Κάμερες ασφαλείας φαίνεται πως «έπιασαν» τον βασικό ύποπτο για την άγρια δολοφονία του γνωστού συγγραφέα Μένη Κουμανταρέα στο σπίτι του, ...
Κάμερες ασφαλείας φαίνεται πως «έπιασαν» τον βασικό ύποπτο για την άγρια δολοφονία του γνωστού συγγραφέα Μένη Κουμανταρέα στο σπίτι του, στην Κυψέλη. Οι αστυνομικοί της Ασφάλειας προσπαθούν να αναγνωρίσουν και να εντοπίσουν τον άγνωστο άνδρα, ο οποίος απεικονίζεται σε βίντεο και πιθανότατα είναι αυτός που επιτέθηκε με μίσος στον 83χρονο πεζογράφο και τον στραγγάλισε (με γυμνά χέρια) πάνω στο κρεβάτι του. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Espresso», το οπτικό υλικό (εξετάζεται στα εργαστήρια της ΕΛ.ΑΣ. και προέρχεται από ιδιωτική κάμερα πολυκατοικίας) δείχνει τον ύποπτο να περπάτα κοντά στην πολυκατοικία της οδού Ζακύνθου, να κοιτά τριγύρω σαν κάτι να ψάχνει και τελικά να στέκεται σε συγκεκριμένο σημείο και να περιμένει. Οι κινήσεις του δείχνουν ότι πιθανώς είχε στήσει καρτέρι στον συγγραφέα.
Αυτό επιβεβαιώνεται και από αυτήκοους μάρτυρες, οι οποίοι κατέθεσαν στην Ασφάλεια πως άκουσαν λογομαχία και διαπληκτισμό στην είσοδο της πολυκατοικίας όπου διέμενε (στον τέταρτο όροφο) ο Μένης Κουμανταρέας. Οι γείτονες κατάλαβαν πως επρόκειτο για τον συγγραφέα, αλλά δεν έδωσαν σημασία, καθώς συχνά ακούγονταν φωνές και λογομαχίες με τους καλεσμένους του στο διαμέρισμα!
Το ξέσπασμα
Ομως ο τελευταίος «επισκέπτης» δεν ήταν κάποιος με τον οποίο ο 83χρονος είχε μια απλή διαφωνία, καθώς ξέσπασε με πάθος την οργή του, βάζοντας τέλος στη ζωή του συγγραφέα, όπως προκύπτει και από τα ευρήματα της νεκροτομής στη σορό του.
Οπως δήλωσε χαρακτηριστικά στην «Espresso» ο προϊστάμενος της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Νίκος Καρακούκης: «Η αιτία θανάτου του είναι ο στραγγαλισμός διά γυμνών χειρών. Παράλληλα διαπιστώσαμε πως φέρει μώλωπες και εκχυμώσεις, αλλά και εσωτερικά αιματώματα στην κοιλιακή χώρα από τα χτυπήματα που είχε δεχτεί από τον δράστη. Παρόμοιας φύσης χτυπήματα φέρει και στο κεφάλι αλλά και στο πρόσωπο».
Οι αστυνομικοί που πήραν το πόρισμα της ιατροδικαστικής εξέτασης συμφωνούν ότι ο «μηχανισμός» θανάτου που χρησιμοποίησε ο δολοφόνος ήταν ιδιαίτερα βίαιος και δείχνει ότι «έβγαλε» αρρωστημένο φονικό πάθος εναντίον του συγγραφέα, τον οποίο φαίνεται πως γνώριζε. Μάλιστα δεν μπορούσε να συγκρατήσει το μίσος του, καθώς του επιτέθηκε αμέσως αφότου άρχισαν να λογομαχούν στην είσοδο της πολυκατοικίας του, όπου βρέθηκαν τα γυαλιά του συγγραφέα.
«Σε εκείνη τη φάση πρέπει να δέχτηκε τα πρώτα χτυπήματα, καθώς του έπεσαν τα γυαλιά. Τα βρήκαμε στην είσοδο της πολυκατοικίας, και μάλιστα σπασμένα!», λέει στην «Espresso» αστυνομικός που έχει γνώση των ερευνών. Επειτα ο δράστης ανάγκασε τον συγγραφέα με τη βία να ανεβούν μαζί στο διαμέρισμά του, στον τέταρτο όροφο. Ισως και να είχε κλείσει το στόμα του με την παλάμη του μέχρι να μπουν στο εσωτερικό. Εκεί συνέχισε να χτυπά άγρια στο πρόσωπο και το σώμα τον Μένη Κουμανταρέα, αλλά το πάθος του δεν έσβησε. Φαίνεται πως είχε προαποφασίσει να του αφαιρέσει τη ζωή, γιατί στη συνέχεια τον έριξε στο κρεβάτι του και τον στραγγάλισε!
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, λίγο πριν από τη μοιραία συνάντησή του με τον δολοφόνο του ο γνωστός πεζογράφος είχε φύγει από κοντινή καφετέρια, όπου βρισκόταν με τον φίλο του, τον επίσης συγγραφέα Θάνο Φωσκαρίνη, για να πάρει τα χάπια του, καθώς έπασχε από ανίατη ασθένεια. Σκοπός του ήταν να επιστρέψει στον φίλο του, τον οποίο είχε ενημερώσει ότι δεν θα καθυστερήσει.
Ο Πολ
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο συγγραφέας είχε κανονίσει να μεταβεί στην πλατεία Βικτωρίας, όπου είχε ραντεβού με έναν γνωστό του αλλοδαπό, με το όνομα Πολ. Ο Πολ βρέθηκε από τους αστυνομικούς και έδωσε κατάθεση, χωρίς όμως να προκύψει κάτι σε βάρος του σε σχέση με την άγρια δολοφονία.
Πάντως, οι έρευνες για την εξιχνίαση του εγκλήματος στρέφονται στο φιλικό περιβάλλον του Μένη Κουμανταρέα και ήδη έχει γίνει άρση απορρήτου των τηλεφωνικών επικοινωνιών του. Η πρώτη διαπίστωση των αστυνομικών είναι ότι ο 83χρονος δεχόταν καθημερινά πολλά τηλεφωνήματα, ενώ στο κινητό του είχε αποθηκευμένους πολλούς τηλεφωνικούς αριθμούς φίλων του, Ελλήνων και αλλοδαπών.
Ραντεβού στη Βικτώρια
Την ώρα που οι έρευνες της Αστυνομίας βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη, προκειμένου να πέσει φως στο μυστήριο που εξακολουθεί να καλύπτει τα αίτια της άγριας δολοφονίας του γνωστού συγγραφέα, στη γειτονιά όπου ζούσε, στην Κυψέλη, περίοικοι αλλά και καταστηματάρχες που γνώριζαν τον Μένη Κουμανταρέα παρακολουθούν «παγωμένοι» τις εξελίξεις. Οι ίδιοι κάνουν λόγο για έναν κοινωνικό, διακριτικό άνθρωπο. Σύμφωνα με γείτονές του, παρά την ασθένεια που τον ταλαιπωρούσε, ο 83χρονος πεζογράφος δεν είχε κλειστεί στο σπίτι του, αλλά έβγαινε συχνά και συναναστρεφόταν με πολύ κόσμο.
«Ηταν πολύ κοινωνικό πρόσωπο, που πήγαινε συχνά για καφέ και φαγητό στα μαγαζιά της πλατείας. Πολλές φορές τον βλέπαμε να κάθεται και να συνομιλεί με φοιτητές και παρέες νεαρών, οι οποίοι έδειχναν μεγάλο ενδιαφέρον για τα βιβλία και το έργο του. Ο ίδιος έδειχνε να απολαμβάνει πολύ αυτές τις κουβέντες και τους υπέγραφε τα βιβλία. Αλλες φορές καθόταν μόνος, έπαιρνε έναν καφέ και διάβαζε την εφημερίδα του. Ολοι γνωρίζαμε ποιος ήταν, ξέραμε την τεράστια απήχηση που είχαν τα βιβλία του και μας έκανε εντύπωση που παρέμενε προσιτός, χωρίς ίχνος βεντετισμού, όπως κάθε απλός άνθρωπος. Ακούσαμε πως τη νύχτα της δολοφονίας είχε ραντεβού με κάποιον στην πλατεία Βικτωρίας» περιέγραψε χαρακτηριστικά στην «Espresso»κάτοικος της περιοχής που γνώριζε προσωπικά τον άτυχο συγγραφέα.
Μια ζωή στα άκρα ο συγγραφέας (και) με «νυχτερινές απερισκεψίες»
Οι φωνές του Μένη Κουμανταρέα δεν «κινητοποίησαν» τους ενοίκους της πολυκατοικίας στην οδό Ζακύνθου, καθώς συχνά τους αναστάτωνε με τις συζητήσεις και τις λογομαχίες που είχε με φίλους που δεχόταν στο διαμέρισμά του ή τη δυνατή μουσική.
Οπως -κατά πληροφορίες- περιέγραψαν στους αστυνομικούς, ο συγγραφέας ήταν κοινωνικός και τόσο «φασαριόζος» που κάποιες φορές αναγκάζονταν να χτυπούν τους σωλήνες του καλοριφέρ για να κάνει ησυχία! Και ο ίδιος ο πεζογράφος στο τελευταίο βιβλίο του, με τίτλο «Θησαυρός του χρόνου», το οποίο είχε αφιερώσει στη σύζυγό του Λιλή (έφυγε από τη ζωή το 2010) και στο εξώφυλλο είχε τη φιγούρα της, ο ανώνυμος αφηγητής - alter ego του περιγράφει μια θορυβώδη ζωή, στα άκρα, μέσα σε καφενεία αλλοδαπών και ύποπτα μπαρ, όπου πέφτει και θύμα ληστείας. Μάλιστα, φαίνεται να είναι «προφητικό» για το σκληρό τέλος του, καθώς ο αφηγητής εξομολογείται:
«Οσο κι αν μετανοώ για τις νυχτερινές απερισκεψίες μου και κόπτομαι ότι δεν πρόκειται να τις επαναλάβω, άλλο τόσο με τρώει η κούτρα μου και ξαναγυρίζω σ' αυτές».
Τα παθήματα
«Πράγματα μαθημένα κι απ' τα διαβάσματα, μα που μόνο όταν τα ζεις καταλαβαίνεις την αδήριτη όσο και μάταιη αναγκαιότητά τους... Τα παθήματα δεν γίνονται μαθήματα και οι εξομολογήσεις σε φίλους σπάνια φτουράνε, ενώ ένα γραπτό αργά ή γρήγορα σε κάποια χέρια θα φτάσει».
Μέσω του ήρωα, αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο μια έντονη διπλή ζωή: «Ομως ό,τι δημιουργικό έκανα, αν έκανα κάτι στη ζωή μου, είναι εξαιτίας αυτής της τραμπάλας. Πότε στα Ουράνια και πότε στα Τάρταρα. Πότε γράφω και παίζω μουσική καλύτερα; Μετά από ασωτίες, ντράβαλα και απιστίες. Λες και αυτά να είναι προϋποθέσεις για ανάταση ψυχής και δημιουργία. Κακούργα τέχνη!»
Ο ήρωας του βιβλίου προειδοποιεί ότι δεν είναι μόνο αυτός που δείχνει: «Υπάρχει μια σκιερή πλευρά στις σχέσεις μας. Ενας ίσκιος που αφήνει ανεξίτηλα το δακτυλικό αποτύπωμα στα έργα της ζωής μας και που το καλύτερο λαγωνικό της Αστυνομίας αδυνατεί να εξιχνιάσει.
»Είναι εγκλήματα που έχω διαπράξει, έργω ή διανοία, όπως λέει και η Εκκλησία, τα οποία οι πιο στενοί μου άνθρωποι αγνοούν...». Αναφέρεται και στις ομοφυλοφιλικές σχέσεις: «Ποτέ δεν είχα κρύψει τη σεξουαλικότητά μου παρεκτός από τους γονείς. Μου είναι αδιανόητο ότι υπάρχουν άντρες που μια ζωή κρύβουν από τη σύντροφό τους ότι πιθανώς να ποθούν έναν άλλον άντρα».
Θεοδόσης Π. Πάνου
Αυτό επιβεβαιώνεται και από αυτήκοους μάρτυρες, οι οποίοι κατέθεσαν στην Ασφάλεια πως άκουσαν λογομαχία και διαπληκτισμό στην είσοδο της πολυκατοικίας όπου διέμενε (στον τέταρτο όροφο) ο Μένης Κουμανταρέας. Οι γείτονες κατάλαβαν πως επρόκειτο για τον συγγραφέα, αλλά δεν έδωσαν σημασία, καθώς συχνά ακούγονταν φωνές και λογομαχίες με τους καλεσμένους του στο διαμέρισμα!
Το ξέσπασμα
Ομως ο τελευταίος «επισκέπτης» δεν ήταν κάποιος με τον οποίο ο 83χρονος είχε μια απλή διαφωνία, καθώς ξέσπασε με πάθος την οργή του, βάζοντας τέλος στη ζωή του συγγραφέα, όπως προκύπτει και από τα ευρήματα της νεκροτομής στη σορό του.
Οπως δήλωσε χαρακτηριστικά στην «Espresso» ο προϊστάμενος της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Νίκος Καρακούκης: «Η αιτία θανάτου του είναι ο στραγγαλισμός διά γυμνών χειρών. Παράλληλα διαπιστώσαμε πως φέρει μώλωπες και εκχυμώσεις, αλλά και εσωτερικά αιματώματα στην κοιλιακή χώρα από τα χτυπήματα που είχε δεχτεί από τον δράστη. Παρόμοιας φύσης χτυπήματα φέρει και στο κεφάλι αλλά και στο πρόσωπο».
Οι αστυνομικοί που πήραν το πόρισμα της ιατροδικαστικής εξέτασης συμφωνούν ότι ο «μηχανισμός» θανάτου που χρησιμοποίησε ο δολοφόνος ήταν ιδιαίτερα βίαιος και δείχνει ότι «έβγαλε» αρρωστημένο φονικό πάθος εναντίον του συγγραφέα, τον οποίο φαίνεται πως γνώριζε. Μάλιστα δεν μπορούσε να συγκρατήσει το μίσος του, καθώς του επιτέθηκε αμέσως αφότου άρχισαν να λογομαχούν στην είσοδο της πολυκατοικίας του, όπου βρέθηκαν τα γυαλιά του συγγραφέα.
«Σε εκείνη τη φάση πρέπει να δέχτηκε τα πρώτα χτυπήματα, καθώς του έπεσαν τα γυαλιά. Τα βρήκαμε στην είσοδο της πολυκατοικίας, και μάλιστα σπασμένα!», λέει στην «Espresso» αστυνομικός που έχει γνώση των ερευνών. Επειτα ο δράστης ανάγκασε τον συγγραφέα με τη βία να ανεβούν μαζί στο διαμέρισμά του, στον τέταρτο όροφο. Ισως και να είχε κλείσει το στόμα του με την παλάμη του μέχρι να μπουν στο εσωτερικό. Εκεί συνέχισε να χτυπά άγρια στο πρόσωπο και το σώμα τον Μένη Κουμανταρέα, αλλά το πάθος του δεν έσβησε. Φαίνεται πως είχε προαποφασίσει να του αφαιρέσει τη ζωή, γιατί στη συνέχεια τον έριξε στο κρεβάτι του και τον στραγγάλισε!
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, λίγο πριν από τη μοιραία συνάντησή του με τον δολοφόνο του ο γνωστός πεζογράφος είχε φύγει από κοντινή καφετέρια, όπου βρισκόταν με τον φίλο του, τον επίσης συγγραφέα Θάνο Φωσκαρίνη, για να πάρει τα χάπια του, καθώς έπασχε από ανίατη ασθένεια. Σκοπός του ήταν να επιστρέψει στον φίλο του, τον οποίο είχε ενημερώσει ότι δεν θα καθυστερήσει.
Ο Πολ
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο συγγραφέας είχε κανονίσει να μεταβεί στην πλατεία Βικτωρίας, όπου είχε ραντεβού με έναν γνωστό του αλλοδαπό, με το όνομα Πολ. Ο Πολ βρέθηκε από τους αστυνομικούς και έδωσε κατάθεση, χωρίς όμως να προκύψει κάτι σε βάρος του σε σχέση με την άγρια δολοφονία.
Πάντως, οι έρευνες για την εξιχνίαση του εγκλήματος στρέφονται στο φιλικό περιβάλλον του Μένη Κουμανταρέα και ήδη έχει γίνει άρση απορρήτου των τηλεφωνικών επικοινωνιών του. Η πρώτη διαπίστωση των αστυνομικών είναι ότι ο 83χρονος δεχόταν καθημερινά πολλά τηλεφωνήματα, ενώ στο κινητό του είχε αποθηκευμένους πολλούς τηλεφωνικούς αριθμούς φίλων του, Ελλήνων και αλλοδαπών.
Ραντεβού στη Βικτώρια
Την ώρα που οι έρευνες της Αστυνομίας βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη, προκειμένου να πέσει φως στο μυστήριο που εξακολουθεί να καλύπτει τα αίτια της άγριας δολοφονίας του γνωστού συγγραφέα, στη γειτονιά όπου ζούσε, στην Κυψέλη, περίοικοι αλλά και καταστηματάρχες που γνώριζαν τον Μένη Κουμανταρέα παρακολουθούν «παγωμένοι» τις εξελίξεις. Οι ίδιοι κάνουν λόγο για έναν κοινωνικό, διακριτικό άνθρωπο. Σύμφωνα με γείτονές του, παρά την ασθένεια που τον ταλαιπωρούσε, ο 83χρονος πεζογράφος δεν είχε κλειστεί στο σπίτι του, αλλά έβγαινε συχνά και συναναστρεφόταν με πολύ κόσμο.
«Ηταν πολύ κοινωνικό πρόσωπο, που πήγαινε συχνά για καφέ και φαγητό στα μαγαζιά της πλατείας. Πολλές φορές τον βλέπαμε να κάθεται και να συνομιλεί με φοιτητές και παρέες νεαρών, οι οποίοι έδειχναν μεγάλο ενδιαφέρον για τα βιβλία και το έργο του. Ο ίδιος έδειχνε να απολαμβάνει πολύ αυτές τις κουβέντες και τους υπέγραφε τα βιβλία. Αλλες φορές καθόταν μόνος, έπαιρνε έναν καφέ και διάβαζε την εφημερίδα του. Ολοι γνωρίζαμε ποιος ήταν, ξέραμε την τεράστια απήχηση που είχαν τα βιβλία του και μας έκανε εντύπωση που παρέμενε προσιτός, χωρίς ίχνος βεντετισμού, όπως κάθε απλός άνθρωπος. Ακούσαμε πως τη νύχτα της δολοφονίας είχε ραντεβού με κάποιον στην πλατεία Βικτωρίας» περιέγραψε χαρακτηριστικά στην «Espresso»κάτοικος της περιοχής που γνώριζε προσωπικά τον άτυχο συγγραφέα.
Μια ζωή στα άκρα ο συγγραφέας (και) με «νυχτερινές απερισκεψίες»
Οι φωνές του Μένη Κουμανταρέα δεν «κινητοποίησαν» τους ενοίκους της πολυκατοικίας στην οδό Ζακύνθου, καθώς συχνά τους αναστάτωνε με τις συζητήσεις και τις λογομαχίες που είχε με φίλους που δεχόταν στο διαμέρισμά του ή τη δυνατή μουσική.
Οπως -κατά πληροφορίες- περιέγραψαν στους αστυνομικούς, ο συγγραφέας ήταν κοινωνικός και τόσο «φασαριόζος» που κάποιες φορές αναγκάζονταν να χτυπούν τους σωλήνες του καλοριφέρ για να κάνει ησυχία! Και ο ίδιος ο πεζογράφος στο τελευταίο βιβλίο του, με τίτλο «Θησαυρός του χρόνου», το οποίο είχε αφιερώσει στη σύζυγό του Λιλή (έφυγε από τη ζωή το 2010) και στο εξώφυλλο είχε τη φιγούρα της, ο ανώνυμος αφηγητής - alter ego του περιγράφει μια θορυβώδη ζωή, στα άκρα, μέσα σε καφενεία αλλοδαπών και ύποπτα μπαρ, όπου πέφτει και θύμα ληστείας. Μάλιστα, φαίνεται να είναι «προφητικό» για το σκληρό τέλος του, καθώς ο αφηγητής εξομολογείται:
«Οσο κι αν μετανοώ για τις νυχτερινές απερισκεψίες μου και κόπτομαι ότι δεν πρόκειται να τις επαναλάβω, άλλο τόσο με τρώει η κούτρα μου και ξαναγυρίζω σ' αυτές».
Τα παθήματα
«Πράγματα μαθημένα κι απ' τα διαβάσματα, μα που μόνο όταν τα ζεις καταλαβαίνεις την αδήριτη όσο και μάταιη αναγκαιότητά τους... Τα παθήματα δεν γίνονται μαθήματα και οι εξομολογήσεις σε φίλους σπάνια φτουράνε, ενώ ένα γραπτό αργά ή γρήγορα σε κάποια χέρια θα φτάσει».
Μέσω του ήρωα, αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο μια έντονη διπλή ζωή: «Ομως ό,τι δημιουργικό έκανα, αν έκανα κάτι στη ζωή μου, είναι εξαιτίας αυτής της τραμπάλας. Πότε στα Ουράνια και πότε στα Τάρταρα. Πότε γράφω και παίζω μουσική καλύτερα; Μετά από ασωτίες, ντράβαλα και απιστίες. Λες και αυτά να είναι προϋποθέσεις για ανάταση ψυχής και δημιουργία. Κακούργα τέχνη!»
Ο ήρωας του βιβλίου προειδοποιεί ότι δεν είναι μόνο αυτός που δείχνει: «Υπάρχει μια σκιερή πλευρά στις σχέσεις μας. Ενας ίσκιος που αφήνει ανεξίτηλα το δακτυλικό αποτύπωμα στα έργα της ζωής μας και που το καλύτερο λαγωνικό της Αστυνομίας αδυνατεί να εξιχνιάσει.
»Είναι εγκλήματα που έχω διαπράξει, έργω ή διανοία, όπως λέει και η Εκκλησία, τα οποία οι πιο στενοί μου άνθρωποι αγνοούν...». Αναφέρεται και στις ομοφυλοφιλικές σχέσεις: «Ποτέ δεν είχα κρύψει τη σεξουαλικότητά μου παρεκτός από τους γονείς. Μου είναι αδιανόητο ότι υπάρχουν άντρες που μια ζωή κρύβουν από τη σύντροφό τους ότι πιθανώς να ποθούν έναν άλλον άντρα».
Θεοδόσης Π. Πάνου
και ο καβαφης ο καλος
ΑπάντησηΔιαγραφήπουστης ητανε κι αυτος
ολοι γαμιουνται