Του Λευτέρη Κουσούλη Το ερώτημα είναι κάθε μέρα μπροστά μου. Μου απευθύνεται συχνά. Μας απευθύνεται συχνά σε όσους συμβαίνει να γράφου...
Του Λευτέρη Κουσούλη
Το ερώτημα είναι κάθε μέρα μπροστά μου.
Μου απευθύνεται συχνά. Μας απευθύνεται συχνά σε όσους συμβαίνει να γράφουμε: «Και τι έγινε που γράφεις;». Ετσι, είτε το θέλουμε είτε όχι, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το αληθινό, σκληρό έως και οδυνηρό αυτό ερώτημα.
Δεν πρέπει κανείς να αγνοεί τη ματαιότητα που εδώ επισημαίνεται. Δεν πιστεύουμε ότι ένα κείμενο - οποιοδήποτε κείμενο - μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Να κινήσει την ιστορία. Να κομίσει το φως. Ή να αλλάξει, έστω κατ' ελάχιστο, τη μικρή καθημερινότητα.
Η επίγνωση αυτής της αδυναμίας είναι όμως ταυτόχρονα και μια ανήσυχη αυτογνωσία. Μια αυτογνωσία που σε απομακρύνει από την αδράνεια και σε ωθεί στην άρνηση και στην απόκρουση της παραίτησης.
Σε κάθε περίπτωση ζούμε σήμερα την υποχώρηση του γραπτού λόγου. Πέρα από τον μύθο της κυριαρχίας της εικόνας, υπάρχει η αλήθεια πως ο γραπτός λόγος, με ό,τι υπηρετεί και ό,τι τον δυσχεραίνει και ως εκ τούτου ριζικά τον διαφοροποιεί από άλλες μορφές έκφρασης, είναι δύσκολο να αντιπαρατεθεί στη φιλοσοφία του πολιτικού σλόγκαν, της ευρηματικής διατύπωσης, του καταγγελτικού λόγου.
Ετσι λοιπόν πάντα επανέρχεται το ερώτημα που θέτει ο νοητός συνομιλητής. Δεν υπάρχει ευθεία απάντηση στο ερώτημα. Ολες οι πράξεις μας εγγράφονται σε μια συνθήκη ματαιότητας, την ίδια ώρα που η συνείδησή μας οφείλει, στον βαθμό που διεκδικεί την ελευθερία της, να αντιστρατεύεται κάθε συνθήκη ματαιότητας.
Υπάρχουν εποχές όπου η επιθετικότητα του προφορικού λόγου στον δημόσιο χώρο επιλέγεται με σκοπό να περιορίσει το ενδεχόμενο της κατανόησης, να απομακρύνει την αυθεντική σχέση με τα πράγματα και να καταστήσει ευχερέστερη την αποδοχή της παραποιημένης πραγματικότητας. Σε αυτή την πανουργία του προφορικού λόγου, το γραπτό κείμενο διεκδικεί μια θέση στον αντίποδα.
Από τη φύση του διεκδικεί πιο στενή σχέση με την αλήθεια, καθώς, ως κείμενο, κείται απέναντι στον χρόνο και αναμετράται με τον χρόνο.
Η εφημερίδα υπήρξε στην ιστορία μια αξεπέραστη ίσως επανάσταση. Κάθε εφημερίδα φέρει εντός της την ορμή του γραπτού κειμένου, το χειροπιαστό αίτημα της αντικειμενικότητας, την κρίση της επόμενης μέρας, τη δοκιμασία της επανάληψης της κυκλοφορίας του τίτλου. Στη δοκιμασία της εποχής, το γραπτό κείμενο έρχεται ως υπερασπιστής της ευθύνης, της ευθύνης μπροστά στην αλήθεια. Στην αλήθεια που τελεί υπό διαρκή αναζήτηση, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της πολιτικής σύγκρουσης.
Αυτή είναι η απάντηση στο ερώτημα «και τι έγινε που γράφεις;», όπως το βλέπω.
Το Βήμα, 15/01/17
Το ερώτημα είναι κάθε μέρα μπροστά μου.
Μου απευθύνεται συχνά. Μας απευθύνεται συχνά σε όσους συμβαίνει να γράφουμε: «Και τι έγινε που γράφεις;». Ετσι, είτε το θέλουμε είτε όχι, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το αληθινό, σκληρό έως και οδυνηρό αυτό ερώτημα.
Δεν πρέπει κανείς να αγνοεί τη ματαιότητα που εδώ επισημαίνεται. Δεν πιστεύουμε ότι ένα κείμενο - οποιοδήποτε κείμενο - μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Να κινήσει την ιστορία. Να κομίσει το φως. Ή να αλλάξει, έστω κατ' ελάχιστο, τη μικρή καθημερινότητα.
Η επίγνωση αυτής της αδυναμίας είναι όμως ταυτόχρονα και μια ανήσυχη αυτογνωσία. Μια αυτογνωσία που σε απομακρύνει από την αδράνεια και σε ωθεί στην άρνηση και στην απόκρουση της παραίτησης.
Σε κάθε περίπτωση ζούμε σήμερα την υποχώρηση του γραπτού λόγου. Πέρα από τον μύθο της κυριαρχίας της εικόνας, υπάρχει η αλήθεια πως ο γραπτός λόγος, με ό,τι υπηρετεί και ό,τι τον δυσχεραίνει και ως εκ τούτου ριζικά τον διαφοροποιεί από άλλες μορφές έκφρασης, είναι δύσκολο να αντιπαρατεθεί στη φιλοσοφία του πολιτικού σλόγκαν, της ευρηματικής διατύπωσης, του καταγγελτικού λόγου.
Ετσι λοιπόν πάντα επανέρχεται το ερώτημα που θέτει ο νοητός συνομιλητής. Δεν υπάρχει ευθεία απάντηση στο ερώτημα. Ολες οι πράξεις μας εγγράφονται σε μια συνθήκη ματαιότητας, την ίδια ώρα που η συνείδησή μας οφείλει, στον βαθμό που διεκδικεί την ελευθερία της, να αντιστρατεύεται κάθε συνθήκη ματαιότητας.
Υπάρχουν εποχές όπου η επιθετικότητα του προφορικού λόγου στον δημόσιο χώρο επιλέγεται με σκοπό να περιορίσει το ενδεχόμενο της κατανόησης, να απομακρύνει την αυθεντική σχέση με τα πράγματα και να καταστήσει ευχερέστερη την αποδοχή της παραποιημένης πραγματικότητας. Σε αυτή την πανουργία του προφορικού λόγου, το γραπτό κείμενο διεκδικεί μια θέση στον αντίποδα.
Από τη φύση του διεκδικεί πιο στενή σχέση με την αλήθεια, καθώς, ως κείμενο, κείται απέναντι στον χρόνο και αναμετράται με τον χρόνο.
Η εφημερίδα υπήρξε στην ιστορία μια αξεπέραστη ίσως επανάσταση. Κάθε εφημερίδα φέρει εντός της την ορμή του γραπτού κειμένου, το χειροπιαστό αίτημα της αντικειμενικότητας, την κρίση της επόμενης μέρας, τη δοκιμασία της επανάληψης της κυκλοφορίας του τίτλου. Στη δοκιμασία της εποχής, το γραπτό κείμενο έρχεται ως υπερασπιστής της ευθύνης, της ευθύνης μπροστά στην αλήθεια. Στην αλήθεια που τελεί υπό διαρκή αναζήτηση, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της πολιτικής σύγκρουσης.
Αυτή είναι η απάντηση στο ερώτημα «και τι έγινε που γράφεις;», όπως το βλέπω.
Το Βήμα, 15/01/17
Προσπαθήστε να επιβιώσετε εσείς και οι οικογένειες σας...
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ Ελλάδα δυστυχώς χάθηκε.. δεν έχουμε ΤΊΠΟΤΑ ως χώρα, όλα τα άρπαξαν::Τράπεζες, Ενεργεία, Αεροδρόμια, Λιμάνια, Τραίνα, Γαλακτοβιομηχανίες,Νερό, Τουρισμό {οι ξένοι κατέχουν και κάνουν κουμάντο και στον Τουρισμό , αγοράζουν όλα τα Ξενοδοχεία, τουρισμός με Βραχιολιάκια}, Μεταφορικά μέσα, Φορτηγά Ταχι, όλα τα είδη διατροφής τα κινούν μέσο τον Υπέρ Μάρκετ τους,Φαρμακοβιομηχανίες, ΜΜΕ, Ασφαλιστικές Εταιρείες, Τα Νοσοκομεία ΚΑΙ αυτά σε αυτούς θα καταλήξουν, Την γης μας είναι θέμα χρόνου να την αρπάξουν τα φάνς από τα τρελά τοκοχρεολύσια ..
Η Ελλάδα ξεψυχά μαζί με τα 9.500.000 εκατομμύρια εναπομείναντες Έλληνες ... Η 500.000 χιλιάδες είναι οι γενίτσαροι μαζί με Βαρδιλογιάνηδες, [1.5 δις ευρώ του χάρισαν], οι Μαρινάκιδες, οι Μελισσανίδηδες ,οι Αλαβούζοι, οι Κυριάκου, οι μεγάλοδημοσιογράφοι, οι μεγάλο καλλιτέχνες ΤΟΥ ΚΏΛΟΥ...
Πουλήσανε την ΧΏΡΑ για να σωθούν οι Γαλλογερμανικές τράπεζες χωρίς να πέσει ΕΝΑΣ νεκρός από δαύτους έτσι χάσαμε την χώρα μας...
Τώρα μπορούν να κάνουν οικουμενική κυβέρνηση με τον Τατσόπουλο, την Σώτη Τριανταφύλλου, τον Τσίπρα, τον Σαμαρά, τον Μητσοτάκη , τον Αδωνι, τον Βενιζέλο, τον Γ.Α.Παπανδρέου,τον Θεοδωράκη, τον Λεβέντη, τον Μιχαλολιάκο με δέκα Κασιδιάρηδες, τον Καρατζαφέρη, τον Μπαλτάκο, τον Βορίδη,την Φώφη, τον Κουστούμπα, την Κωνσταντοπούλου, τον Σταθάκη, τον Σκουρλέτη,τον Παππά, τον Καμμένο,τον Δραγασάκη,την Θεανώ Φωτίου, τον Κατρούγκαλο,τον Τσακαλώτο,τον Φλαμπουράρη, τον Σώρρα, τον Λοβέρδο, την Άννα Μισέλ Ασημακοπούλου, τον Βαρβιτσιώτη, την Βούλτεψη, τον Καραγκούνη ,τον Κικιλια, τον Χατζηδάκη, τον Ψαριάνο, τον Βερύκιο, την Τσιμτσιλή, την Γκερέκου,τον Χαικαλη, τον Κουτσούκο, τον Κωνσταντόπουλο τον Γρηγοράκο ,τον υιό Λεβέντη, Γεωργιάδης Μάριο, τον Μεγαλομύστακα ,την Λιάνα Κανέλλη...Μια χαρά δεν είναι η ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΉ !!!!! ΆΝΤΕ ΓΙΑ ΟΡΚΩΜΟΣΊΑ ΣΤΟ ΠΡΟΕΔΡΙΚΌ ΜΟΥΡΟΥΧΑΒΛΟΙ ...
Πιστεύει κανείς σας ΌΤΙ ΧΩΡΙΣ αγώνα με όποια μορφή θα γλυτώσουμε από αυτούς τους ΜΑΛΑΚΕΣ ;;;; Αν ΝΑΙ;;; καλό κουράγιο....
Uros