένωση σε ισοτιμία, εμβάθυνση και περαιτέρω ενοποίηση και με νέους θεσμούς αλλά και μέσα από μια στροφή, μια αλλαγή πορείας σε διορθωτική κατεύθυνση των ευρωπαϊκών και διεθνών πολιτικών.
Τρίτον, να οργανώσουμε την στρατηγική της πολιτικής και κοινωνικής πλειοψηφίας σε κάθε χώρα, στην πράξη. Αυτό συνεπάγεται την εγκατάλειψη των ρητορικών διακηρύξεων από τη μία, και των μειοψηφικών πολιτικών πρακτικών από την άλλη. Και τέτοιες πρακτικές είναι:
1. Τα διαρκώς προβαλλόμενα διλήμματα, χαρακτηριστικό των αδυνάτων πολιτικών. Αντί των διλημμάτων προς τους πολίτες, απαιτούνται προσδιορισμοί που ενώνουν κοινωνικές δυνάμεις σε μια θετική πορεία κοινών αξιών, κοινών συμφερόντων, κοινών σκοπών.
2.Οι διαρκώς αναπαραγόμενες πρακτικές των συσπειρώσεων και των αντι-συσπειρώσεων, ως αν να βρισκόμαστε σε φοιτητικά αμφιθέατρα .Εδώ έχουμε να κάνουμε με κοινωνίες, με λαούς, με έθνη και όχι με συλλόγους.
3. Η μειοψηφική πρακτική της δημιουργίας συσχετισμών σε μεγάλες αναμετρήσεις περιφερειών, δήμων ή εκλογικών περιφερειών, αντί επιλογές προσώπων και πολιτικών που θα οδηγούν σε πλειοψηφικές πολιτικές νίκης.
4. Η μειοψηφική εν πολλοίς, «μικρό-φιλολογία» περί της δημιουργίας «πόλων και δίπολων».
5. Η επαναφορά της συγκρότησης «μετώπων» που έχει σημαντικές αδυναμίες. Συνοπτικά αναφέρω: α) Κάθε μέτωπο αποδείχθηκε ιστορικά, ως «αμυντική πολιτική πρακτική» έναντι επιτιθέμενων και όχι ως φορέας μιας άλλης, θετικής προοπτικής. β) Κάθε μέτωπο στη πολιτική προϋποθέτει κόμματα και οργανώσεις, ισότιμα και σε κοινή κατεύθυνση και όχι τακτικές τύπου «σήμερα βλέπουμε και αύριο το ξανασυζητάμε».
Σημειωτέον δε, ότι και όσον αφορά ειδικά τους συνασπισμούς κομμάτων, ο εκλογικός νόμος στη χώρα μας, εν αντιθέσει με ότι ισχύει στη γείτονα Ιταλία, δεν ευνοεί στην κατανομή των βουλευτικών εδρών τους συνασπισμούς κομμάτων αλλά πριμοδοτεί τα κόμματα.
Η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών της χώρας μας, οι δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις τις ελληνικής κοινωνίας επιζητούν:
1. Θαρρετές πολιτικές και όχι μόνο σχήματα.
2. Βιώσιμες λύσεις και διεξόδους σε προοδευτική κατεύθυνση και όχι διλήμματα μεταξύ «των μεν και των δε».
3. Αξιόπιστη συμπόρευση στη βάση κοινών αρχών, αξιών και προοδευτικού πολιτικού σχεδίου, για μια νέα πολιτική και κοινωνική πλειοψηφία των προοδευτικών και δημοκρατικών δυνάμεων με σαφή δρόμο για το αύριο της χώρας και την έξοδο της ελληνικής κοινωνίας από τη κρίση.
Δεν υπάρχουν σχόλια
ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση