Ανακοίνωση του Άρδην Από την αρχή τονίσαμε πως το δημοψήφισμα ήταν ψευδεπίγραφο και γι’ αυτό αρνηθήκαμε την εμπλοκή στη διαλεκτική του να...
Ανακοίνωση του Άρδην
Από την αρχή τονίσαμε πως το δημοψήφισμα ήταν ψευδεπίγραφο και γι’ αυτό αρνηθήκαμε την εμπλοκή στη διαλεκτική του ναι ή του όχι. Διότι, με τον τρόπο που είχε τεθεί το ερώτημα, προδίκαζε και το αποτέλεσμα. Δεν ήταν δυνατό οι Έλληνες, μετά από πέντε χρόνια καταστροφή, να συναινέσουν εύκολα στο «Ναι στις προτάσεις των δανειστών», όταν μάλιστα η Κυβέρνηση και όλος ο μηχανισμός της προπαγάνδας της επαναλάμβανε πως το δίλημμα δεν έχει καμία σχέση με το ερώτημα, ευρώ ή δραχμή, και πως ένα Όχι θα ενίσχυε απλώς τη διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας. Υπ’ αυτή την έννοια, ακόμα και το 39% που πήρε το Ναι μάλλον επιτυχία του ήταν, όταν μάλιστα συνυπολογίσουμε πως οι σπόνσορές του ήταν οι εξαιρετικά… δημοφιλείς, Σαμαράς, Βενιζέλος, Όλγα Τρέμη και… Μπάμπης Παπαδημητρίου. Γι’ αυτούς τους λόγους αντιταχθήκαμε σε αυτό το ψευδεπίγραφο δημοψήφισμα, εμείς και ελάχιστοι άλλοι, με πρώτο –προς τιμήν του, παρά τον ξύλινο λόγο του– το ΚΚΕ και κάποιες μικρές ακροαριστερές ομάδες, όπως το ΜΛΚΚΕ.
Και πράγματι, ένα ακαθόριστο αλλά σημαντικό ποσοστό Ελλήνων επέλεξε την αποχή. Βεβαίως, δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε για πόσους από αυτούς, που αντιπροσωπεύουν το 37,50% των εγγεγραμμένων, η αποχή εξέφραζε μια λιγότερο ή περισσότερο συνειδητή άρνηση του ψευδοδιλήμματος, πάντως η συνολική συμμετοχή έφτασε στο 62,50%. Αν υπολογίσουμε ότι ένα 12-15% των εγγεγραμμένων μάλλον έχει μετοικήσει εις τας αιωνίους μονάς, απουσιάζει εκτός Ελλάδας ή δεν μπορεί να μετακινηθεί, αλλά παραμένει στους εκλογικούς καταλόγους, μπορούμε να υπολογίσουμε το ποσοστό της πραγματικής αποχής σε πάνω από 20%, στο οποίο προφανώς συμπεριλαμβάνεται και ένα σημαντικό ποσοστό συνειδητής πολιτικής αποχής.
Ένα επίσης σημαντικό 5,8%, επέλεξε το λευκό ή το άκυρο, ενώ στις εκλογές κυμαίνεται πάντα γύρω στο 0,9% με 1%. Κατά συνέπεια, και εδώ έχουμε ένα σημαντικό ποσοστό, 5% τουλάχιστον, συνειδητής απόρριψης του διλήμματος.
Εν τέλει την απάντηση στο δίλημμα του δημοψηφίσματος επέλεξε το 56,70% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων, δηλαδή στην καλύτερη περίπτωση το 70-71% των ενεργών ψηφοφόρων. Δηλαδή το 43% περίπου των Ελλήνων ψήφισε Όχι και το 28% Ναι.
Εμείς, ως συλλογικό υποκείμενο, επιλέξαμε να μετρηθούμε με τους «λιγότερους» από τα τρία στρατόπεδα, τους οπαδούς του άκυρου-αποχής, διότι δεν θέλουμε να θεωρήσουμε το σύνολο της αποχής και των λευκών, επί των ενεργών ψηφοφόρων (που επίσης φθάνει το 29%), ως ενιαίο μπλοκ. Πάντως παραμένει σημαντικό το ποσοστό εκείνων που αρνήθηκαν κάθε επιλογή από τις δύο κυρίαρχες και προπαντός από το ίδιο αυτό το ψευδεπίγραφο δημοψήφισμα.
Τις επόμενες ημέρες γνωρίζουμε πως αυτή η επιλογή, των λιγότερων, θα επιβεβαιωθεί δυστυχώς πανηγυρικά, όπως πολλές φορές έχει συμβεί στην πρόσφατη ιστορία μας. Θα θυμίσουμε πως είχαμε αρνηθεί, τότε που μπορούσαμε να το κάνουμε, την ένταξη στην ευρωζώνη, είχαμε αρνηθεί τους καταστρεπτικούς Ολυμπιακούς Αγώνες, είχαμε αρνηθεί τη μηδενιστική «επανάσταση» του Δεκέμβρη του 2008. Και τότε μας έλεγαν πως το «αλάνθαστο κριτήριο» του λαού ήταν συντριπτικά εναντίον μας.
Αλλά ποτέ δεν διστάσαμε να βαδίσουμε ενάντια στο ρεύμα. Οι πιο παλιοί από μας είχαν αντιταχθεί στην άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, που εκμαύλισε τον ελληνικό λαό. Είχαμε αντιταχθεί στην απαρχή των δικοινοτικών συνομιλιών στην Κύπρο, είχαμε αντιταχθεί στην ελληνοτουρκική φιλία των Σημίτη-Θεοδωράκη, είχαμε αντιταχθεί στην παράδοση του Οτσαλάν, είχαμε αντιταχθεί στον Σημίτη, στην καταστρεπτική οικονομική πολιτική του Καραμανλή και στον ΓΑΠ, όπως αντιταχθήκαμε και στον Τσίπρα. Έχουμε μάθει να βαδίζουμε ενάντια στην «πλειοψηφία», που συχνά ακολουθεί άβουλη και αμήχανη την εξουσία. Έχουμε μάθει να αντιστεκόμαστε στις κυβερνήσεις που τα τελευταία χρόνια οδηγούν την Ελλάδα από το κακό στο χειρότερο. Και, αν δεν κάνουμε λάθος, κάποιοι όψιμοι «αντιστασιακοί», και αυτή τη φορά, τη φωνή της κυβέρνησης ακολούθησαν, χωρίς να ανησυχούν γιατί και πώς συνταυτίστηκαν με τη Χρυσή Αυγή και τοΤουρκικό Προξενείο στη Θράκη! Για μια ακόμα φορά, προσχώρησαν στη γιαλαντζί αντίσταση, την εύκολη, με το γκουβέρνο, παίρνοντας στον λαιμό τους και κάποιους αυθεντικά αντιστασιακούς συμπολίτες μας. Και την ταυτίζουν με τις δύσκολες, εκείνη που ήταν ενάντια στο σχέδιο Ανάν ή παλαιότερα ενάντια στην ιταλική εισβολή, το 40.
Αλλά το ξήλωμα έχει ήδη αρχίσει και μάλιστα από τον εμπνευστή του δημοψηφίσματος, τον Βαρουφάκη. Ελπίζουμε να μην ξηλωθεί εντελώς και η χώρα και θα κάνουμε ό,τι μπορούμε γι’ αυτό.
Κατ’ αρχάς θα θάψουμε το τομαχώκ του πολέμου. Διότι δεν μας ενδιαφέρει η δικαίωσή μας, η οποία είναι βέβαιη, αλλά δεν χρειάζεται να την προβάλλουμε, διότι μέλημά μας είναι η μικρότερη δυνατή ζημιά για τη χώρα. Γιατί η ζημιά έχει ήδη γίνει και θα πληρώσουμε όλοι, εκτός από τα λαμόγια, που με τα λεφτά τους στο εξωτερικό παίζουν με τις γλίσχρες καταθέσεις του κοσμάκη, ενώ το κύμα της φτωχοποίησης ούτως ή άλλως θα βαθύνει.
Εμείς θα είμαστε εδώ, ενάντια στα δύο στρατόπεδα της καταστροφής, στον ένα και μοναδικό δρόμο. Του πατριωτισμού, της παραγωγικής ανασυγκρότησης, της αναγέννησης του τόπου μας.
Περιοδικό Άρδην - Εφημερίδα Ρήξη
Από την αρχή τονίσαμε πως το δημοψήφισμα ήταν ψευδεπίγραφο και γι’ αυτό αρνηθήκαμε την εμπλοκή στη διαλεκτική του ναι ή του όχι. Διότι, με τον τρόπο που είχε τεθεί το ερώτημα, προδίκαζε και το αποτέλεσμα. Δεν ήταν δυνατό οι Έλληνες, μετά από πέντε χρόνια καταστροφή, να συναινέσουν εύκολα στο «Ναι στις προτάσεις των δανειστών», όταν μάλιστα η Κυβέρνηση και όλος ο μηχανισμός της προπαγάνδας της επαναλάμβανε πως το δίλημμα δεν έχει καμία σχέση με το ερώτημα, ευρώ ή δραχμή, και πως ένα Όχι θα ενίσχυε απλώς τη διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας. Υπ’ αυτή την έννοια, ακόμα και το 39% που πήρε το Ναι μάλλον επιτυχία του ήταν, όταν μάλιστα συνυπολογίσουμε πως οι σπόνσορές του ήταν οι εξαιρετικά… δημοφιλείς, Σαμαράς, Βενιζέλος, Όλγα Τρέμη και… Μπάμπης Παπαδημητρίου. Γι’ αυτούς τους λόγους αντιταχθήκαμε σε αυτό το ψευδεπίγραφο δημοψήφισμα, εμείς και ελάχιστοι άλλοι, με πρώτο –προς τιμήν του, παρά τον ξύλινο λόγο του– το ΚΚΕ και κάποιες μικρές ακροαριστερές ομάδες, όπως το ΜΛΚΚΕ.
Και πράγματι, ένα ακαθόριστο αλλά σημαντικό ποσοστό Ελλήνων επέλεξε την αποχή. Βεβαίως, δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε για πόσους από αυτούς, που αντιπροσωπεύουν το 37,50% των εγγεγραμμένων, η αποχή εξέφραζε μια λιγότερο ή περισσότερο συνειδητή άρνηση του ψευδοδιλήμματος, πάντως η συνολική συμμετοχή έφτασε στο 62,50%. Αν υπολογίσουμε ότι ένα 12-15% των εγγεγραμμένων μάλλον έχει μετοικήσει εις τας αιωνίους μονάς, απουσιάζει εκτός Ελλάδας ή δεν μπορεί να μετακινηθεί, αλλά παραμένει στους εκλογικούς καταλόγους, μπορούμε να υπολογίσουμε το ποσοστό της πραγματικής αποχής σε πάνω από 20%, στο οποίο προφανώς συμπεριλαμβάνεται και ένα σημαντικό ποσοστό συνειδητής πολιτικής αποχής.
Ένα επίσης σημαντικό 5,8%, επέλεξε το λευκό ή το άκυρο, ενώ στις εκλογές κυμαίνεται πάντα γύρω στο 0,9% με 1%. Κατά συνέπεια, και εδώ έχουμε ένα σημαντικό ποσοστό, 5% τουλάχιστον, συνειδητής απόρριψης του διλήμματος.
Εν τέλει την απάντηση στο δίλημμα του δημοψηφίσματος επέλεξε το 56,70% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων, δηλαδή στην καλύτερη περίπτωση το 70-71% των ενεργών ψηφοφόρων. Δηλαδή το 43% περίπου των Ελλήνων ψήφισε Όχι και το 28% Ναι.
Εμείς, ως συλλογικό υποκείμενο, επιλέξαμε να μετρηθούμε με τους «λιγότερους» από τα τρία στρατόπεδα, τους οπαδούς του άκυρου-αποχής, διότι δεν θέλουμε να θεωρήσουμε το σύνολο της αποχής και των λευκών, επί των ενεργών ψηφοφόρων (που επίσης φθάνει το 29%), ως ενιαίο μπλοκ. Πάντως παραμένει σημαντικό το ποσοστό εκείνων που αρνήθηκαν κάθε επιλογή από τις δύο κυρίαρχες και προπαντός από το ίδιο αυτό το ψευδεπίγραφο δημοψήφισμα.
Τις επόμενες ημέρες γνωρίζουμε πως αυτή η επιλογή, των λιγότερων, θα επιβεβαιωθεί δυστυχώς πανηγυρικά, όπως πολλές φορές έχει συμβεί στην πρόσφατη ιστορία μας. Θα θυμίσουμε πως είχαμε αρνηθεί, τότε που μπορούσαμε να το κάνουμε, την ένταξη στην ευρωζώνη, είχαμε αρνηθεί τους καταστρεπτικούς Ολυμπιακούς Αγώνες, είχαμε αρνηθεί τη μηδενιστική «επανάσταση» του Δεκέμβρη του 2008. Και τότε μας έλεγαν πως το «αλάνθαστο κριτήριο» του λαού ήταν συντριπτικά εναντίον μας.
Αλλά ποτέ δεν διστάσαμε να βαδίσουμε ενάντια στο ρεύμα. Οι πιο παλιοί από μας είχαν αντιταχθεί στην άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, που εκμαύλισε τον ελληνικό λαό. Είχαμε αντιταχθεί στην απαρχή των δικοινοτικών συνομιλιών στην Κύπρο, είχαμε αντιταχθεί στην ελληνοτουρκική φιλία των Σημίτη-Θεοδωράκη, είχαμε αντιταχθεί στην παράδοση του Οτσαλάν, είχαμε αντιταχθεί στον Σημίτη, στην καταστρεπτική οικονομική πολιτική του Καραμανλή και στον ΓΑΠ, όπως αντιταχθήκαμε και στον Τσίπρα. Έχουμε μάθει να βαδίζουμε ενάντια στην «πλειοψηφία», που συχνά ακολουθεί άβουλη και αμήχανη την εξουσία. Έχουμε μάθει να αντιστεκόμαστε στις κυβερνήσεις που τα τελευταία χρόνια οδηγούν την Ελλάδα από το κακό στο χειρότερο. Και, αν δεν κάνουμε λάθος, κάποιοι όψιμοι «αντιστασιακοί», και αυτή τη φορά, τη φωνή της κυβέρνησης ακολούθησαν, χωρίς να ανησυχούν γιατί και πώς συνταυτίστηκαν με τη Χρυσή Αυγή και τοΤουρκικό Προξενείο στη Θράκη! Για μια ακόμα φορά, προσχώρησαν στη γιαλαντζί αντίσταση, την εύκολη, με το γκουβέρνο, παίρνοντας στον λαιμό τους και κάποιους αυθεντικά αντιστασιακούς συμπολίτες μας. Και την ταυτίζουν με τις δύσκολες, εκείνη που ήταν ενάντια στο σχέδιο Ανάν ή παλαιότερα ενάντια στην ιταλική εισβολή, το 40.
Αλλά το ξήλωμα έχει ήδη αρχίσει και μάλιστα από τον εμπνευστή του δημοψηφίσματος, τον Βαρουφάκη. Ελπίζουμε να μην ξηλωθεί εντελώς και η χώρα και θα κάνουμε ό,τι μπορούμε γι’ αυτό.
Κατ’ αρχάς θα θάψουμε το τομαχώκ του πολέμου. Διότι δεν μας ενδιαφέρει η δικαίωσή μας, η οποία είναι βέβαιη, αλλά δεν χρειάζεται να την προβάλλουμε, διότι μέλημά μας είναι η μικρότερη δυνατή ζημιά για τη χώρα. Γιατί η ζημιά έχει ήδη γίνει και θα πληρώσουμε όλοι, εκτός από τα λαμόγια, που με τα λεφτά τους στο εξωτερικό παίζουν με τις γλίσχρες καταθέσεις του κοσμάκη, ενώ το κύμα της φτωχοποίησης ούτως ή άλλως θα βαθύνει.
Εμείς θα είμαστε εδώ, ενάντια στα δύο στρατόπεδα της καταστροφής, στον ένα και μοναδικό δρόμο. Του πατριωτισμού, της παραγωγικής ανασυγκρότησης, της αναγέννησης του τόπου μας.
Περιοδικό Άρδην - Εφημερίδα Ρήξη
Δεν υπάρχουν σχόλια
ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση