Η υπόσχεση ότι η κάθε γενιά θα είναι σε καλύτερη θέση από την προηγούμενη είναι ένα θεμελιώδες στοιχείο της σύγχρονης κοινωνίας... ...
Η υπόσχεση ότι η κάθε γενιά θα είναι σε καλύτερη θέση από την προηγούμενη είναι ένα θεμελιώδες στοιχείο της σύγχρονης κοινωνίας...
Σε γενικές γραμμές, οι περισσότερες προηγμένες οικονομίες έχουν εκπληρώσει αυτή την υπόσχεση, με το βιοτικό επίπεδο να ανεβαίνει κατά τις τελευταίες γενιές, παρά τις οπισθοδρομήσεις από τους πολέμους και τις οικονομικές κρίσεις.
Στον αναπτυσσόμενο κόσμο, η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων έχει αρχίσει να βιώνει συνεχή βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και δημιουργεί ταχέως παρόμοιες προσδοκίες ανάπτυξης. Θα γίνουν ωστόσο πραγματικότητα αυτές οι προσδοκίες πραγματικότητα για τις μελλοντικές γενιές, ιδίως στις προηγμένες οικονομίες; Αν και η πιθανή απάντηση είναι ναι, οι κίνδυνοι των αρνητικών εξελίξεων μοιάζουν υψηλότεροι από ό,τι πριν από μερικές δεκαετίες.
Μέχρι στιγμής στη σύγχρονη εποχή, κάθε πρόβλεψη που έλεγε ότι θα επιδεινωθεί η μοίρα της ανθρωπότητας, από τις προτάσεις του Τόμας Μάλθους μέχρι αυτές του Καρλ Μαρξ, κατέληξε να είναι θεαματικά λανθασμένη. Η τεχνολογική πρόοδος έχει κατευνάσει τα εμπόδια στην οικονομική ανάπτυξη. Η περιοδική πολιτική εξισορρόπηση -η οποία επιτυγχάνεται άλλοτε με ειρηνικούς τρόπους και άλλοτε όχι- έχει εξασφαλίσει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων έχουν επωφεληθεί, αν και κάποιοι περισσότερο από άλλους.
Ως αποτέλεσμα, οι ανησυχίες του Μάλθους σχετικά με τη μαζική λιμοκτονία έχουν αποτύχει να βγουν αληθινές σε οποιαδήποτε ειρηνική καπιταλιστική οικονομία. Και, παρά την ανησυχητική μείωση του μεριδίου του εισοδήματος της εργασίας κατά τις τελευταίες δεκαετίες, η μακροπρόθεσμη εικόνα εξακολουθεί να αψηφά την πρόβλεψη του Μαρξ ότι ο καπιταλισμός θα οδηγήσει σε εξαθλίωση των εργαζομένων. Το βιοτικό επίπεδο σε ολόκληρο τον κόσμο συνεχίζει να αυξάνεται.
Ωστόσο, οι αναπτυξιακές επιδόσεις του παρελθόντος δεν αποτελούν εγγύηση ότι θα μπορέσει σε γενικές γραμμές να διατηρηθεί μία παρόμοια τροχιά και κατά τον αιώνα που διανύουμε. Αφήνοντας στην άκρη τις δυνητικές γεωπολιτικές αναταράξεις, υπάρχουν ορισμένες τεράστιες προκλήσεις οι οποίες χρειάζεται να ξεπεραστούν, οι οποίες προέρχονται ως επί το πλείστον από την πολιτική υπο-απόδοση και δυσλειτουργία.
Το πρώτο σετ αποτελείται από προβλήματα τα οποία δρουν με αργή ταχύτητα και περιλαμβάνουν εξωτερικούς παράγοντες, όπως για παράδειγμα η υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Όταν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας είναι ασαφή, όπως στην περίπτωση του αέρα και του νερού, οι κυβερνήσεις αναγκάζονται να παρέμβουν για να παρέχουν την κατάλληλη ρύθμιση. Δε ζηλεύω τις μελλοντικές γενιές, οι οποίες θα χρειαστεί να αντιμετωπίσουν τις πιθανές επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη και της εξάντλησης του γλυκού νερού.
Το δεύτερο σετ προβλημάτων αφορά στην ανάγκη να διασφαλιστεί η αντίληψη ότι το οικονομικό σύστημα είναι θεμελιωδώς δίκαιο. Αυτό αποτελεί κλειδί για την πολιτική του βιωσιμότητα. Η αντίληψη αυτή δε μπορεί πλέον να θεωρείται δεδομένη, καθότι η αλληλεπίδραση της τεχνολογίας και της παγκοσμιοποίησης έχουν επιδεινώσει την ανισότητα των εισοδημάτων και του πλούτου στο εσωτερικό των χωρών, ακόμη και ενώ τα κενά μεταξύ των χωρών έχουν μειωθεί.
