Το Συμβούλιο της Επικρατείας απέρριψε την αίτηση εφοριακού υπαλλήλου με την οποία ζητούσε να ακυρωθεί η ποινή της απόλυσης που του είχε ε...
Το Συμβούλιο της Επικρατείας απέρριψε την αίτηση εφοριακού υπαλλήλου με την οποία ζητούσε να ακυρωθεί η ποινή της απόλυσης που του είχε επιβληθεί, καθώς μαζί με δύο άλλους συναδέλφους του, ζήτησαν μίζα 100.000 ευρώ από επιχειρηματία προκειμένου να του μειώσουν το πρόστιμo που του είχε επιβληθεί.
Συγκεκριμένα, το πειθαρχικό συμβούλιο του υπουργείου Οικονομικών επέβαλε την πειθαρχική ποινή της οριστικής απόλυσης σε εφοριακό υπάλληλο για παράβαση καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα και για αναξιοπρεπή διαγωγή εντός και εκτός υπηρεσίας.
Ο εφοριακός υπάλληλος (επόπτης ελέγχου) που είχε προσφύγει στο ΣτΕ το έτος 2008 μαζί με άλλους δύο συναδέλφους του παρότρυναν επιχειρηματία στον οποίο είχε επιβληθεί πρόστιμό 2,5 εκ. ευρώ να μη προσφύγει στα Διοικητικά Δικαστήρια καθώς δεν θα υπήρχε ουσιαστικό αποτέλεσμα. Αντίθετα του έλεγαν ότι καλύτερα είναι τα βρουν ενδουπηρεσιακά.
Έγιναν διάφορες τηλεφωνικές επικοινωνίες και τελικά συναντήθηκαν. Εκεί ο επιχειρηματίας είπε ότι θα μπορεί οικονομικά να πληρώσει μόνο 500.000 ευρώ. Τότε ο ένας εκ των τριών έγραψε σε ένα μικρό λευκό χαρτί «500.000 + 100.000 ευρώ». Δηλαδή το πρόστιμο θα μειωνόταν στις 500.000 ευρώ και εκείνοι θα ελάμβαναν 100.000 ευρώ. Όμως, στην συνέχεια είπαν στον επιχειρηματία ότι οι 500.000 ευρώ είναι πολύ μικρό ποσό σε σχέση με το αρχικό των 2,5 εκ. ευρώ και θα εκτεθούν. Έτσι, αφού έλεγξαν από το πρόστιμο τι μπορεί να διαγραφεί έκαναν νέα πρόταση, όπου και πάλι σε ένα χαρτί έγραψαν «794.000 + 100.000 ευρώ».
Στη συνέχεια, ο επιχειρηματίας τους είπε ότι θα προσπαθήσει να συγκεντρώσει το ποσό και πήγε στο Τμήμα Ειδικών Υποθέσεων της ΕΛΑΣ. Μετά από τηλεφωνικές επαφές μέσω κινητού τηλεφώνου (είχε παρθεί εισαγγελική άδεια για άρση απορρήτου) και μηνυμάτων στο κινητό τηλέφωνο πραγματοποιήθηκε η συνάντηση μεταξύ των τριών και του επιχειρηματία στα γραφεία της Δ.Ο.Υ., ενώ ο τελευταίος είχε μαζί του το ποσό των 100.000 ευρώ σε προσημειωμένα χαρτονομίσματα και τα παρέδωσε. Ο επιχειρηματίας έβαλε το ποσό των 100.000 ευρώ σε μια σακούλα του σούπερ μάρκετ, όπως του είχαν υποδείξει οι εφοριακοί.
Αφού έφυγε ο επιχειρηματίας οι αστυνομικοί εισέβαλαν μέσα στο γραφείο των εφοριακών όπου ήταν τα προσημειωμένα χαρτονομίσματα, τα οποία κατασχέθηκαν, ενώ οι εφοριακοί συνελήφθηκαν.
Κατόπιν αυτών, οι τρεις παραπέμφθηκαν σε δίκη για παράβαση του νόμου περί μεσαζόντων κατά συναυτουργία. Κρίθηκαν μεν ένοχοι, αλλά τελικά κατόπιν εφέσεως κηρύχθηκαν αθώοι, καθώς η διάταξη του άρθρου 11 του νόμου 5227/1931 περί μεσαζόντων καταργήθηκε με το νόμο 4254/2014.
Ο ένας εκ των τριών εφοριακών προσέφυγε στο ΣτΕ ζητώντας να ακυρωθεί η πειθαρχική απόφαση, αφού αθωώθηκε, έτσι ώστε να επιστρέψει στην εργασία του στη Δ.Ο.Υ. Όμως, Το Γ΄ Τμήμα του ΣτΕ απέρριψε την αίτησή του κρίνοντας ότι η πειθαρχική ποινή που του επιβλήθηκε είναι η προσήκουσα.
Πηγή: enikonomia.gr
Συγκεκριμένα, το πειθαρχικό συμβούλιο του υπουργείου Οικονομικών επέβαλε την πειθαρχική ποινή της οριστικής απόλυσης σε εφοριακό υπάλληλο για παράβαση καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα και για αναξιοπρεπή διαγωγή εντός και εκτός υπηρεσίας.
Ο εφοριακός υπάλληλος (επόπτης ελέγχου) που είχε προσφύγει στο ΣτΕ το έτος 2008 μαζί με άλλους δύο συναδέλφους του παρότρυναν επιχειρηματία στον οποίο είχε επιβληθεί πρόστιμό 2,5 εκ. ευρώ να μη προσφύγει στα Διοικητικά Δικαστήρια καθώς δεν θα υπήρχε ουσιαστικό αποτέλεσμα. Αντίθετα του έλεγαν ότι καλύτερα είναι τα βρουν ενδουπηρεσιακά.
Έγιναν διάφορες τηλεφωνικές επικοινωνίες και τελικά συναντήθηκαν. Εκεί ο επιχειρηματίας είπε ότι θα μπορεί οικονομικά να πληρώσει μόνο 500.000 ευρώ. Τότε ο ένας εκ των τριών έγραψε σε ένα μικρό λευκό χαρτί «500.000 + 100.000 ευρώ». Δηλαδή το πρόστιμο θα μειωνόταν στις 500.000 ευρώ και εκείνοι θα ελάμβαναν 100.000 ευρώ. Όμως, στην συνέχεια είπαν στον επιχειρηματία ότι οι 500.000 ευρώ είναι πολύ μικρό ποσό σε σχέση με το αρχικό των 2,5 εκ. ευρώ και θα εκτεθούν. Έτσι, αφού έλεγξαν από το πρόστιμο τι μπορεί να διαγραφεί έκαναν νέα πρόταση, όπου και πάλι σε ένα χαρτί έγραψαν «794.000 + 100.000 ευρώ».
Στη συνέχεια, ο επιχειρηματίας τους είπε ότι θα προσπαθήσει να συγκεντρώσει το ποσό και πήγε στο Τμήμα Ειδικών Υποθέσεων της ΕΛΑΣ. Μετά από τηλεφωνικές επαφές μέσω κινητού τηλεφώνου (είχε παρθεί εισαγγελική άδεια για άρση απορρήτου) και μηνυμάτων στο κινητό τηλέφωνο πραγματοποιήθηκε η συνάντηση μεταξύ των τριών και του επιχειρηματία στα γραφεία της Δ.Ο.Υ., ενώ ο τελευταίος είχε μαζί του το ποσό των 100.000 ευρώ σε προσημειωμένα χαρτονομίσματα και τα παρέδωσε. Ο επιχειρηματίας έβαλε το ποσό των 100.000 ευρώ σε μια σακούλα του σούπερ μάρκετ, όπως του είχαν υποδείξει οι εφοριακοί.
Αφού έφυγε ο επιχειρηματίας οι αστυνομικοί εισέβαλαν μέσα στο γραφείο των εφοριακών όπου ήταν τα προσημειωμένα χαρτονομίσματα, τα οποία κατασχέθηκαν, ενώ οι εφοριακοί συνελήφθηκαν.
Κατόπιν αυτών, οι τρεις παραπέμφθηκαν σε δίκη για παράβαση του νόμου περί μεσαζόντων κατά συναυτουργία. Κρίθηκαν μεν ένοχοι, αλλά τελικά κατόπιν εφέσεως κηρύχθηκαν αθώοι, καθώς η διάταξη του άρθρου 11 του νόμου 5227/1931 περί μεσαζόντων καταργήθηκε με το νόμο 4254/2014.
Ο ένας εκ των τριών εφοριακών προσέφυγε στο ΣτΕ ζητώντας να ακυρωθεί η πειθαρχική απόφαση, αφού αθωώθηκε, έτσι ώστε να επιστρέψει στην εργασία του στη Δ.Ο.Υ. Όμως, Το Γ΄ Τμήμα του ΣτΕ απέρριψε την αίτησή του κρίνοντας ότι η πειθαρχική ποινή που του επιβλήθηκε είναι η προσήκουσα.
Πηγή: enikonomia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια
ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση