Του Μάξιμου Σενετάκη* Η κυβέρνηση, με την συμφωνία της 15ης Ιουλίου 2017, ξεκίνησε το νέο “αφήγημα” περί “εξόδου στις αγορές” και σκοπε...
Του Μάξιμου Σενετάκη*
Η κυβέρνηση, με την συμφωνία της 15ης Ιουλίου 2017, ξεκίνησε το νέο “αφήγημα” περί “εξόδου στις αγορές” και σκοπεύει να το συνεχίσει, προκειμένου να καλύψει την παταγώδη αποτυχία της “σκληρής διαπραγμάτευσης” και το κυριότερο να μας πείσει πως τα βάσανα μας τελειώνουν και πως το “φως στην άκρη του τούνελ” δεν είναι το τρένο που έρχεται κατά πάνω μας, αλλά η ανάπτυξη...
Εκπαιδευμένη να καλλιεργεί φρούδες ελπίδες (όπως αποδεικνύεται μετά από δυόμισι χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ), η κυβέρνηση πιστεύει ότι θα ξεγελάσει και πάλι τους πολίτες. Όμως, η νέα επικοινωνιακή φούσκα που δημιουργεί θα σκάσει και αυτή με θόρυβο όπως έσκασαν και όλες οι γραφικά επαναστατικές φούσκες που ακούμε τόσο καιρό. Δυστυχώς, για τον Πρωθυπουργό και πολύ περισσότερο για την ελληνική κοινωνία και οικονομία, η πραγματικότητα θα αποκαλύψει το νέο κυβερνητικό παραμύθι. Ο λόγος είναι απλός.
Έξοδος στις αγορές προϋποθέτει αποκατάσταση της εμπιστοσύνης της ελληνικής οικονομίας. Εμπιστοσύνη σημαίνει ότι κάποιος βάζει τα λεφτά του κάπου και είναι σίγουρος πως όχι μόνο θα τα πάρει πίσω, αλλά θα κερδίσει επιπλέον. Τέτοιο κλίμα δεν προκύπτει από πουθενά. Μόλις προ λίγων ημερών ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ανακοίνωσε επισήμως αυτό που όλοι γνώριζαν εδώ και καιρό. Η Ελλάδα έχασε οριστικά την ένταξη της στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Γιατί συνέβη αυτό; Διότι η ΕΚΤ έλαβε υπόψη της όσα λέει και προβλέπει το ΔΝΤ για την ελληνική οικονομία. Κι ως γνωστό το ΔΝΤ δεν προβλέπεται να πει καλά νέα για αυτό και καθυστερεί την έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους – αποτέλεσμα πολιτικής συμφωνίας με τους Ευρωπαίους για να κάνουν οι Γερμανοί με την ησυχία τους εκλογές. Μετά θα αρχίσουν τα δικά τους νταούλια.
Αλλά ας δούμε την Ιστορία.
Το Φθινόπωρο του 2014 το ΔΝΤ κατέγραφε το ελληνικό ΑΕΠ στα 182 δισ. και το χρέος στα 319 δισ. και υπολόγιζε ότι, όπως προχωρούσε η οικονομία με το νοικοκύρεμα και το άλλο μείγμα πολιτικής της κυβέρνησης Σαμαράς, το 2022, το ΑΕΠ θα έφτανε τα 259 δισ. (+77 δισ.) και το χρέος θα μειωνόταν στα 270 δισ. (-49 δισ.). Δηλαδή θα είχαμε 105% χρέος προς ΑΕΠ.
Σήμερα, μετά από δυο χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ το ΔΝΤ καταγράφει το ΑΕΠ στα 175,5 δισ. (- 6,5 δισ. από το ΑΕΠ που άφησε η κυβέρνηση Σαμαρά) και το χρέος στα 326 δισ. (+7 δισ.) και υπολογίζει ότι το 2022 το ΑΕΠ θα φτάσει τα 217 δισ. (-42 δισ. απ’ ότι υπολόγιζε το 2014 με την πολιτική της ΝΔ) και το χρέος στα 337 δισ. (+67 δισ. από ότι το υπολόγιζε το 2014 με την πολιτική της ΝΔ), δηλαδή 155-170% χρέος προς ΑΕΠ. Μάλιστα ο συγκεκριμένος αριθμός προβλέπει ότι το χρέος θα είναι κατά 11 δισ. περισσότερο από αυτό που καταγράφεται σήμερα.
Η κυβέρνηση, με την συμφωνία της 15ης Ιουλίου 2017, ξεκίνησε το νέο “αφήγημα” περί “εξόδου στις αγορές” και σκοπεύει να το συνεχίσει, προκειμένου να καλύψει την παταγώδη αποτυχία της “σκληρής διαπραγμάτευσης” και το κυριότερο να μας πείσει πως τα βάσανα μας τελειώνουν και πως το “φως στην άκρη του τούνελ” δεν είναι το τρένο που έρχεται κατά πάνω μας, αλλά η ανάπτυξη...
Εκπαιδευμένη να καλλιεργεί φρούδες ελπίδες (όπως αποδεικνύεται μετά από δυόμισι χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ), η κυβέρνηση πιστεύει ότι θα ξεγελάσει και πάλι τους πολίτες. Όμως, η νέα επικοινωνιακή φούσκα που δημιουργεί θα σκάσει και αυτή με θόρυβο όπως έσκασαν και όλες οι γραφικά επαναστατικές φούσκες που ακούμε τόσο καιρό. Δυστυχώς, για τον Πρωθυπουργό και πολύ περισσότερο για την ελληνική κοινωνία και οικονομία, η πραγματικότητα θα αποκαλύψει το νέο κυβερνητικό παραμύθι. Ο λόγος είναι απλός.
Έξοδος στις αγορές προϋποθέτει αποκατάσταση της εμπιστοσύνης της ελληνικής οικονομίας. Εμπιστοσύνη σημαίνει ότι κάποιος βάζει τα λεφτά του κάπου και είναι σίγουρος πως όχι μόνο θα τα πάρει πίσω, αλλά θα κερδίσει επιπλέον. Τέτοιο κλίμα δεν προκύπτει από πουθενά. Μόλις προ λίγων ημερών ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ανακοίνωσε επισήμως αυτό που όλοι γνώριζαν εδώ και καιρό. Η Ελλάδα έχασε οριστικά την ένταξη της στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Γιατί συνέβη αυτό; Διότι η ΕΚΤ έλαβε υπόψη της όσα λέει και προβλέπει το ΔΝΤ για την ελληνική οικονομία. Κι ως γνωστό το ΔΝΤ δεν προβλέπεται να πει καλά νέα για αυτό και καθυστερεί την έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους – αποτέλεσμα πολιτικής συμφωνίας με τους Ευρωπαίους για να κάνουν οι Γερμανοί με την ησυχία τους εκλογές. Μετά θα αρχίσουν τα δικά τους νταούλια.
Αλλά ας δούμε την Ιστορία.
Το Φθινόπωρο του 2014 το ΔΝΤ κατέγραφε το ελληνικό ΑΕΠ στα 182 δισ. και το χρέος στα 319 δισ. και υπολόγιζε ότι, όπως προχωρούσε η οικονομία με το νοικοκύρεμα και το άλλο μείγμα πολιτικής της κυβέρνησης Σαμαράς, το 2022, το ΑΕΠ θα έφτανε τα 259 δισ. (+77 δισ.) και το χρέος θα μειωνόταν στα 270 δισ. (-49 δισ.). Δηλαδή θα είχαμε 105% χρέος προς ΑΕΠ.
Σήμερα, μετά από δυο χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ το ΔΝΤ καταγράφει το ΑΕΠ στα 175,5 δισ. (- 6,5 δισ. από το ΑΕΠ που άφησε η κυβέρνηση Σαμαρά) και το χρέος στα 326 δισ. (+7 δισ.) και υπολογίζει ότι το 2022 το ΑΕΠ θα φτάσει τα 217 δισ. (-42 δισ. απ’ ότι υπολόγιζε το 2014 με την πολιτική της ΝΔ) και το χρέος στα 337 δισ. (+67 δισ. από ότι το υπολόγιζε το 2014 με την πολιτική της ΝΔ), δηλαδή 155-170% χρέος προς ΑΕΠ. Μάλιστα ο συγκεκριμένος αριθμός προβλέπει ότι το χρέος θα είναι κατά 11 δισ. περισσότερο από αυτό που καταγράφεται σήμερα.
Δηλαδή, ούτε λίγο, ούτε πολύ, το ΔΝΤ λέει σε όλο τον Πλανήτη, πως η πολιτική ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ παράγει νέο χρέος και καθόλου νέο πλούτο!
Θα πει κάποιος όμως. Και τι μας νοιάζει τι λέει το ΔΝΤ; Κι όμως, είτε μας αρέσει, είτε όχι, είναι το ΔΝΤ που ακούν οι Ευρωπαίοι εταίροι και ακόμα περισσότερο οι αγορές.
Αν δεν είχε σημασία η γνώμη του ΔΝΤ, τότε δεν θα γινόταν φασαρία για το αν θα συνεχίσει ή όχι να συμμετέχει στο ελληνικό πρόγραμμα κι ως εκ τούτου η συμμετοχή του ως επόπτης (πολιτική διευθέτηση με Βερολίνο) να ξεκλειδώσει η καταβολή της δόσης των 8,5 δισ.
Αν δεν είχε σημασία η γνώμη του ΔΝΤ, τότε η ΕΚΤ δεν θα χρειαζόταν την έκθεση του για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, που θα της επέτρεπε να εντάξει την Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης – κάτι που δεν έγινε ακριβώς γιατί το ΔΝΤ δεν έδωσε τη δική του έκθεση.
Κι αν δεν είχε σημασία η γνώμη του ΔΝΤ, τότε δεν θα χρειαζόταν η επαναξιολόγηση του για τη βιωσιμότητα του ελληνικού, προκειμένου να δημιουργηθούν προϋποθέσεις εξόδου στις αγορές, την οποία υπερηφάνως υπόσχεται ο Αλέξης Τσίπρας. Διότι, είτε αρέσει, είτε όχι, το ΔΝΤ διαμορφώνει το δείκτη εμπιστοσύνης μιας οικονομίας που διαβάζουν οι οίκοι αξιολόγησης και αγορές. Κι αν οι αγορές δεν εμπιστευτούν μια οικονομία λεφτά δεν δώσουν. Απλά πράγματα.
Παρόλα αυτά ο Πρωθυπουργός αμετανόητος στήνει το νέο παραμύθι (αφήγημα) της εξόδου στις αγορές και καλά κάνει, όσο θεωρεί ότι υπάρχουν πολίτες που τον πιστεύουν. Όπως τον πίστεψαν ότι θα κούρευε το χρέος, θα μας έβαζε στο πρόγραμμα του Ντράγκι, διαψεύσθηκε παταγωδώς και σήμερα τα έχουν ξεχάσει... Κι επειδή ακριβώς πρόκειται για παραμύθι, δεν λέει ούτε με ποιο επιτόκιο θα δανειστεί, αν δανειστεί η Ελλάδα, το οποίο αποκλείεται να είναι μικρότερο από το 1% που δανείζεται σήμερα από τους κακούς Ευρωπαίους. Δεν λέει ποιοι θα δανείσουν μια οικονομία που παράγει χρέος χωρίς ανάπτυξη; Και φυσικά δε λέει ότι ακόμα κι αν δανειστεί (με ιλιγγιώδη επιτόκια) θα επισωρεύσει μεγαλύτερο χρέος στο ήδη μεγάλο ελληνικό χρέος.
Κι ερχόμαστε στο πολιτικό ερώτημα του σήμερα: Θα αφήσουμε τον κ. Τσίπρα ανενόχλητο να μας κοροϊδεύει, συνεχίζοντας το καταστροφικό του έργο; Το αίτημα για εκλογές και πολιτική αλλαγή που ορθώς εξακολουθεί να θέτει ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι πάντα επίκαιρο και γίνεται επιτακτικό, μέρα με τη μέρα.
Όχι μόνο γιατί είναι προϋπόθεση για να σταματήσει η καταστροφή της χώρας. Αλλά γιατί δείχνει την ετοιμότητα της ΝΔ να αναλάβει τις τύχες της, να την βγάλει από το φαύλο κύκλο των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων που ο κ. Τσίπρας την δέσμευσε και να αποτρέψει τη μετατροπή της σε αποικία χρέους. Και το κυριότερο, γιατί υπενθυμίζει την ικανότητα της να το πράξει. Απόδειξη, τα δυόμισι χρόνια της διακυβέρνησης της υπό τον Αντώνη Σαμαρά. Τότε που η ΝΔ παρέλαβε την Ελλάδα με -7,2% ανάπτυξη και την παρέδωσε με 0,8% και όλες τις προβλέψεις των Διεθνών Οργανισμών να επιβεβαιώνουν ότι η Ελλάδα έβγαινε από τη στενωπό της διεθνούς επιτροπείας.
Μετά από δυόμισι χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ οι συγκρίσεις πλέον είναι ανελέητες και καταρρίπτουν το μοιρολατρικό επιχείρημα ότι “όλοι ίδιοι είναι”. Ε λοιπόν, δεν είμαστε όλοι ίδιοι και η πραγματικότητα το απέδειξε περίτρανα. Για αυτό και πρέπει να υπάρξει πολιτική αλλαγή, όσο ακόμα είναι καιρός...
* Ο Μάξιμος Σενετάκης είναι τ. Βουλευτής ΝΔ Ηρακλείου, ειδικός σύμβουλος του Προέδρου ΝΔ για θέματα ανάπτυξης Κρήτης
Θα πει κάποιος όμως. Και τι μας νοιάζει τι λέει το ΔΝΤ; Κι όμως, είτε μας αρέσει, είτε όχι, είναι το ΔΝΤ που ακούν οι Ευρωπαίοι εταίροι και ακόμα περισσότερο οι αγορές.
Αν δεν είχε σημασία η γνώμη του ΔΝΤ, τότε δεν θα γινόταν φασαρία για το αν θα συνεχίσει ή όχι να συμμετέχει στο ελληνικό πρόγραμμα κι ως εκ τούτου η συμμετοχή του ως επόπτης (πολιτική διευθέτηση με Βερολίνο) να ξεκλειδώσει η καταβολή της δόσης των 8,5 δισ.
Αν δεν είχε σημασία η γνώμη του ΔΝΤ, τότε η ΕΚΤ δεν θα χρειαζόταν την έκθεση του για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, που θα της επέτρεπε να εντάξει την Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης – κάτι που δεν έγινε ακριβώς γιατί το ΔΝΤ δεν έδωσε τη δική του έκθεση.
Κι αν δεν είχε σημασία η γνώμη του ΔΝΤ, τότε δεν θα χρειαζόταν η επαναξιολόγηση του για τη βιωσιμότητα του ελληνικού, προκειμένου να δημιουργηθούν προϋποθέσεις εξόδου στις αγορές, την οποία υπερηφάνως υπόσχεται ο Αλέξης Τσίπρας. Διότι, είτε αρέσει, είτε όχι, το ΔΝΤ διαμορφώνει το δείκτη εμπιστοσύνης μιας οικονομίας που διαβάζουν οι οίκοι αξιολόγησης και αγορές. Κι αν οι αγορές δεν εμπιστευτούν μια οικονομία λεφτά δεν δώσουν. Απλά πράγματα.
Παρόλα αυτά ο Πρωθυπουργός αμετανόητος στήνει το νέο παραμύθι (αφήγημα) της εξόδου στις αγορές και καλά κάνει, όσο θεωρεί ότι υπάρχουν πολίτες που τον πιστεύουν. Όπως τον πίστεψαν ότι θα κούρευε το χρέος, θα μας έβαζε στο πρόγραμμα του Ντράγκι, διαψεύσθηκε παταγωδώς και σήμερα τα έχουν ξεχάσει... Κι επειδή ακριβώς πρόκειται για παραμύθι, δεν λέει ούτε με ποιο επιτόκιο θα δανειστεί, αν δανειστεί η Ελλάδα, το οποίο αποκλείεται να είναι μικρότερο από το 1% που δανείζεται σήμερα από τους κακούς Ευρωπαίους. Δεν λέει ποιοι θα δανείσουν μια οικονομία που παράγει χρέος χωρίς ανάπτυξη; Και φυσικά δε λέει ότι ακόμα κι αν δανειστεί (με ιλιγγιώδη επιτόκια) θα επισωρεύσει μεγαλύτερο χρέος στο ήδη μεγάλο ελληνικό χρέος.
Κι ερχόμαστε στο πολιτικό ερώτημα του σήμερα: Θα αφήσουμε τον κ. Τσίπρα ανενόχλητο να μας κοροϊδεύει, συνεχίζοντας το καταστροφικό του έργο; Το αίτημα για εκλογές και πολιτική αλλαγή που ορθώς εξακολουθεί να θέτει ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι πάντα επίκαιρο και γίνεται επιτακτικό, μέρα με τη μέρα.
Όχι μόνο γιατί είναι προϋπόθεση για να σταματήσει η καταστροφή της χώρας. Αλλά γιατί δείχνει την ετοιμότητα της ΝΔ να αναλάβει τις τύχες της, να την βγάλει από το φαύλο κύκλο των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων που ο κ. Τσίπρας την δέσμευσε και να αποτρέψει τη μετατροπή της σε αποικία χρέους. Και το κυριότερο, γιατί υπενθυμίζει την ικανότητα της να το πράξει. Απόδειξη, τα δυόμισι χρόνια της διακυβέρνησης της υπό τον Αντώνη Σαμαρά. Τότε που η ΝΔ παρέλαβε την Ελλάδα με -7,2% ανάπτυξη και την παρέδωσε με 0,8% και όλες τις προβλέψεις των Διεθνών Οργανισμών να επιβεβαιώνουν ότι η Ελλάδα έβγαινε από τη στενωπό της διεθνούς επιτροπείας.
Μετά από δυόμισι χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ οι συγκρίσεις πλέον είναι ανελέητες και καταρρίπτουν το μοιρολατρικό επιχείρημα ότι “όλοι ίδιοι είναι”. Ε λοιπόν, δεν είμαστε όλοι ίδιοι και η πραγματικότητα το απέδειξε περίτρανα. Για αυτό και πρέπει να υπάρξει πολιτική αλλαγή, όσο ακόμα είναι καιρός...
* Ο Μάξιμος Σενετάκης είναι τ. Βουλευτής ΝΔ Ηρακλείου, ειδικός σύμβουλος του Προέδρου ΝΔ για θέματα ανάπτυξης Κρήτης
Δεν υπάρχουν σχόλια
ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση