Την πιο ιδιόμορφη και προφανώς αφύσικη πολιτικό περίοδο των τελευταίων δεκαετιών διανύει η χώρα μας. Οι εντυπωσιακές εξελίξεις ύστερα από...
Την πιο ιδιόμορφη και προφανώς αφύσικη πολιτικό περίοδο των τελευταίων δεκαετιών διανύει η χώρα μας. Οι εντυπωσιακές εξελίξεις ύστερα από την Κυριακή του δημοψηφίσματος και το 61,5% του Οχι και την πρώτη κρίσιμη ψηφοφορία στη Βουλή για τα προαπαιτούμενα έχουν διαμορφώσει ένα σκηνικό σουρεαλισμού με την κυβέρνηση να παραμένει στην εξουσία αλλά δίχως τη δεδηλωμένη, την αντιπολίτευση να μην επιδιώκει την πτώση της και να μην θέλει εκλογές, τη μαζικότερη εσωκομματική «ανταρσία» (στον ΣΥΡΙΖΑ) να μην αντιμετωπίζεται τουλάχιστον μέχρι στιγμής με διαγραφές και την αβεβαιότητα για την επόμενη ημέρα να μεγαλώνει διαρκώς μολονότι ψηφίστηκε ήδη το αρχικό πακέτο των νέων επαχθών μέτρων.
Ανεξάρτητα από την καινούρια μορφή του κυβερνητικού σχήματος με τον ανασχηματισμό, το μεγάλο ερώτημα που κυριαρχεί τώρα στα παρασκήνια αφορά τις εκλογές. Μολονότι πάντως αρκετοί κορυφαίοι υπουργοί, όπως ο Ν. Βούτσης και ο Π. Σκουρλέτης, έχουν σπεύσει να τις προαναγγείλουν και ήδη κυκλοφορούν συγκεκριμένες ημερομηνίες όπως η 13η Σεπτεμβρίου, η οριστική απόφαση είναι συνάρτηση πολλών παραμέτρων. Καθοριστικές θα είναι οι αμέσως επόμενες εβδομάδες στη διάρκεια των οποίων θα πρέπει να ψηφιστούν και τα υπόλοιπα μέτρα, θα διαπιστωθούν οι περαιτέρω αντοχές του ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή, θα φανούν οι διαθέσεις της Αριστερής Πλατφόρμας και της Ζωής Κωνσταντοπούλου και θα δοκιμαστεί η κοινοβουλευτική συγκατοίκηση με τη ΝΔ, το Ποτάμι και το ΠΑΣΟΚ. Όλα αυτά θα επηρεάσουν ασφαλώς και τις δημοσκοπήσεις οι οποίες- αν και βρισκόμαστε εν μέσω θέρους- θα παίξουν καταλυτικό ρόλο.
Το θέμα των εκλογών συναρτάται πρωτίστως με τις προσωπικές επιλογές του Αλ. Τσίπρα. Ο ίδιος στην τηλεοπτική συνέντευξή του ύστερα από τις πολύωρες διαπραγματεύσεις και τη συμφωνία των Βρυξελλών δήλωσε ότι δεν σκοπεύει να «δραπετεύσει». Για τους γνωρίζοντες το παρασκήνιο, οι αποδέκτες αυτής της δήλωσης δεν βρίσκονταν τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο στο εξωτερικό. Η πεποίθηση που επικρατεί στο Μέγαρο Μαξίμου, με την εμπειρία των προηγούμενων μηνών αλλά και τις πληροφορίες που συλλέγονται, είναι ότι το λεγόμενο «πραξικόπημα» δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη. Ο «εκβιασμός» μπορεί στην παρούσα φάση να πέρασε αλλά δίχως να οδηγήσει σε πτώση την κυβέρνηση. Θεωρείται λοιπόν ότι έχει ξεκινήσει ανασύνταξη δυνάμεων ώστε να μπορέσουν οι δανειστές να επανέλθουν από το φθινόπωρο για την τελική επίθεση της οποίας, όπως τουλάχιστον υποστηρίζεται, ο βασικός στόχος δεν είναι οικονομικός αλλά πολιτικός. Στο πλαίσιο αυτό αναμένεται ότι εν όψει του νέου γύρου διαπραγματεύσεων για το τρίτο Μνημόνιο θα πολλαπλασιαστούν οι πιέσεις και οι αξιώσεις για την εφαρμογή ισοπεδωτικών μέτρων προκειμένου (υπό το βάρος και των εσωκομματικών αντιδράσεων) να μην αντέξει και να καταρρεύσει η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα.
Για πολλούς η αντιπαράθεση αυτή έχει πάρει τη μορφή «βεντέτας» ακόμη και με ιδεολογικά χαρακτηριστικά δεδομένου ότι στην Ευρώπη κυριαρχούν οι κεντροδεξιές πολιτικές δυνάμεις ενώ στην Ελλάδα ασκεί πλέον την εξουσία μια αριστερή κυβέρνηση. Τη διάσταση αυτή φροντίζει να καλλιεργεί και ο ίδιος ο κ. Τσίπρας σε μια προσπάθεια εσωκομματικής συσπείρωσης, αλλά η πραγματικότητα δεν είναι ακριβώς αυτή. Το διευθυντήριο της ευρωζώνης σκέπτεται πιο κυνικά και θέλει να έχει ολοκληρώσει την ισοπέδωση του νότου πριν από τις ισπανικές εκλογές οι οποίες θα γίνουν έως τα τέλη του έτους. Φαίνεται μάλιστα ότι δεν αρκεί πια στον κ. Σόιμπλε και στους δορυφόρους του μια πλήρης συνθηκολόγηση του κ. Τσίπρα και απόλυτη ευθυγράμμιση του με τα κελεύσματα του Βερολίνου. Ο νέος στόχος είναι να προκύψει πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα ώστε να μην μείνει ούτε χαραμάδα ελπίδας στις άλλες χώρες ότι μπορεί να υπάρξει μετατροπή στον ευρύτερο συσχετισμό δυνάμεων της Ευρώπης και κατά συνέπεια αμφισβήτηση του οικονομικού μοντέλου που έχει επιβάλει η Γερμανία. Αυτός είναι και ένας βασικός λόγος που συνεχίζει να διατηρείται ακόμη και τώρα ενεργή η απειλή του grexit από τους Γερμανούς. Δεν θεωρείται άσχετο και το γεγονός ότι σε ευρωπαϊκούς -και ακολούθως σε εγχώριους- κύκλους έχουν αρχίσει να διακινούνται ψίθυροι σύμφωνα με τους οποίους αν υπάρξει αντικατάσταση της σημερινής κυβέρνησης από μια άλλη, τότε οι δανειστές είναι διατεθειμένοι να «χαλαρώσουν» την πίεση τους και να επιτρέψουν περισσότερες ανάσες στην ελληνική οικονομία και κοινωνία με ελάφρυνση ορισμένων από τα μέτρα που τώρα επιβάλουν.
Οι πληροφορίες αναφέρουν επίσης ότι ο κ. Τσίπρας βρέθηκε προ του ανάλογου διλήμματος, όσον αφορά το πρόσωπό του, κατά τη διάρκεια της ολονύκτιας σύγκρουσης έως το πρωινό της περασμένης Δευτέρας. Η αλλαγή πρωθυπουργού ήταν κάτι που μετά χαράς θα άκουγαν οι δανειστές που είχαν φθάσει στο σημείο να μην κρύβουν και δημοσίως τις προηγούμενες ημέρες την προτίμησή τους υπέρ μιας κυβέρνησης τεχνοκρατών. Παρά τα ονόματα που είχαν ακουστεί μάλιστα, ο επικρατέστερος για να τεθεί επικεφαλής σε μια τέτοια περίπτωση ήταν (με τις ευλογίες και της γερμανικής πλευράς) ο κ. Παναγιώτης Πικραμμένος ο οποίος διετέλεσε υπηρεσιακός πρωθυπουργός στο διάστημα μεταξύ των εκλογών του Μαίου και του Ιουνίου 2012. Όμως το τηλέφωνό του τελικά δεν χτύπησε. Ο κ. Τσίπρας προτίμησε να δεχτεί τους περισσότερους από τους όρους των δανειστών προκειμένου να διατηρήσει ως επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ την εξουσία. Για πολλούς από τους συντρόφους του, ακολούθησε το παράδειγμα του Λένιν που δέχτηκε μια ατιμωτική συνθήκη στο Μπρεστ Λιτοφσκ το 1918 με τους Γερμανούς προκειμένου να κρατήσει την εξουσία και να μπορέσει να οικοδομήσει στα μέτρα του το σοβιετικό κράτος. Η ειρωνεία είναι ότι αν και πιο ορθόδοξος κομμουνιστής ο Π. Λαφαζάνης αρνήθηκε στην προκειμένη περίπτωση το συμβιβασμό του αρχηγού του και λειτούργησε όπως τότε ο Τρόσκυ που στα πρώτα στάδια δεν δεχόταν να υπογράψει τη βαριά συνθήκη ειρήνης με τους νικητές ονειρευόμενος την «παγκόσμια επανάσταση της εργατικής τάξης».
Με δεδομένα όλα αυτά ο κ. Τσίπρας αντιμετωπίζει εκτός από το οικονομικό και το παιχνίδι της πολιτικής εξουσίας. Οι επιλογές που έχει πάνω στο τραπέζι του έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα είναι επί της ουσίας δύο.
Η μία είναι, εφόσον δεν υποστεί νέες διαρροές βουλευτών και περαιτέρω ακρωτηριασμό της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, να συνεχίσει την πορεία του -ύστερα και από τον ανασχηματισμό- επικεφαλής μιας κυβέρνησης μειοψηφίας η οποία στα κρίσιμα νομοθετήματα θα στηρίζεται κατόπιν συνεννόησης με τη ΝΔ, το Ποτάμι και το ΠΑΣΟΚ. Απαραίτητη προϋπόθεση για να συμβεί αυτό είναι να μην πέσει κάτω από τους 120 βουλευτές του άθροισμα της δύναμης ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, για να καλύπτεται η ελάχιστη συνταγματική πρόβλεψη σχετικά με την εμπιστοσύνη της Βουλής προς την κυβέρνηση. Ήδη πάντως από την ψηφοφορία της Τετάρτης η δύναμη αυτή έχει περιοριστεί οριακά στους 123 βουλευτές.
Από εκεί και πέρα, ρόλο θα παίξει και η στάση των τριών κομμάτων της αντιπολίτευσης που είναι λογικό να μην θέλουν σύντομα εκλογές και θα κάνουν ο,τι μπορούν για να μεταθέσουν αργότερα το χρόνο διενέργειάς τους. Ορισμένοι ήδη συζητούν για την άνοιξη του 2016. Βεβαίως αποτελεί ερώτημα το κατά πόσον, πέραν των άλλων οικονομικών και κοινωνικών παραμέτρων, θα μπορέσει να αντέξει μια τέτοια ιδιόμορφη κυβερνητική κατάσταση.
Η δεύτερη -και αυτή τη στιγμή ισχυρότερη- επιλογή είναι η διεξαγωγή εκλογών το φθινόπωρο προκειμένου να καθαρίσει, όσο γίνεται, το πολιτικό τοπίο και να διαμορφωθούν σε καινούργια βάση οι συμμαχίες της επόμενης ημέρας. Προς αυτή την κατεύθυνση προσανατολίζεται πλέον και ο κ. Τσίπρας όπως φάνηκε και από τη δήλωσή του σύμφωνα με την οποία «είμαι αναγκασμένος να συνεχίσω μέχρι και την ολοκλήρωση της συμφωνίας, με κυβέρνηση που θα στηρίζεται σε μειοψηφικό αριθμό βουλευτών σε σχέση με το συνολικό αριθμό των 300 αντιπροσώπων». Σε μια τέτοια περίπτωση, θα διεκδικήσει στις κάλπες την πρώτη θέση αλλά σίγουρα ο σχηματισμός της νέας κυβέρνησης θα αποτελέσει ένα πιο σύνθετο παζλ. Ταυτόχρονα περιορίζεται πάντως σημαντικά ο χρόνος που θα έχουν στη διάθεση τους ο Π. Λαφαζάνης, η Ζ. Κωνσταντοπούλου και οι υπόλοιποι διαφωνούντες βουλευτές για να οργανώσουν με αξιώσεις σοβαρής εκπροσώπησης την αυτόνομη κάθοδό τους στις κάλπες. Ούτως η αλλιώς βέβαια ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μπει σε τροχιά διάσπασης και για τον κ. Τσίπρα αυτό είναι μια ευκαιρία βίαιης μετάλλαξης του (τουλάχιστον για το τμήμα που θα συνεχίσει να τον ακολουθεί) σε ένα κόμμα της κεντροαριστεράς που θα εδραιωθεί στον άλλοτε εκλογικό και κοινωνικό χώρο του ΠΑΣΟΚ και θα μπορεί ευκολότερα να συνεργάζεται ακόμη και με τη ΝΔ, ή άλλα παράγωγα σχήματα της κεντροδεξιάς, για το σχηματισμό κυβερνήσεων συνεργασίας. Κυρίως όμως με τις εκλογές το φθινόπωρο και εφόσον τις κερδίσει, ο κ. Τσίπρας ελπίζει ότι θα πετύχει να παραμείνει στο πολιτικό παιχνίδι και να μην επιτευχθεί ο στόχος του ιερατείου των δανειστών για την «εξαφάνισή» του από τον χάρτη...
Ανδρέας Καψαμπέλης
Ανεξάρτητα από την καινούρια μορφή του κυβερνητικού σχήματος με τον ανασχηματισμό, το μεγάλο ερώτημα που κυριαρχεί τώρα στα παρασκήνια αφορά τις εκλογές. Μολονότι πάντως αρκετοί κορυφαίοι υπουργοί, όπως ο Ν. Βούτσης και ο Π. Σκουρλέτης, έχουν σπεύσει να τις προαναγγείλουν και ήδη κυκλοφορούν συγκεκριμένες ημερομηνίες όπως η 13η Σεπτεμβρίου, η οριστική απόφαση είναι συνάρτηση πολλών παραμέτρων. Καθοριστικές θα είναι οι αμέσως επόμενες εβδομάδες στη διάρκεια των οποίων θα πρέπει να ψηφιστούν και τα υπόλοιπα μέτρα, θα διαπιστωθούν οι περαιτέρω αντοχές του ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή, θα φανούν οι διαθέσεις της Αριστερής Πλατφόρμας και της Ζωής Κωνσταντοπούλου και θα δοκιμαστεί η κοινοβουλευτική συγκατοίκηση με τη ΝΔ, το Ποτάμι και το ΠΑΣΟΚ. Όλα αυτά θα επηρεάσουν ασφαλώς και τις δημοσκοπήσεις οι οποίες- αν και βρισκόμαστε εν μέσω θέρους- θα παίξουν καταλυτικό ρόλο.
Το θέμα των εκλογών συναρτάται πρωτίστως με τις προσωπικές επιλογές του Αλ. Τσίπρα. Ο ίδιος στην τηλεοπτική συνέντευξή του ύστερα από τις πολύωρες διαπραγματεύσεις και τη συμφωνία των Βρυξελλών δήλωσε ότι δεν σκοπεύει να «δραπετεύσει». Για τους γνωρίζοντες το παρασκήνιο, οι αποδέκτες αυτής της δήλωσης δεν βρίσκονταν τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο στο εξωτερικό. Η πεποίθηση που επικρατεί στο Μέγαρο Μαξίμου, με την εμπειρία των προηγούμενων μηνών αλλά και τις πληροφορίες που συλλέγονται, είναι ότι το λεγόμενο «πραξικόπημα» δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη. Ο «εκβιασμός» μπορεί στην παρούσα φάση να πέρασε αλλά δίχως να οδηγήσει σε πτώση την κυβέρνηση. Θεωρείται λοιπόν ότι έχει ξεκινήσει ανασύνταξη δυνάμεων ώστε να μπορέσουν οι δανειστές να επανέλθουν από το φθινόπωρο για την τελική επίθεση της οποίας, όπως τουλάχιστον υποστηρίζεται, ο βασικός στόχος δεν είναι οικονομικός αλλά πολιτικός. Στο πλαίσιο αυτό αναμένεται ότι εν όψει του νέου γύρου διαπραγματεύσεων για το τρίτο Μνημόνιο θα πολλαπλασιαστούν οι πιέσεις και οι αξιώσεις για την εφαρμογή ισοπεδωτικών μέτρων προκειμένου (υπό το βάρος και των εσωκομματικών αντιδράσεων) να μην αντέξει και να καταρρεύσει η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα.
Για πολλούς η αντιπαράθεση αυτή έχει πάρει τη μορφή «βεντέτας» ακόμη και με ιδεολογικά χαρακτηριστικά δεδομένου ότι στην Ευρώπη κυριαρχούν οι κεντροδεξιές πολιτικές δυνάμεις ενώ στην Ελλάδα ασκεί πλέον την εξουσία μια αριστερή κυβέρνηση. Τη διάσταση αυτή φροντίζει να καλλιεργεί και ο ίδιος ο κ. Τσίπρας σε μια προσπάθεια εσωκομματικής συσπείρωσης, αλλά η πραγματικότητα δεν είναι ακριβώς αυτή. Το διευθυντήριο της ευρωζώνης σκέπτεται πιο κυνικά και θέλει να έχει ολοκληρώσει την ισοπέδωση του νότου πριν από τις ισπανικές εκλογές οι οποίες θα γίνουν έως τα τέλη του έτους. Φαίνεται μάλιστα ότι δεν αρκεί πια στον κ. Σόιμπλε και στους δορυφόρους του μια πλήρης συνθηκολόγηση του κ. Τσίπρα και απόλυτη ευθυγράμμιση του με τα κελεύσματα του Βερολίνου. Ο νέος στόχος είναι να προκύψει πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα ώστε να μην μείνει ούτε χαραμάδα ελπίδας στις άλλες χώρες ότι μπορεί να υπάρξει μετατροπή στον ευρύτερο συσχετισμό δυνάμεων της Ευρώπης και κατά συνέπεια αμφισβήτηση του οικονομικού μοντέλου που έχει επιβάλει η Γερμανία. Αυτός είναι και ένας βασικός λόγος που συνεχίζει να διατηρείται ακόμη και τώρα ενεργή η απειλή του grexit από τους Γερμανούς. Δεν θεωρείται άσχετο και το γεγονός ότι σε ευρωπαϊκούς -και ακολούθως σε εγχώριους- κύκλους έχουν αρχίσει να διακινούνται ψίθυροι σύμφωνα με τους οποίους αν υπάρξει αντικατάσταση της σημερινής κυβέρνησης από μια άλλη, τότε οι δανειστές είναι διατεθειμένοι να «χαλαρώσουν» την πίεση τους και να επιτρέψουν περισσότερες ανάσες στην ελληνική οικονομία και κοινωνία με ελάφρυνση ορισμένων από τα μέτρα που τώρα επιβάλουν.
Οι πληροφορίες αναφέρουν επίσης ότι ο κ. Τσίπρας βρέθηκε προ του ανάλογου διλήμματος, όσον αφορά το πρόσωπό του, κατά τη διάρκεια της ολονύκτιας σύγκρουσης έως το πρωινό της περασμένης Δευτέρας. Η αλλαγή πρωθυπουργού ήταν κάτι που μετά χαράς θα άκουγαν οι δανειστές που είχαν φθάσει στο σημείο να μην κρύβουν και δημοσίως τις προηγούμενες ημέρες την προτίμησή τους υπέρ μιας κυβέρνησης τεχνοκρατών. Παρά τα ονόματα που είχαν ακουστεί μάλιστα, ο επικρατέστερος για να τεθεί επικεφαλής σε μια τέτοια περίπτωση ήταν (με τις ευλογίες και της γερμανικής πλευράς) ο κ. Παναγιώτης Πικραμμένος ο οποίος διετέλεσε υπηρεσιακός πρωθυπουργός στο διάστημα μεταξύ των εκλογών του Μαίου και του Ιουνίου 2012. Όμως το τηλέφωνό του τελικά δεν χτύπησε. Ο κ. Τσίπρας προτίμησε να δεχτεί τους περισσότερους από τους όρους των δανειστών προκειμένου να διατηρήσει ως επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ την εξουσία. Για πολλούς από τους συντρόφους του, ακολούθησε το παράδειγμα του Λένιν που δέχτηκε μια ατιμωτική συνθήκη στο Μπρεστ Λιτοφσκ το 1918 με τους Γερμανούς προκειμένου να κρατήσει την εξουσία και να μπορέσει να οικοδομήσει στα μέτρα του το σοβιετικό κράτος. Η ειρωνεία είναι ότι αν και πιο ορθόδοξος κομμουνιστής ο Π. Λαφαζάνης αρνήθηκε στην προκειμένη περίπτωση το συμβιβασμό του αρχηγού του και λειτούργησε όπως τότε ο Τρόσκυ που στα πρώτα στάδια δεν δεχόταν να υπογράψει τη βαριά συνθήκη ειρήνης με τους νικητές ονειρευόμενος την «παγκόσμια επανάσταση της εργατικής τάξης».
Με δεδομένα όλα αυτά ο κ. Τσίπρας αντιμετωπίζει εκτός από το οικονομικό και το παιχνίδι της πολιτικής εξουσίας. Οι επιλογές που έχει πάνω στο τραπέζι του έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα είναι επί της ουσίας δύο.
Η μία είναι, εφόσον δεν υποστεί νέες διαρροές βουλευτών και περαιτέρω ακρωτηριασμό της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, να συνεχίσει την πορεία του -ύστερα και από τον ανασχηματισμό- επικεφαλής μιας κυβέρνησης μειοψηφίας η οποία στα κρίσιμα νομοθετήματα θα στηρίζεται κατόπιν συνεννόησης με τη ΝΔ, το Ποτάμι και το ΠΑΣΟΚ. Απαραίτητη προϋπόθεση για να συμβεί αυτό είναι να μην πέσει κάτω από τους 120 βουλευτές του άθροισμα της δύναμης ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, για να καλύπτεται η ελάχιστη συνταγματική πρόβλεψη σχετικά με την εμπιστοσύνη της Βουλής προς την κυβέρνηση. Ήδη πάντως από την ψηφοφορία της Τετάρτης η δύναμη αυτή έχει περιοριστεί οριακά στους 123 βουλευτές.
Από εκεί και πέρα, ρόλο θα παίξει και η στάση των τριών κομμάτων της αντιπολίτευσης που είναι λογικό να μην θέλουν σύντομα εκλογές και θα κάνουν ο,τι μπορούν για να μεταθέσουν αργότερα το χρόνο διενέργειάς τους. Ορισμένοι ήδη συζητούν για την άνοιξη του 2016. Βεβαίως αποτελεί ερώτημα το κατά πόσον, πέραν των άλλων οικονομικών και κοινωνικών παραμέτρων, θα μπορέσει να αντέξει μια τέτοια ιδιόμορφη κυβερνητική κατάσταση.
Η δεύτερη -και αυτή τη στιγμή ισχυρότερη- επιλογή είναι η διεξαγωγή εκλογών το φθινόπωρο προκειμένου να καθαρίσει, όσο γίνεται, το πολιτικό τοπίο και να διαμορφωθούν σε καινούργια βάση οι συμμαχίες της επόμενης ημέρας. Προς αυτή την κατεύθυνση προσανατολίζεται πλέον και ο κ. Τσίπρας όπως φάνηκε και από τη δήλωσή του σύμφωνα με την οποία «είμαι αναγκασμένος να συνεχίσω μέχρι και την ολοκλήρωση της συμφωνίας, με κυβέρνηση που θα στηρίζεται σε μειοψηφικό αριθμό βουλευτών σε σχέση με το συνολικό αριθμό των 300 αντιπροσώπων». Σε μια τέτοια περίπτωση, θα διεκδικήσει στις κάλπες την πρώτη θέση αλλά σίγουρα ο σχηματισμός της νέας κυβέρνησης θα αποτελέσει ένα πιο σύνθετο παζλ. Ταυτόχρονα περιορίζεται πάντως σημαντικά ο χρόνος που θα έχουν στη διάθεση τους ο Π. Λαφαζάνης, η Ζ. Κωνσταντοπούλου και οι υπόλοιποι διαφωνούντες βουλευτές για να οργανώσουν με αξιώσεις σοβαρής εκπροσώπησης την αυτόνομη κάθοδό τους στις κάλπες. Ούτως η αλλιώς βέβαια ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μπει σε τροχιά διάσπασης και για τον κ. Τσίπρα αυτό είναι μια ευκαιρία βίαιης μετάλλαξης του (τουλάχιστον για το τμήμα που θα συνεχίσει να τον ακολουθεί) σε ένα κόμμα της κεντροαριστεράς που θα εδραιωθεί στον άλλοτε εκλογικό και κοινωνικό χώρο του ΠΑΣΟΚ και θα μπορεί ευκολότερα να συνεργάζεται ακόμη και με τη ΝΔ, ή άλλα παράγωγα σχήματα της κεντροδεξιάς, για το σχηματισμό κυβερνήσεων συνεργασίας. Κυρίως όμως με τις εκλογές το φθινόπωρο και εφόσον τις κερδίσει, ο κ. Τσίπρας ελπίζει ότι θα πετύχει να παραμείνει στο πολιτικό παιχνίδι και να μην επιτευχθεί ο στόχος του ιερατείου των δανειστών για την «εξαφάνισή» του από τον χάρτη...
Ανδρέας Καψαμπέλης
Τι είναι οι Συριζαίοι?
ΑπάντησηΔιαγραφήΟι Αθλιότεροι Όλων!!!
Είναι αυτοί που βροντοφωνάξανε ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ…..χαϊδεύοντας τα αυτάκια εκείνων που ήθελαν να το ακούσουν….αλλά έχοντας στόχο όχι εκείνους που ήθελαν να το ακούσουν αλλά την τότε κυβέρνηση για να της δημιουργήσουν πρόβλημα…..
Είναι αυτοί που όταν ο ΣΔΟΕ στις Σπέτσες έπιασε κάποιους μαγαζάτορες να μην κόβουν αποδείξεις σήκωσαν την σημαία της επανάστασης εναντίων του Ελληνικού κράτους, βροντοφώναξαν το κράτος είναι στυγνός εκμεταλλευτής και καταπιεστής του λαού……
Είναι αυτοί που ενώ αυτή η δυστυχισμένη από το βιτριόλιασμα Κούνεβα βρισκόταν ακόμη στην εντατική του Ευαγγελισμού μεταξύ ζωής και θανάτου θέλανε να την κατεβάσουν υποψήφια τους στις τότε ευροεκλογές για να μαζέψουν ψήφους……
Στις επόμενες βέβαια την έκαναν και όταν την είδα προ ημερών στην συζήτηση στην Ευρωβουλή ένοιωσα να σφίγγετε η καρδιά μου, μια Βουλγάρα, παραμορφωμένη, να εκπροσωπεί την Ελλάδα στην Ευρωβουλή, όχι γιατί δεν επιτρέπετε αυτό, αλλά γιατί έγινε για να κερδίσουν εντυπώσεις και ψήφους, αλλά όταν είσαι αδίστακτος τα επιτρέπεις όλα στον εαυτό σου, ( στον Σύριζα )
Είναι αυτοί που για λόγους εντυπώσεων αλλά και συμβολισμού για το τι θα επακολουθούσε και το καλλιεργούσαν να επακολουθήσει με τους λαθρομετανάστες επί ημερών τους, ο αρχηγός τους Τσίπρας πήγε σε γιορτή στο Προεδρικό Μέγαρο όχι με την σύντροφο του αλλά με μια λαθρομετανάστρια……
Είναι αυτοί που δήλωσαν προεκλογικά, είτε έντιμος είσαι είτε λαμόγιο και χρωστάς σε εφορία, σε ασφαλιστικά ταμεία, ΦΠΑ και γενικώς οτιδήποτε στο Ελληνικό Δημόσιο ΜΗΝ ΠΛΗΡΩΝΗΣ ΓΙΑΤΙ ΟΤΑΝ ΓΙΝΟΥΜΕ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΘΑ ΣΟΥ ΧΑΡΙΣΟΥΜΕ ΤΟ 80/100 ΚΑΙ ΤΟ ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΣΕ 74 ΔΟΣΕΙΣ…
Τέτοια ατιμία εναντίων του Ελληνικού Δημοσίου δεν είχε ξαναγίνει ποτέ…..Έντιμοι και Άτιμοι στο ίδιο τσουβάλι…
Έτσι κατέρρευσαν τα έσοδα….
Είναι αυτοί που λέγανε θα σκίσουμε τα μνημόνια και επί ένα μήνα αφού έγιναν κυβέρνηση διαπραγματευόντουσαν για να μην λένε την τρόικα τρόικα αλλά θεσμοί……
Είναι αυτοί που πέντε μήνες διαπραγματευόντουσαν όχι για να κλείσουν συμφωνία αλλά για να την πάνε στα άκρα καθώς αντιλήφθηκαν εξ αρχής ότι είτε είσαι αριστερός της αριστερής τσέπης είτε είσαι Πασόκ είτε Ν.Δ. οι δανειστές έχουν την ίδια πολιτική, πηγαίνοντας την όμως στα άκρα πέτυχαν όπως φαίνεται εκ του αποτελέσματος την συμφωνία, την σκληρότατη συμφωνία, να την ψηφίζουν ΝΔ, Πασόκ, Ποτάμι για να ΜΕΙΝΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΥΡΟ, και ένα μεγάλο μέρος από αυτούς να το παίζουν αντιμνημονιακοί και να μην την ψηφίζουν….τέτοια ξεφτίλα,
Να μην ψηφίζουν την συμφωνία αλλά να στηρίζουν την κυβέρνηση που θα την εφαρμόσει, αυτό δεν είναι αμοραλισμός είναι κάτι χειρότερο, είναι πουτανιά… και στους ψηφοφόρους τους βέβαια θα λένε εμείς δεν ψηφίσαμε συμφωνία αλλά οι άλλοι…
Είναι αυτοί οι Αλήτες που κάνανε τον Χαίκάλη υπουργό Εργασίας για να πάρει την τετσινιά του χειρότερου εργασιακού- συνταξιοδοτικού νόμου που έγινε ποτέ στην Ευρώπη όπως είπε ο Μητρόπουλος στο MEGA CHANEL, 18/7/2015 καθώς οι Συριζαίοι δειλοί και τρομαγμένοι δεν ήθελαν πάνω τους αυτό το αίσχος!
Ούτε ένας τους ούτε μια τους δεν είχε τον ανδρισμό, το φιλότιμο, την εντιμότητα, το τσαγανό να πει, ναι, δικό μας έργο είναι ας το υπερασπιστούμε……αυτοί οι άθλιοι, οι άβουλοι, οι ανέντιμοι, οι κουτοπόνηροι, οι αλήτες, οι ψεύτες, οι κομπογιανίτες και ότι άλλο σκεφτεί κανείς…..θέλουν να είναι καθαροί….