Πυκνώνουν οι διεργασίες σε όλα τα επίπεδα και οι εξελίξεις κατά το επόμενο διάστημα αναμένονται ραγδαίες. Τα βαριά σύννεφα στο χώρο της ο...
Πυκνώνουν οι διεργασίες σε όλα τα επίπεδα και οι εξελίξεις κατά το επόμενο διάστημα αναμένονται ραγδαίες. Τα βαριά σύννεφα στο χώρο της οικονομίας, οι νέες ισοπεδωτικές αξιώσεις των δανειστών που περιέχουν κι άλλα μέτρα συρρίκνωσης του διαθέσιμου εισοδήματος και περικοπής συντάξεων, το θρίλερ με την υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών, οι επιπλοκές στη Δικαιοσύνη, οι εσωτερικοί κραδασμοί στον ΣΥΡΙΖΑ που συνοδεύονται και από καταγγελίες για σκανδαλώδη διαχείριση χρήματος και η κατακόρυφη όξυνση στις σχέσεις με την αντιπολίτευση δημιουργούν ένα εκρηκτικό τοπίο που πυροδοτεί παντός είδους σενάρια. Ανάλογα και με τις αποφάσεις για το θέμα του χρέους, η διαχείριση της κατάστασης γίνεται καθημερινά δυσκολότερη και το κλίμα που διαμορφώνεται δρομολογεί είτε αναθέρμανση της προσπάθειας για συγκρότηση άλλης κυβέρνησης «ειδικού σκοπού», είτε κατ’ ευθείαν προσφυγή σε εκλογές.
Ήδη η εβδομάδα που ξεκινά θα είναι απολύτως κρίσιμη καθώς το Συμβούλιο της Επικρατείας, σε ένα φόντο αρκετά επιβαρυμένο, συνεδριάζει εκ νέου για το θέμα των καναλιών. Αν δεν υπάρξει χρονική παράταση στη λήψη απόφασης, από το ναι ή το όχι του ΣτΕ είναι λίαν πιθανόν να προκληθεί ντόμινο εξελίξεων. Στην περίπτωση που το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο κάνει δεκτές τις προσφυγές, τουλάχιστον ως προς τον αριθμό των τεσσάρων αδειών, είναι προφανές ότι η κυβέρνηση θα βρεθεί προ τεράστιου αδιεξόδου. Από πλευράς της περιορίζεται στο να επισημαίνει τους κινδύνους από κάτι τέτοιο και ιδιαίτερα ότι θα σηματοδοτούσε επιστροφή στο καθεστώς ανομίας και «πρόβλημα για τη Δημοκρατία» (!) αλλά ο πολιτικός αντίκτυπος θα είναι τέτοιος που θα απειληθεί με άμεση κατεδάφιση η ίδια. Θεωρείται πολύ δύσκολο έως αδύνατον να μπορέσει να σταθεί η κυβέρνηση εάν ηττηθεί σε αυτό το θέμα που και η ίδια ανήγαγε σε μείζον. Για «ήττα» έχουν μιλήσει άλλωστε και κορυφαίοι υπουργοί της όπως ο Ν. Φίλης ενώ στελέχη και της αντιπολίτευσης, όπως ο γραμματέας της ΝΔ Λ. Αυγενάκης, έχουν δηλώσει ότι «εαν πέσει ο νόμος πάμε σε εκλογές».
Στην αντίθετη περίπτωση που το Συμβούλιο της Επικρατείας λάβει μια συμβατή με τον νόμο απόφαση, αναμένεται βεβαίως η κυβέρνηση σε πρώτη φάση να πανηγυρίσει. Όμως και πάλι τα πράγματα κάθε άλλο παρά εύκολα προοιωνίζονται. Πέραν του πλήγματος που έχει υποστεί το κύρος της Δικαιοσύνης, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα το θέμα των καναλιών που μένουν δίχως άδεια. Η απόπειρα του κ. Παππά να καταθέσει τροπολογία για το άμεσο κλείσιμο τους προσέκρουσε την περασμένη εβδομάδα στην εσωτερική σθεναρή αντίθεση του προέδρου της Βουλής Νίκου Βούτση αλλά το σημαντικότερο είναι ότι κατά τις ημέρες που μεσολάβησαν η αποδυνάμωση της κίνησης αυτής υπήρξε ακόμη μεγαλύτερη. Τυχόν απόπειρα επαναφοράς της θεωρείται βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε γενική ανάφλεξη ενδεχομένως και με ανεξέλεγκτες παρενέργειες σε διάφορα επίπεδα. Αρκετοί πιστεύουν ότι μπορεί η χώρα να ξαναζήσει, τηρουμένων των αναλογιών, σκηνές ανάλογες με την εποχή που το ΠΑΣΟΚ είχε θέσει υπό αστυνομικό διωγμό την ελεύθερη ραδιοφωνία. Ο ελιγμός που επιχειρήθηκε με την προσπάθεια συγκρότησης του ΕΣΡ κατέπεσε στο κενό καθώς η ηγεσία της ΝΔ έχει λάβει τη στρατηγική απόφαση να μην διευκολύνει την κυβέρνηση σε καμία πρωτοβουλία που θεωρείται εκτός θεσμικού και συνταγματικού ορίου.
Σε κάθε περίπτωση δεν φαίνεται λύση στο αδιέξοδο και το θέμα των αδειών τείνει να εξελιχθεί σε θρυαλλίδα γενικότερων εξελίξεων. Με ανοικτά όλα τα μέτωπα, η κυβέρνηση βρίσκεται σε «εμπόλεμη» κατάσταση όχι μόνο με την αντιπολίτευση αλλά και με διαρκώς αυξανόμενο τμήμα της κοινωνίας όπως δείχνουν όλες οι δημοσκοπήσεις. Για τον κ. Τσίπρα αφενός «η σύγκρουση με τη διαπλοκή» στο εσωτερικό και αφετέρου η μάχη για τη ρύθμιση του χρέους στο εξωτερικό αποτελούν τα θέματα με τα οποία θέλει να μεταφέρει την ατζέντα εκτός του στενού μνημονιακού πλαισίου για να συσπειρώσει το δικό του χώρο και να δημιουργήσει αναχώματα στις διαρροές ψηφοφόρων. Είναι πολύ πιθανό μάλιστα, αν η πορεία προς τις κάλπες καταστεί αναπόφευκτη, να αποτελέσουν και την αιχμή του εκλογικού δόρατος από πλευράς του ΣΥΡΙΖΑ. Με το βλέμμα καθημερινά στις κυλιόμενες μετρήσεις, το μεγάλο στοίχημα για το επιτελείο του κυβερνώντος κόμματος πλέον είναι όπως αναφέρουν έγκυρες πηγές να διατηρήσει τη συσπείρωση του άνω του 40% προκειμένου να έχει ελπίδες να την επαυξήσει και να περιορίσει, στην τελική ευθεία, την ψαλίδα από την προπορευόμενη ΝΔ.
Δεν είναι τυχαίο ότι τις προηγούμενες ημέρες υπήρξαν και ελεγχόμενες διαρροές εκ των έσω του Μεγάρου Μαξίμου σύμφωνα με τις οποίες συζητήθηκε θέμα εκλογών, κατόπιν εισήγησης του Ν. Παππά, αν και επί του παρόντος δεν το υιοθέτησε ο κ. Τσίπρας. Αυτό και μόνο τροφοδότησε σενάρια περί «ηρωϊκής εξόδου» η οποία πάντως εφόσον επιχειρηθεί θα πρέπει και να έχει προετοιμαστεί σχετικώς κατάλληλα. Ένα πρώτο βήμα θα είναι ο ανασχηματισμός που πάνω απ' όλα θα επιχειρηθεί να συμβολίσει μια αμφίπλευρη διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ σε κυβερνητικό επίπεδο. Με αυτόν τον τρόπο ελπίζεται ότι θα αναπληρωθούν απώλειες παραδοσιακών αριστερών ψηφοφόρων ακόμη και με κεντροδεξιούς που αντιμετωπίζουν θετικά την αναμέτρηση με τους «νταβατζήδες». Άλλωστε το Μέγαρο Μαξίμου σχεδιάζει, στο ίδιο πλαίσιο, να προσωποποιήσει την αντίθεση με τον πρόεδρο της ΝΔ και να μετατρέψει τις επόμενες εκλογές σε αναμέτρηση «Τσίπρα – Μητσοτάκη».
Ήδη η εβδομάδα που ξεκινά θα είναι απολύτως κρίσιμη καθώς το Συμβούλιο της Επικρατείας, σε ένα φόντο αρκετά επιβαρυμένο, συνεδριάζει εκ νέου για το θέμα των καναλιών. Αν δεν υπάρξει χρονική παράταση στη λήψη απόφασης, από το ναι ή το όχι του ΣτΕ είναι λίαν πιθανόν να προκληθεί ντόμινο εξελίξεων. Στην περίπτωση που το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο κάνει δεκτές τις προσφυγές, τουλάχιστον ως προς τον αριθμό των τεσσάρων αδειών, είναι προφανές ότι η κυβέρνηση θα βρεθεί προ τεράστιου αδιεξόδου. Από πλευράς της περιορίζεται στο να επισημαίνει τους κινδύνους από κάτι τέτοιο και ιδιαίτερα ότι θα σηματοδοτούσε επιστροφή στο καθεστώς ανομίας και «πρόβλημα για τη Δημοκρατία» (!) αλλά ο πολιτικός αντίκτυπος θα είναι τέτοιος που θα απειληθεί με άμεση κατεδάφιση η ίδια. Θεωρείται πολύ δύσκολο έως αδύνατον να μπορέσει να σταθεί η κυβέρνηση εάν ηττηθεί σε αυτό το θέμα που και η ίδια ανήγαγε σε μείζον. Για «ήττα» έχουν μιλήσει άλλωστε και κορυφαίοι υπουργοί της όπως ο Ν. Φίλης ενώ στελέχη και της αντιπολίτευσης, όπως ο γραμματέας της ΝΔ Λ. Αυγενάκης, έχουν δηλώσει ότι «εαν πέσει ο νόμος πάμε σε εκλογές».
Στην αντίθετη περίπτωση που το Συμβούλιο της Επικρατείας λάβει μια συμβατή με τον νόμο απόφαση, αναμένεται βεβαίως η κυβέρνηση σε πρώτη φάση να πανηγυρίσει. Όμως και πάλι τα πράγματα κάθε άλλο παρά εύκολα προοιωνίζονται. Πέραν του πλήγματος που έχει υποστεί το κύρος της Δικαιοσύνης, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα το θέμα των καναλιών που μένουν δίχως άδεια. Η απόπειρα του κ. Παππά να καταθέσει τροπολογία για το άμεσο κλείσιμο τους προσέκρουσε την περασμένη εβδομάδα στην εσωτερική σθεναρή αντίθεση του προέδρου της Βουλής Νίκου Βούτση αλλά το σημαντικότερο είναι ότι κατά τις ημέρες που μεσολάβησαν η αποδυνάμωση της κίνησης αυτής υπήρξε ακόμη μεγαλύτερη. Τυχόν απόπειρα επαναφοράς της θεωρείται βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε γενική ανάφλεξη ενδεχομένως και με ανεξέλεγκτες παρενέργειες σε διάφορα επίπεδα. Αρκετοί πιστεύουν ότι μπορεί η χώρα να ξαναζήσει, τηρουμένων των αναλογιών, σκηνές ανάλογες με την εποχή που το ΠΑΣΟΚ είχε θέσει υπό αστυνομικό διωγμό την ελεύθερη ραδιοφωνία. Ο ελιγμός που επιχειρήθηκε με την προσπάθεια συγκρότησης του ΕΣΡ κατέπεσε στο κενό καθώς η ηγεσία της ΝΔ έχει λάβει τη στρατηγική απόφαση να μην διευκολύνει την κυβέρνηση σε καμία πρωτοβουλία που θεωρείται εκτός θεσμικού και συνταγματικού ορίου.
Σε κάθε περίπτωση δεν φαίνεται λύση στο αδιέξοδο και το θέμα των αδειών τείνει να εξελιχθεί σε θρυαλλίδα γενικότερων εξελίξεων. Με ανοικτά όλα τα μέτωπα, η κυβέρνηση βρίσκεται σε «εμπόλεμη» κατάσταση όχι μόνο με την αντιπολίτευση αλλά και με διαρκώς αυξανόμενο τμήμα της κοινωνίας όπως δείχνουν όλες οι δημοσκοπήσεις. Για τον κ. Τσίπρα αφενός «η σύγκρουση με τη διαπλοκή» στο εσωτερικό και αφετέρου η μάχη για τη ρύθμιση του χρέους στο εξωτερικό αποτελούν τα θέματα με τα οποία θέλει να μεταφέρει την ατζέντα εκτός του στενού μνημονιακού πλαισίου για να συσπειρώσει το δικό του χώρο και να δημιουργήσει αναχώματα στις διαρροές ψηφοφόρων. Είναι πολύ πιθανό μάλιστα, αν η πορεία προς τις κάλπες καταστεί αναπόφευκτη, να αποτελέσουν και την αιχμή του εκλογικού δόρατος από πλευράς του ΣΥΡΙΖΑ. Με το βλέμμα καθημερινά στις κυλιόμενες μετρήσεις, το μεγάλο στοίχημα για το επιτελείο του κυβερνώντος κόμματος πλέον είναι όπως αναφέρουν έγκυρες πηγές να διατηρήσει τη συσπείρωση του άνω του 40% προκειμένου να έχει ελπίδες να την επαυξήσει και να περιορίσει, στην τελική ευθεία, την ψαλίδα από την προπορευόμενη ΝΔ.
Δεν είναι τυχαίο ότι τις προηγούμενες ημέρες υπήρξαν και ελεγχόμενες διαρροές εκ των έσω του Μεγάρου Μαξίμου σύμφωνα με τις οποίες συζητήθηκε θέμα εκλογών, κατόπιν εισήγησης του Ν. Παππά, αν και επί του παρόντος δεν το υιοθέτησε ο κ. Τσίπρας. Αυτό και μόνο τροφοδότησε σενάρια περί «ηρωϊκής εξόδου» η οποία πάντως εφόσον επιχειρηθεί θα πρέπει και να έχει προετοιμαστεί σχετικώς κατάλληλα. Ένα πρώτο βήμα θα είναι ο ανασχηματισμός που πάνω απ' όλα θα επιχειρηθεί να συμβολίσει μια αμφίπλευρη διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ σε κυβερνητικό επίπεδο. Με αυτόν τον τρόπο ελπίζεται ότι θα αναπληρωθούν απώλειες παραδοσιακών αριστερών ψηφοφόρων ακόμη και με κεντροδεξιούς που αντιμετωπίζουν θετικά την αναμέτρηση με τους «νταβατζήδες». Άλλωστε το Μέγαρο Μαξίμου σχεδιάζει, στο ίδιο πλαίσιο, να προσωποποιήσει την αντίθεση με τον πρόεδρο της ΝΔ και να μετατρέψει τις επόμενες εκλογές σε αναμέτρηση «Τσίπρα – Μητσοτάκη».
Μάλιστα σε μια προσπάθεια να φέρει σε δύσκολη θέση τον κ. Μητσοτάκη, ο οποίος δεν σταματά να διακηρύσσει την ανάγκη να φύγει η σημερινή κυβέρνηση, ο κ. Τσίπρας σχεδιάζει σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες της «κυριακάτικης δημοκρατίας» έναν ακόμη ελιγμό. Σκοπεύει να απευθύνει πρόσκληση για συνεννόηση και συναίνεση στην αντιπολίτευση σχετικά με το θέμα του χρέους. Αυτό όπως συζητείται μπορεί να γίνει είτε μέσω πρωτοβουλίας για σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών υπό τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο είτε μέσω πρότασης για συγκρότηση «εθνικής ομάδας». Σε αυτήν θα κληθεί να συμμετέχει ο πρόεδρος της ΝΔ και ένας εκπρόσωπος της ελάσσονος αντιπολίτευσης ώστε η τετράδα, υπό τον κ. Παυλόπουλο, να αναλάβει πρωτοβουλίες και να προχωρήσει σε επαφές σε διεθνές επίπεδο για το ζήτημα του χρέους...
Σε ποιο βαθμό τέτοιες κινήσεις μπορούν να αποδώσουν μένει να φανεί. Πάντως η ελπίδα αντιστροφής του κλίματος, που σε κοινωνικό επίπεδο βαραίνει διαρκώς, εγκαταλείπει ολοένα και περισσότερους εντός του ΣΥΡΙΖΑ που σκέπτονται ήδη την «επόμενη ημέρα» και προσπαθούν να πάρουν θέση στα στρατόπεδα που σχηματίζονται. Αβέβαιο θεωρείται και αν μπορεί να καλλιεργηθεί έδαφος για τον σχηματισμό μεταβατικής κυβέρνησης τύπου Παπαδήμου, υπό τον νυν διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Γ. Στουρνάρα το πιθανότερο, όπως συνέβη το 2011 προκειμένου να «υποδεχτεί» το τέταρτο μνημόνιο. 'Έχοντας και την εμπειρία του Μαΐου του 2012 που η ΝΔ υπό τον κ. Σαμαρά κατακρημνίστηκε στο 18,85%, ο κ. Μητσοτάκης φέρεται αποφασισμένος να μην προχωρήσει σε καμία προσέγγιση με τον ΣΥΡΙΖΑ και να αποδείξει ότι πράγματι εννοεί το αίτημα περί εκλογών. Γι αυτό και όπως αναφέρουν πληροφορίες της "κυριακάτικης δημοκρατίας" δεν έκρυψε την έντονη ενόχλησή του προς τον αντιπρόεδρο της ΝΔ Κ. Χατζηδάκη που άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο μελλοντικής συνεργασίας με τον ΣΤΡΙΖΑ.
Άλλωστε όλες οι (φανερές και μυστικές) δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο κοινωνικός θυμός για την κυβέρνηση, που από τις αρχές του 2017 αναμένεται να φουντώσει κι άλλο, διαμορφώνει ένα -μέχρι στιγμής βουβό- ρεύμα υπέρ της ΝΔ χωρίς μάλιστα να θεωρείται πλέον ανέφικτη και η αυτοδυναμία. Αρκεί να σημειωθεί ότι με βάση τον ισχύοντα εκλογικό νόμο, αν τα περισσότερα από τα σημερινά μικρά κόμματα μείνουν όπως φαίνεται εκτός Βουλής και αθροιστικά συγκεντρώσουν π.χ. έστω 10%, το ποσοστό που χρειάζεται για 151 έδρες πέφτει στο 36,2%. Αν επαναληφθεί το φαινόμενο του πολυκερματισμού, όπως τον Μάιο του 2012, και οι εκτός Βουλής εκτιναχθούν στο 19%, θα είναι αρκετό στη ΝΔ για να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση το 32,6%, ποσοστό που εξασφαλίζει ήδη στις σημερινές δημοσκοπήσεις...
Ανδρέας Καψαμπέλης
Άλλωστε όλες οι (φανερές και μυστικές) δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο κοινωνικός θυμός για την κυβέρνηση, που από τις αρχές του 2017 αναμένεται να φουντώσει κι άλλο, διαμορφώνει ένα -μέχρι στιγμής βουβό- ρεύμα υπέρ της ΝΔ χωρίς μάλιστα να θεωρείται πλέον ανέφικτη και η αυτοδυναμία. Αρκεί να σημειωθεί ότι με βάση τον ισχύοντα εκλογικό νόμο, αν τα περισσότερα από τα σημερινά μικρά κόμματα μείνουν όπως φαίνεται εκτός Βουλής και αθροιστικά συγκεντρώσουν π.χ. έστω 10%, το ποσοστό που χρειάζεται για 151 έδρες πέφτει στο 36,2%. Αν επαναληφθεί το φαινόμενο του πολυκερματισμού, όπως τον Μάιο του 2012, και οι εκτός Βουλής εκτιναχθούν στο 19%, θα είναι αρκετό στη ΝΔ για να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση το 32,6%, ποσοστό που εξασφαλίζει ήδη στις σημερινές δημοσκοπήσεις...
Ανδρέας Καψαμπέλης
ΑπάντησηΔιαγραφήΚατόπιν όλων αυτών είναι προφανή τρία πράγματα:
Πρώτον, ότι ο Γεωργιάδης, ως πωλητής … «ιστορικών» βιβλίων, δεν συμφιλιώθηκε ποτέ με το ιστορικό γεγονός ότι οι κομμουνιστές τέθηκαν επικεφαλής του μετώπου που τσάκισε τον μαύρο ολοκληρωτισμό με τον οποίο ο ίδιος σαλιαρίζει.
Δεύτερον, ο Άδωνις Γεωργιάδης, λέει ότι είναι δικαίωμά του να είναι αντικομμουνιστής. Συμφωνούμε: Το δικαίωμά του να είναι αντικομμουνιστής και να το δηλώνει, αυτός και οι όμοιοί του, το έχουν κατοχυρώσει από πολύ παλιά στο σύστημα που υπηρετούν: Από την εποχή που οι πολιτικοί τους «Πυγμαλίωνες» ασκούσαν το αντίστοιχο δικό τους «δικαίωμα» μέχρι του σημείου των εκτελέσεων, των στρατοδικείων και των ξερονησιών!
Τρίτον, ως πολιτικός που θαυμάζει προγενέστερους «Διγενήδες», σαν αυτούς που επιτέλεσαν το «δημοκρατικό» τους έργο κατά του «κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού» βάζοντας τα δέντρα να ψηφίζουν, ο Γεωργιάδης και οι συν αυτώ δεν έχουν απλώς το δικαίωμα να λένε ότι «σιχαίνονται τους κομμουνιστές» και να τους θέλουν «στη φυλακή». Στην περίπτωσή τους, ως συνεχιστές του καθεστώτος που παλιότερα έχτιζε «Παρθενώνες στη Μακρόνησο» και τώρα αποδεκατίζει το λαό λέγοντας ότι τον «σώζει» (!), το να είναι κανείς χυδαίος αντικομμουνιστής και να το δηλώνει, είναι υποχρέωση. Είναι καθήκον!
Τέταρτον, ως αντικομμουνιστής ο Γεωργιάδης είναι και θρασύδειλος. Ενώ επιτίθεται στους κομμουνιστές το κάνει μιλώντας για τον ΣΥΡΙΖΑ (!), στον οποίο αποδίδει… κομμουνιστικές ιδιότητες!! Βλέπετε οι αντικομμουνιστές την «υπεροχή» τους απέναντι στους κομμουνιστές, μόνο βάζοντας απέναντί τους την «μαϊμού Αριστερά» μπορούν να την επιδιώξουν. Είναι κι αυτή μια προσφορά εκ μέρους της «μαϊμού Αριστεράς» στο υπόλοιπο αστικό «δημοκρατικό τόξο» που συναπαρτίζει με τους Γεωργιάδηδες και τα κόμματά τους.
Αλλά, ταυτόχρονα, η περίπτωση Γεωργιάδη είναι και προσφορά. Για να μαθαίνουν οι νεότεροι και να θυμούνται οι παλιότεροι τι πραγματικά σημαίνει «αντικομμουνισμός». Πόση μαυρίλα, πόση παραχάραξη, πόση πλαστογραφία, πόσο θράσος και πόσος ολοκληρωτισμός κρύβεται από πίσω του.
Γιατί – και εν κατακλείδι: Ο αντικομμουνισμός καμία σχέση δεν έχει με την έννοια της πολιτικής διαπάλης. Ισοδυναμεί με προανάκρουσμα «αστυνόμευσης» της πολιτικής ζωής και ποινικοποίησης της διεκδίκησης του λαϊκού δίκιου. Ιστορικά, δε, έχει αποδειχτεί και μάλιστα περίτρανα: Ο αντικομμουνισμός ισοδυναμεί όχι απλώς με καμπανάκι, αλλά με συναγερμό για την υπεράσπιση των δημοκρατικών και πολιτικών ελευθεριών σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Η φαλκίδευσή τους, την οποία προωθούν οι αντικομμουνιστές, ο αυταρχισμός, ιδεολογικός και κατασταλτικός, που πηγαίνει πάντα χέρι – χέρι με την ένταση των μέτρων λαϊκού εξανδραποδισμού, ποτέ δεν αφορούσε μόνο στους κομμουνιστές. Στόχευε και στοχεύει, πάντα, ολόκληρη την κοινωνία.
ΝΑ ΤΟΝ ΧΑΊΡΕΣΤΕ ΜΗΤΣΟΤΆΚΗ ΚΑΙ ΖΑΝ ΚΟΕΝ...