Μέχρι τώρα, οι κοινωνίες μας έχουν αποδειχθεί εξαιρετικά ικανές στο να προσαρμόζονται στις αποδιοργανωτικές τεχνολογίες. Αλλά, ο ρυθμός της αλλαγής κατά τις τελευταίες δεκαετίες έχει προκαλέσει τεράστιες πιέσεις, οι οποίες αντανακλώνται στις τεράστιες εισοδηματικές ανισότητες στο εσωτερικό των χωρών, όπου παρατηρούνται διαφορές-ρεκόρ μεταξύ των πλουσιότερων και των υπολοίπων. Η ανισότητα μπορεί να καταστρέψει και να παραλύσει το πολιτικό σύστημα μίας χώρας και –μαζί με αυτό- την οικονομική της ανάπτυξη.
Το τρίτο πρόβλημα είναι η γήρανση των πληθυσμών, ένα ζήτημα που θα θέσει δύσκολες προκλήσεις ακόμη για τα πιο καλοσχεδιασμένα πολιτικά συστήματα. Πώς θα μπορέσουν να διατεθούν πόροι για την φροντίδα των ηλικιωμένων, ειδικά σε αργά αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπου τα υπάρχοντα δημόσια, συνταξιοδοτικά συστήματα και προγράμματα είναι προφανώς μη βιώσιμα; Η ραγδαία αύξηση του δημόσιου χρέους είναι σίγουρο ότι θα επιδεινώσει το πρόβλημα, καθότι θα ζητηθεί από τις μελλοντικές γενιές να εξυπηρετήσουν το χρέος μας και να πληρώσουν για τις συνταξιοδοτήσεις μας.
Η τελική πρόκληση αφορά ένα ευρύ φάσμα προβλημάτων τα οποία απαιτούν ρύθμιση των ταχέως εξελισσόμενων τεχνολογιών από κυβερνήσεις οι οποίες δεν έχουν κατ’ ανάγκη την αρμοδιότητα ή τους πόρους να το πράξουν αποτελεσματικά. Έχουμε ήδη δει που μπορεί να οδηγήσει η κακή ρύθμιση των ταχέως αναπτυσσόμενων χρηματοπιστωτικών αγορών. Υπάρχουν παράλληλες ελλείψεις σε πολλές άλλες αγορές.
Ένα ξεκάθαρο παράδειγμα είναι η προμήθεια τροφίμων –ένας τομέας όπου η τεχνολογία παράγει ολοένα και περισσότερο επεξεργασμένα και γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα, τα οποία οι επιστήμονες μόλις αρχίζουν να αξιολογούν. Αυτό που είναι γνωστό μέχρι στιγμής είναι ότι η παιδική παχυσαρκία έχει γίνει επιδημία σε πολλές χώρες, με μία ανησυχητική αύξηση στα ποσοστά του διαβήτη τύπου 2 και της στεφανιαίας νόσου, η οποία συνεπάγεται σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στο προσδόκιμο ζωής στις μελλοντικές γενιές.
Πολλοί κορυφαίοι ερευνητές της υγείας, όπως ο Kelly Brownell, ο David Ludwig, και ο Walter Willett, έχουν καταγράψει αυτά τα προβλήματα. Οι κυβερνητικές παρεμβάσεις μέχρι σήμερα, κυρίως με τη μορφή της ενισχυμένης εκπαίδευσης, έχουν αποδειχθεί σε μεγάλο βαθμό αναποτελεσματικές. Ο αυτοκαταστροφικός εθισμός στα μεταποιημένα τρόφιμα, τον οποίο οι οικονομολόγοι θα περιέγραφαν ως «εσωτερικό πρόβλημα», μπορεί να μειώσει την ποιότητα ζωής εκείνων που έχουν πληγεί και μπορεί τελικά να οδηγήσει σε εξωτερικά προβλήματα για την κοινωνία, όπως αυξημένο κόστος υγειονομικής περίθαλψης. Και πάλι, παρά την αυξανόμενη ανησυχία των ερευνητών οι οποίοι κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, οι πολιτικές αγορές φαίνεται να έχουν παγώσει.
Όλα αυτά τα προβλήματα έχουν λύσεις, τουλάχιστον σε βραχυπρόθεσμη έως μεσοπρόθεσμη βάση. Ένας παγκόσμιος φόρος διοξειδίου του άνθρακα θα μπορούσε να μετριάσει τους κινδύνους του κλίματος, περιορίζοντας παράλληλα τα βάρη του δημόσιου χρέους. Η αντιμετώπιση της ανισότητας απαιτεί πολύ μεγαλύτερη αναδιανομή μέσω των εθνικών φορολογικών συστημάτων, σε συνδυασμό με βελτιωμένα προγράμματα για την εκπαίδευση ενηλίκων, κάνοντας προφανώς βαριά χρήση των νέων τεχνολογιών. Οι αρνητικές επιπτώσεις της μείωσης της αύξησης του πληθυσμού μπορούν να μετριαστούν με τη χαλάρωση των περιορισμών στη διεθνή μετανάστευση, και ενθαρρύνοντας περισσότερες γυναίκες και συνταξιούχους να εισέλθουν ή να παραμείνουν στο εργατικό δυναμικό. Αλλά, πόσο καιρό θα χρειαστούν οι κυβερνήσεις μέχρι να ενεργήσουν παραμένει το μεγάλο ερώτημα.
Οι καπιταλιστικές οικονομίες έχουν υπάρξει θεαματικά αποτελεσματικές στη διευκόλυνση της αυξανόμενης κατανάλωσης ιδιωτικών αγαθών, τουλάχιστον μακροπρόθεσμα. Όταν πρόκειται για δημόσια αγαθά –όπως η εκπαίδευση, το περιβάλλον, η υγειονομική περίθαλψη και οι ίσες ευκαιρίες- το ρεκόρ δεν είναι το ίδιο εντυπωσιακό, και τα πολιτικά εμπόδια για τη βελτίωση φαίνεται να αυξάνονται καθώς ωριμάζουν οι καπιταλιστικές οικονομίες.
Θα συνεχίσει η κάθε μελλοντική γενιά να απολαμβάνει καλύτερη ποιότητα ζωής από την αμέσως προηγούμενη; Στις αναπτυσσόμενες χώρες που δεν έχουν φτάσει ακόμη τις ανεπτυγμένες σε τεχνολογικό επίπεδο, η απάντηση είναι σίγουρα ναι. Στις προηγμένες οικονομίες, ωστόσο, ενώ η απάντηση μπορεί να εξακολουθεί να είναι ναι, οι προκλήσεις γίνονται όλο και μεγαλύτερες.
sofokleous10.gr
Σε γενικές γραμμές, οι περισσότερες προηγμένες οικονομίες έχουν εκπληρώσει αυτή την υπόσχεση, με το βιοτικό επίπεδο να ανεβαίνει κατά τις τελευταίες γενιές, παρά τις οπισθοδρομήσεις από τους πολέμους και τις οικονομικές κρίσεις.
Στον αναπτυσσόμενο κόσμο, η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων έχει αρχίσει να βιώνει συνεχή βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και δημιουργεί ταχέως παρόμοιες προσδοκίες ανάπτυξης. Θα γίνουν ωστόσο πραγματικότητα αυτές οι προσδοκίες πραγματικότητα για τις μελλοντικές γενιές, ιδίως στις προηγμένες οικονομίες; Αν και η πιθανή απάντηση είναι ναι, οι κίνδυνοι των αρνητικών εξελίξεων μοιάζουν υψηλότεροι από ό,τι πριν από μερικές δεκαετίες.
Μέχρι στιγμής στη σύγχρονη εποχή, κάθε πρόβλεψη που έλεγε ότι θα επιδεινωθεί η μοίρα της ανθρωπότητας, από τις προτάσεις του Τόμας Μάλθους μέχρι αυτές του Καρλ Μαρξ, κατέληξε να είναι θεαματικά λανθασμένη. Η τεχνολογική πρόοδος έχει κατευνάσει τα εμπόδια στην οικονομική ανάπτυξη. Η περιοδική πολιτική εξισορρόπηση -η οποία επιτυγχάνεται άλλοτε με ειρηνικούς τρόπους και άλλοτε όχι- έχει εξασφαλίσει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων έχουν επωφεληθεί, αν και κάποιοι περισσότερο από άλλους.
Ως αποτέλεσμα, οι ανησυχίες του Μάλθους σχετικά με τη μαζική λιμοκτονία έχουν αποτύχει να βγουν αληθινές σε οποιαδήποτε ειρηνική καπιταλιστική οικονομία. Και, παρά την ανησυχητική μείωση του μεριδίου του εισοδήματος της εργασίας κατά τις τελευταίες δεκαετίες, η μακροπρόθεσμη εικόνα εξακολουθεί να αψηφά την πρόβλεψη του Μαρξ ότι ο καπιταλισμός θα οδηγήσει σε εξαθλίωση των εργαζομένων. Το βιοτικό επίπεδο σε ολόκληρο τον κόσμο συνεχίζει να αυξάνεται.
Ωστόσο, οι αναπτυξιακές επιδόσεις του παρελθόντος δεν αποτελούν εγγύηση ότι θα μπορέσει σε γενικές γραμμές να διατηρηθεί μία παρόμοια τροχιά και κατά τον αιώνα που διανύουμε. Αφήνοντας στην άκρη τις δυνητικές γεωπολιτικές αναταράξεις, υπάρχουν ορισμένες τεράστιες προκλήσεις οι οποίες χρειάζεται να ξεπεραστούν, οι οποίες προέρχονται ως επί το πλείστον από την πολιτική υπο-απόδοση και δυσλειτουργία.
Το πρώτο σετ αποτελείται από προβλήματα τα οποία δρουν με αργή ταχύτητα και περιλαμβάνουν εξωτερικούς παράγοντες, όπως για παράδειγμα η υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Όταν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας είναι ασαφή, όπως στην περίπτωση του αέρα και του νερού, οι κυβερνήσεις αναγκάζονται να παρέμβουν για να παρέχουν την κατάλληλη ρύθμιση. Δε ζηλεύω τις μελλοντικές γενιές, οι οποίες θα χρειαστεί να αντιμετωπίσουν τις πιθανές επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη και της εξάντλησης του γλυκού νερού.
Το δεύτερο σετ προβλημάτων αφορά στην ανάγκη να διασφαλιστεί η αντίληψη ότι το οικονομικό σύστημα είναι θεμελιωδώς δίκαιο. Αυτό αποτελεί κλειδί για την πολιτική του βιωσιμότητα. Η αντίληψη αυτή δε μπορεί πλέον να θεωρείται δεδομένη, καθότι η αλληλεπίδραση της τεχνολογίας και της παγκοσμιοποίησης έχουν επιδεινώσει την ανισότητα των εισοδημάτων και του πλούτου στο εσωτερικό των χωρών, ακόμη και ενώ τα κενά μεταξύ των χωρών έχουν μειωθεί.
Μέχρι τώρα, οι κοινωνίες μας έχουν αποδειχθεί εξαιρετικά ικανές στο να προσαρμόζονται στις αποδιοργανωτικές τεχνολογίες. Αλλά, ο ρυθμός της αλλαγής κατά τις τελευταίες δεκαετίες έχει προκαλέσει τεράστιες πιέσεις, οι οποίες αντανακλώνται στις τεράστιες εισοδηματικές ανισότητες στο εσωτερικό των χωρών, όπου παρατηρούνται διαφορές-ρεκόρ μεταξύ των πλουσιότερων και των υπολοίπων. Η ανισότητα μπορεί να καταστρέψει και να παραλύσει το πολιτικό σύστημα μίας χώρας και –μαζί με αυτό- την οικονομική της ανάπτυξη.
Το τρίτο πρόβλημα είναι η γήρανση των πληθυσμών, ένα ζήτημα που θα θέσει δύσκολες προκλήσεις ακόμη για τα πιο καλοσχεδιασμένα πολιτικά συστήματα. Πώς θα μπορέσουν να διατεθούν πόροι για την φροντίδα των ηλικιωμένων, ειδικά σε αργά αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπου τα υπάρχοντα δημόσια, συνταξιοδοτικά συστήματα και προγράμματα είναι προφανώς μη βιώσιμα; Η ραγδαία αύξηση του δημόσιου χρέους είναι σίγουρο ότι θα επιδεινώσει το πρόβλημα, καθότι θα ζητηθεί από τις μελλοντικές γενιές να εξυπηρετήσουν το χρέος μας και να πληρώσουν για τις συνταξιοδοτήσεις μας.
Η τελική πρόκληση αφορά ένα ευρύ φάσμα προβλημάτων τα οποία απαιτούν ρύθμιση των ταχέως εξελισσόμενων τεχνολογιών από κυβερνήσεις οι οποίες δεν έχουν κατ’ ανάγκη την αρμοδιότητα ή τους πόρους να το πράξουν αποτελεσματικά. Έχουμε ήδη δει που μπορεί να οδηγήσει η κακή ρύθμιση των ταχέως αναπτυσσόμενων χρηματοπιστωτικών αγορών. Υπάρχουν παράλληλες ελλείψεις σε πολλές άλλες αγορές.
Ένα ξεκάθαρο παράδειγμα είναι η προμήθεια τροφίμων –ένας τομέας όπου η τεχνολογία παράγει ολοένα και περισσότερο επεξεργασμένα και γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα, τα οποία οι επιστήμονες μόλις αρχίζουν να αξιολογούν. Αυτό που είναι γνωστό μέχρι στιγμής είναι ότι η παιδική παχυσαρκία έχει γίνει επιδημία σε πολλές χώρες, με μία ανησυχητική αύξηση στα ποσοστά του διαβήτη τύπου 2 και της στεφανιαίας νόσου, η οποία συνεπάγεται σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στο προσδόκιμο ζωής στις μελλοντικές γενιές.
Πολλοί κορυφαίοι ερευνητές της υγείας, όπως ο Kelly Brownell, ο David Ludwig, και ο Walter Willett, έχουν καταγράψει αυτά τα προβλήματα. Οι κυβερνητικές παρεμβάσεις μέχρι σήμερα, κυρίως με τη μορφή της ενισχυμένης εκπαίδευσης, έχουν αποδειχθεί σε μεγάλο βαθμό αναποτελεσματικές. Ο αυτοκαταστροφικός εθισμός στα μεταποιημένα τρόφιμα, τον οποίο οι οικονομολόγοι θα περιέγραφαν ως «εσωτερικό πρόβλημα», μπορεί να μειώσει την ποιότητα ζωής εκείνων που έχουν πληγεί και μπορεί τελικά να οδηγήσει σε εξωτερικά προβλήματα για την κοινωνία, όπως αυξημένο κόστος υγειονομικής περίθαλψης. Και πάλι, παρά την αυξανόμενη ανησυχία των ερευνητών οι οποίοι κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, οι πολιτικές αγορές φαίνεται να έχουν παγώσει.
Όλα αυτά τα προβλήματα έχουν λύσεις, τουλάχιστον σε βραχυπρόθεσμη έως μεσοπρόθεσμη βάση. Ένας παγκόσμιος φόρος διοξειδίου του άνθρακα θα μπορούσε να μετριάσει τους κινδύνους του κλίματος, περιορίζοντας παράλληλα τα βάρη του δημόσιου χρέους. Η αντιμετώπιση της ανισότητας απαιτεί πολύ μεγαλύτερη αναδιανομή μέσω των εθνικών φορολογικών συστημάτων, σε συνδυασμό με βελτιωμένα προγράμματα για την εκπαίδευση ενηλίκων, κάνοντας προφανώς βαριά χρήση των νέων τεχνολογιών. Οι αρνητικές επιπτώσεις της μείωσης της αύξησης του πληθυσμού μπορούν να μετριαστούν με τη χαλάρωση των περιορισμών στη διεθνή μετανάστευση, και ενθαρρύνοντας περισσότερες γυναίκες και συνταξιούχους να εισέλθουν ή να παραμείνουν στο εργατικό δυναμικό. Αλλά, πόσο καιρό θα χρειαστούν οι κυβερνήσεις μέχρι να ενεργήσουν παραμένει το μεγάλο ερώτημα.
Οι καπιταλιστικές οικονομίες έχουν υπάρξει θεαματικά αποτελεσματικές στη διευκόλυνση της αυξανόμενης κατανάλωσης ιδιωτικών αγαθών, τουλάχιστον μακροπρόθεσμα. Όταν πρόκειται για δημόσια αγαθά –όπως η εκπαίδευση, το περιβάλλον, η υγειονομική περίθαλψη και οι ίσες ευκαιρίες- το ρεκόρ δεν είναι το ίδιο εντυπωσιακό, και τα πολιτικά εμπόδια για τη βελτίωση φαίνεται να αυξάνονται καθώς ωριμάζουν οι καπιταλιστικές οικονομίες.
Θα συνεχίσει η κάθε μελλοντική γενιά να απολαμβάνει καλύτερη ποιότητα ζωής από την αμέσως προηγούμενη; Στις αναπτυσσόμενες χώρες που δεν έχουν φτάσει ακόμη τις ανεπτυγμένες σε τεχνολογικό επίπεδο, η απάντηση είναι σίγουρα ναι. Στις προηγμένες οικονομίες, ωστόσο, ενώ η απάντηση μπορεί να εξακολουθεί να είναι ναι, οι προκλήσεις γίνονται όλο και μεγαλύτερες.
sofokleous10.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια
ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση