Λίγες μόλις ημέρες από την είσοδο του 2017, η πολιτική και κοινωνική κατάσταση στη χώρα εξακολουθεί να μοιάζει με ένα απέραντο τέλμα. Όλα...
Λίγες μόλις ημέρες από την είσοδο του 2017, η πολιτική και κοινωνική κατάσταση στη χώρα εξακολουθεί να μοιάζει με ένα απέραντο τέλμα. Όλα βρίσκονται σε μια επικίνδυνη στασιμότητα που είναι άγνωστο πώς θα εξελιχθεί. Η περίφημη δεύτερη αξιολόγηση έχει μεταβληθεί στη λεπτή κλωστή από την οποία εξαρτάται η πορεία μιας ολόκληρης κοινωνίας που ζει από το 2010, με διάφορες παραλλαγές, ένα διαρκές μαρτύριο.
Κατά το διάστημα αυτό πάντως οι Έλληνες με τα αντισώματά τους επέδειξαν μια αξιοσημείωτη προσαρμοστικότητα στις μνημονιακές συνθήκες που τους επιτρέπει ακόμη και σήμερα να κινούνται έστω και με αργές ταχύτητες προς ένα άδηλο όμως μέλλον. Οι ημέρες των γιορτών που πέρασαν κατέγραψαν αυτήν την αυξανόμενη μελαγχολία η οποία αποτυπώθηκε και σε συγκεκριμένα μετρήσιμα μεγέθη όπως η περαιτέρω μείωση της καταναλωτικής δαπάνης, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, σε σχέση με τις αντίστοιχες περιόδους των προηγούμενων ετών.
Η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια εξελίσσεται πλέον σε κυρίαρχο χαρακτηριστικό των κοινωνικών τάσεων και στη χώρα μας. Η διάψευση των ελπίδων που είχαν εναποτεθεί στον ΣΥΡΙΖΑ έως και πριν από ενάμιση έτος -και πολύ περισσότερο πριν από δύο έτη- έχει περάσει τώρα στο επόμενο στάδιο. Εκτός από το έλλειμμα αξιοπιστίας που αντιμετωπίζει το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα στο σύνολό του, τίθενται σε αμφισβήτηση και οι σταθερές που διαμόρφωσαν τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της Ελλάδας κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Δεν είναι τυχαίο ότι ύστερα από μια δεκαπενταετία, που το ευρώ λειτούργησε ως μάνα εξ ουρανού, το 53% των Ελλήνων θεωρεί, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη δημοσκόπηση της ALCO, ότι ήταν λανθασμένη η ένταξη της χώρας στην ευρωζώνη.
Η τάση αυτή, που τους τελευταίους μήνες διαρκώς ενισχύεται, έρχεται να εναρμονιστεί με το ρεύμα του ευρωσκεπτικισμού που απλώνεται σε ολόκληρη τη «γηραιά ήπειρο» εν όψει μάλιστα των κρίσιμων εκλογικών αναμετρήσεων, εντός του 2017, στην Ολλανδία, την Γαλλία και την Γερμανία.
Ενδιαφέρον έχει ότι η χαλάρωση έως και διάρρηξη των δεσμών με το κοινό νόμισμα απλώνεται, ως αντίληψη, οριζόντια -με διάφορες διακυμάνσεις- σε όλους τους πολιτικούς χώρους, από τα δεξιά έως τα αριστερά και τούμπαλιν. Αυτό κατά τους ειδικούς αναλυτές προοιωνίζεται και ανακατατάξεις στον κομματικό χάρτη που δεν είναι εύκολο να διαγνωστούν επί του παρόντος με τις παραδοσιακές μεθόδους και ως εκ τούτου μπορεί να καταστήσουν εκ νέου αναξιόπιστες τις δημοσκοπήσεις που αρκούνται στην εύκολη μέτρηση ποσοστών. Ήδη παρατηρείται ότι μεγάλα τμήματα του εκλογικού σώματος έχουν λάβει πολύ σαφείς -ενδεχομένως και οριστικές- αποστάσεις από το υπάρχον σκηνικό με αποτέλεσμα η όποια κατανομή τους, δια της αναγωγής και της εκτίμησης στην πρόθεση ψήφου, να αποτελεί αυθαιρεσία και να οδηγεί σε παρακινδυνευμένα αν όχι λανθασμένα συμπεράσματα.
Η διόγκωση της «αντισυστημικής» ψήφου και στη χώρα μας θεωρείται ο μεγάλος εφιάλτης του επόμενου διαστήματος καθώς δεν υπάρχει πλέον κόμμα εξουσίας για να απορροφήσει, όπως συνέβη από το 2102 με τον ΣΥΡΙΖΑ, την κοινωνική δυσαρέσκεια και οργή. Δεδομένου μάλιστα ότι η οικονομική πραγματικότητα επιδεινώθηκε, οι σοβαροί αναλυτές σηκώνουν τα χέρια ψηλά στο ερώτημα πόσο ισχυρές μπορεί να αποδειχθούν οι «εκρήξεις» από τις κάλπες, οψέποτε στηθούν. Προς το παρόν διαπιστώνεται η συνεχής ριζοσπαστικοποίηση της ψήφου προς διάφορες -και ανομοιογενείς- κατευθύνσεις. Έτσι εξηγείται επί παραδείγματι και το γεγονός ότι ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζει εντυπωσιακή πτώση δεν επωφελείται ο όμορος «συστημικός» χώρος του ΠΑΣΟΚ από τον οποίο υπήρξαν -υπό άλλες κοινωνικές συνθήκες- και οι μεγάλες μετακινήσεις την περίοδο 2010-2012. Γενικότερα, το τοπίο που διαμορφώνεται περιλαμβάνει πλέον δύο μεγάλους χώρους. Ο ένας αποτελείται από τις (μεγαλύτερες και μικρότερες) «ευρωπαϊκές» δυνάμεις που εκπροσωπούνται και στη σημερινή Βουλή ενώ ο άλλος καλύπτει την αμφισβήτηση του σημερινού status quo της ευρωζώνης, έστω κι αν οι εκφραστές αυτής της αντίθεσης είναι διάσπαρτοι και με αντιτιθέμενα ιδεολογικά πρόσημα. Όμως όσο περνά ο καιρός ο χώρος αυτός, που πριν από λίγο καιρό ήταν μειοψηφικός, μεγαλώνει και δείχνει να πολιορκεί ασφυκτικά ένθεν κακείθεν και να περιορίζει στο κέντρο του φάσματος τις «συστημικές» δυνάμεις στους κόλπους των οποίων έχει αποκτήσει τη σχετική υπεροχή η ΝΔ.
Σε αυτό το εντελώς διαφοροποιημένο σε σχέση με το παρελθόν φόντο αναμένεται να κυλήσουν οι πολιτικές εξελίξεις από εδώ και πέρα. Υπό συνθήκες απόλυτης ρευστότητας, η κυβέρνηση έχει όλα τα μέτωπα ανοικτά μπροστά της. Ο σχεδιασμός της να έχουν κλείσει με την έναρξη της νέας χρονιάς οι βασικές εκκρεμότητες, για να υπάρχουν ελπίδες μιας σχετικής ομαλοποίησης, δεν επαληθεύτηκε και τώρα το γενικό τέλμα συμπαρασύρει και την ίδια. Εκτός από την οικονομική αβεβαιότητα, όμως, υπεισέρχονται πλέον και άλλες σοβαρές παράμετροι που μπορεί να αποτελέσουν καταλύτη γεγονότων. Εν προκειμένω οι διεργασίες για το Κυπριακό, που μπαίνουν από την Δευτέρα σε καθοριστική φάση, αναμένεται να επηρεάσουν το γενικότερο πολιτικό κλίμα σε μια συγκυρία που οι σχέσεις της κυβέρνησης Τσίπρα με τα κόμματα της αντιπολίτευσης βρίσκονται στην κόψη του ξυραφιού. Από τις συναντήσεις που θα έχει ο πρωθυπουργός με τους αρχηγούς θα βγουν κρίσιμα συμπεράσματα που θα βαρύνουν είτε θετικά είτε αρνητικά και στη διαμόρφωση του νέου πολιτικού περιβάλλοντος. Ανάλογα με τις εξελίξεις που θα υπάρξουν μάλιστα και για το Κυπριακό αυτό καθ' αυτό, πολλοί περιμένουν να φανεί αν θα προσφέρει και την αφορμή της προσφυγής σε εκλογές έως τον Μάρτιο. Έτσι εκ των πραγμάτων τα εθνικά θέματα δημιουργούν ένα μείγμα με τα οικονομικά και ίσως δώσουν μια αναγκαστική πολιτική διέξοδο στο αδιέξοδο με τους δανειστές. Εκτός κι αν η εμπλοκή για τη δεύτερη αξιολόγηση, που όπως φαίνεται οδεύει σε παράταση τουλάχιστον έως την άνοιξη, ενεργοποιήσει το έτερο σενάριο περί δημοψηφίσματος με κυβερνητική πρωτοβουλία. Με τις τάσεις που αναπτύσσονται στην ελληνική κοινωνία και τις αντίρροπες δυνάμεις όπως παρατάσσονται, πάντως, σε μια τέτοια περίπτωση κανείς δεν μπορεί να προβλέψει που θα σταματήσει η λάβα του ηφαιστείου...
Κατά το διάστημα αυτό πάντως οι Έλληνες με τα αντισώματά τους επέδειξαν μια αξιοσημείωτη προσαρμοστικότητα στις μνημονιακές συνθήκες που τους επιτρέπει ακόμη και σήμερα να κινούνται έστω και με αργές ταχύτητες προς ένα άδηλο όμως μέλλον. Οι ημέρες των γιορτών που πέρασαν κατέγραψαν αυτήν την αυξανόμενη μελαγχολία η οποία αποτυπώθηκε και σε συγκεκριμένα μετρήσιμα μεγέθη όπως η περαιτέρω μείωση της καταναλωτικής δαπάνης, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, σε σχέση με τις αντίστοιχες περιόδους των προηγούμενων ετών.
Η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια εξελίσσεται πλέον σε κυρίαρχο χαρακτηριστικό των κοινωνικών τάσεων και στη χώρα μας. Η διάψευση των ελπίδων που είχαν εναποτεθεί στον ΣΥΡΙΖΑ έως και πριν από ενάμιση έτος -και πολύ περισσότερο πριν από δύο έτη- έχει περάσει τώρα στο επόμενο στάδιο. Εκτός από το έλλειμμα αξιοπιστίας που αντιμετωπίζει το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα στο σύνολό του, τίθενται σε αμφισβήτηση και οι σταθερές που διαμόρφωσαν τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της Ελλάδας κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Δεν είναι τυχαίο ότι ύστερα από μια δεκαπενταετία, που το ευρώ λειτούργησε ως μάνα εξ ουρανού, το 53% των Ελλήνων θεωρεί, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη δημοσκόπηση της ALCO, ότι ήταν λανθασμένη η ένταξη της χώρας στην ευρωζώνη.
Η τάση αυτή, που τους τελευταίους μήνες διαρκώς ενισχύεται, έρχεται να εναρμονιστεί με το ρεύμα του ευρωσκεπτικισμού που απλώνεται σε ολόκληρη τη «γηραιά ήπειρο» εν όψει μάλιστα των κρίσιμων εκλογικών αναμετρήσεων, εντός του 2017, στην Ολλανδία, την Γαλλία και την Γερμανία.
Ενδιαφέρον έχει ότι η χαλάρωση έως και διάρρηξη των δεσμών με το κοινό νόμισμα απλώνεται, ως αντίληψη, οριζόντια -με διάφορες διακυμάνσεις- σε όλους τους πολιτικούς χώρους, από τα δεξιά έως τα αριστερά και τούμπαλιν. Αυτό κατά τους ειδικούς αναλυτές προοιωνίζεται και ανακατατάξεις στον κομματικό χάρτη που δεν είναι εύκολο να διαγνωστούν επί του παρόντος με τις παραδοσιακές μεθόδους και ως εκ τούτου μπορεί να καταστήσουν εκ νέου αναξιόπιστες τις δημοσκοπήσεις που αρκούνται στην εύκολη μέτρηση ποσοστών. Ήδη παρατηρείται ότι μεγάλα τμήματα του εκλογικού σώματος έχουν λάβει πολύ σαφείς -ενδεχομένως και οριστικές- αποστάσεις από το υπάρχον σκηνικό με αποτέλεσμα η όποια κατανομή τους, δια της αναγωγής και της εκτίμησης στην πρόθεση ψήφου, να αποτελεί αυθαιρεσία και να οδηγεί σε παρακινδυνευμένα αν όχι λανθασμένα συμπεράσματα.
Η διόγκωση της «αντισυστημικής» ψήφου και στη χώρα μας θεωρείται ο μεγάλος εφιάλτης του επόμενου διαστήματος καθώς δεν υπάρχει πλέον κόμμα εξουσίας για να απορροφήσει, όπως συνέβη από το 2102 με τον ΣΥΡΙΖΑ, την κοινωνική δυσαρέσκεια και οργή. Δεδομένου μάλιστα ότι η οικονομική πραγματικότητα επιδεινώθηκε, οι σοβαροί αναλυτές σηκώνουν τα χέρια ψηλά στο ερώτημα πόσο ισχυρές μπορεί να αποδειχθούν οι «εκρήξεις» από τις κάλπες, οψέποτε στηθούν. Προς το παρόν διαπιστώνεται η συνεχής ριζοσπαστικοποίηση της ψήφου προς διάφορες -και ανομοιογενείς- κατευθύνσεις. Έτσι εξηγείται επί παραδείγματι και το γεγονός ότι ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζει εντυπωσιακή πτώση δεν επωφελείται ο όμορος «συστημικός» χώρος του ΠΑΣΟΚ από τον οποίο υπήρξαν -υπό άλλες κοινωνικές συνθήκες- και οι μεγάλες μετακινήσεις την περίοδο 2010-2012. Γενικότερα, το τοπίο που διαμορφώνεται περιλαμβάνει πλέον δύο μεγάλους χώρους. Ο ένας αποτελείται από τις (μεγαλύτερες και μικρότερες) «ευρωπαϊκές» δυνάμεις που εκπροσωπούνται και στη σημερινή Βουλή ενώ ο άλλος καλύπτει την αμφισβήτηση του σημερινού status quo της ευρωζώνης, έστω κι αν οι εκφραστές αυτής της αντίθεσης είναι διάσπαρτοι και με αντιτιθέμενα ιδεολογικά πρόσημα. Όμως όσο περνά ο καιρός ο χώρος αυτός, που πριν από λίγο καιρό ήταν μειοψηφικός, μεγαλώνει και δείχνει να πολιορκεί ασφυκτικά ένθεν κακείθεν και να περιορίζει στο κέντρο του φάσματος τις «συστημικές» δυνάμεις στους κόλπους των οποίων έχει αποκτήσει τη σχετική υπεροχή η ΝΔ.
Σε αυτό το εντελώς διαφοροποιημένο σε σχέση με το παρελθόν φόντο αναμένεται να κυλήσουν οι πολιτικές εξελίξεις από εδώ και πέρα. Υπό συνθήκες απόλυτης ρευστότητας, η κυβέρνηση έχει όλα τα μέτωπα ανοικτά μπροστά της. Ο σχεδιασμός της να έχουν κλείσει με την έναρξη της νέας χρονιάς οι βασικές εκκρεμότητες, για να υπάρχουν ελπίδες μιας σχετικής ομαλοποίησης, δεν επαληθεύτηκε και τώρα το γενικό τέλμα συμπαρασύρει και την ίδια. Εκτός από την οικονομική αβεβαιότητα, όμως, υπεισέρχονται πλέον και άλλες σοβαρές παράμετροι που μπορεί να αποτελέσουν καταλύτη γεγονότων. Εν προκειμένω οι διεργασίες για το Κυπριακό, που μπαίνουν από την Δευτέρα σε καθοριστική φάση, αναμένεται να επηρεάσουν το γενικότερο πολιτικό κλίμα σε μια συγκυρία που οι σχέσεις της κυβέρνησης Τσίπρα με τα κόμματα της αντιπολίτευσης βρίσκονται στην κόψη του ξυραφιού. Από τις συναντήσεις που θα έχει ο πρωθυπουργός με τους αρχηγούς θα βγουν κρίσιμα συμπεράσματα που θα βαρύνουν είτε θετικά είτε αρνητικά και στη διαμόρφωση του νέου πολιτικού περιβάλλοντος. Ανάλογα με τις εξελίξεις που θα υπάρξουν μάλιστα και για το Κυπριακό αυτό καθ' αυτό, πολλοί περιμένουν να φανεί αν θα προσφέρει και την αφορμή της προσφυγής σε εκλογές έως τον Μάρτιο. Έτσι εκ των πραγμάτων τα εθνικά θέματα δημιουργούν ένα μείγμα με τα οικονομικά και ίσως δώσουν μια αναγκαστική πολιτική διέξοδο στο αδιέξοδο με τους δανειστές. Εκτός κι αν η εμπλοκή για τη δεύτερη αξιολόγηση, που όπως φαίνεται οδεύει σε παράταση τουλάχιστον έως την άνοιξη, ενεργοποιήσει το έτερο σενάριο περί δημοψηφίσματος με κυβερνητική πρωτοβουλία. Με τις τάσεις που αναπτύσσονται στην ελληνική κοινωνία και τις αντίρροπες δυνάμεις όπως παρατάσσονται, πάντως, σε μια τέτοια περίπτωση κανείς δεν μπορεί να προβλέψει που θα σταματήσει η λάβα του ηφαιστείου...
Ανδρέας Καψαμπέλης
Δεν υπάρχουν σχόλια
ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση