Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου. Από πού ξεκίνησε η κρίση στην Ελλάδα, πώς και γιατί; Πάει, αυτό το ερώτημα ξέφυγε από την πολιτική, τον ...
Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου.
Από πού ξεκίνησε η κρίση στην Ελλάδα, πώς και γιατί; Πάει, αυτό το ερώτημα ξέφυγε από την πολιτική, τον ειδικό επιστήμονα, τον πολιτικό! Ξέφυγε από το γνωστικό σύμπαν του πολίτη της καθημερινής ζωής και μεταφέρθηκε στον ιστορικό ή στον θεωρητικό κάποιας αφηρημένης αλήθειας.
Χάσαμε το ερώτημα που μας καθιστά πρόβλημα, αναγνώστη μου. Μας ξέφυγε πάλι η ιστορία. Γλίστρησε η άτιμη κάτω από τα πόδια μας, ή μήπως για άλλη μια φορά κλοτσήσαμε την ιστορία; Μα η ιστορία τέλειωσε, μα η ιστορία μας τέλειωσε, μα στόχος δεν ήταν να τελειώνουμε με την ταλαιπωρία του ενδιάμεσου χρόνου; Ας ολοκληρωθεί η ιστορία για να ολοκληρωθεί ο άνθρωπος πέρα από τις συντεταγμένες κοινωνικές συγκρούσεις, μας είπαν οι ανυπόμονοι. Χάνουμε ενέργεια, κεφάλαιο και σπαταλούμε πολύτιμη εργατική δύναμη μέσα σε αυτή την παλιοϊστορία της μπουρζουαζίας ή του εργατικού κινήματος.
Να τελειώνουμε λοιπόν, η ιστορία είναι χασομέρι και σπατάλη. Περνάμε αμέσως στον πραγματισμό. Στην αλληλεπίδραση των αντικειμένων που αποτελούν φορείς εξουσίας, μέσα σε ένα αντικειμενικό πλαίσιο δράσης που υπαγορεύεται από την καθημερινή εξέλιξη αυτής της ίδιας της αλληλεπίδρασης. Μην μου πεις πως έχει έννοια το υποκείμενο εντός αυτού; Αφού η δομή ουδετεροποιείται, τα υποκείμενα εντός αυτής ρευστοποιούνται και οι σχέσεις αντικειμενοποιούνται… έτσι η ιστορία παύει να έχει έννοια. Μπορεί να αναπαυτεί δια παντός στην συλλογική μνήμη ιδιαίτερων ομάδων του πληθυσμού ή να μεταφερθεί στο λημέρι του ιστορικού! Η συλλογική μνήμη δεν είναι ιστορία, είναι πολιτικοποίηση της ιστορίας, άρα μικρή ή μεγάλη διαστροφή της. Το λημέρι του ιστορικού δεν είναι βασίλειο της διανόησης, είναι εργαστήριο παραγωγής υποκειμένων, εργαστήριο συνείδησης του μη-συνειδητοποιημένου από το αντικείμενο- άνθρωπος. Έτσι θα έπρεπε τουλάχιστον να είναι, αν ο ιστορικός είχε περάσει από την ψυχανάλυση της πολιτικής του υπόστασης και υποβάλει σε γνωστική θεραπεία τον δογματισμό που κυβερνά την μεθοδολογία του.
Ένας τέτοιος ιστορικός ίσως σου επέστρεφε το ερώτημα που άρον-άρον του «ανέθεσες». Το ερώτημα αυτό δεν είναι για τον ιστορικό… δεν είναι ακόμη, είναι για τον έλληνα πολίτη, για τον έλληνα πολιτικό, για κάθε άνθρωπο στον κόσμο που μάχεται να δομήσει υποκειμενικότητα έξω από το μάρκετινγκ και την αγορά, έξω από τον χώρο των αντικειμένων, του βασιλείου της ανταλλακτικής αξίας, της αυτοκρατορίας των παραισθήσεων. Έξω από τον χώρο που τον ορίζει, που μας ορίζει ως ρεαλιστική επιλογή και πιθανότητα. Μέσα στον χωρόχρονο όπου τα απίθανα δίνουν λύση/απάντηση στα παράδοξα των ρεαλιστικών πλαισίων δράσης, που δομούν οι ίδιοι εκείνοι που σε λογαριάζουν ως αντικείμενο. Αν μπορούσαμε να γίνουμε υποκείμενα, τότε δεν θα αφήναμε αυτό το ερώτημα σε ξένα χέρια! Αν μπορούσαμε να νιώσουμε για μια στιγμή ολοκληρωμένα άτομα, θα είχαμε κάνει το θαύμα. Θα είχαμε δηλαδή, δομήσει κίνημα. Θα απαντούσαμε εμείς, αυθεντικά, στο ερώτημα αντί να σπεκουλάρουμε πάνω σε αυτό και να το σπρώχνουμε στο χώρο των αντικειμένων στο μέλλον ή στο παρελθόν – το ίδιο κάνει.
Θυμάστε κάποτε που μίλησα για την ανάγκη ανάκτησης του παρόντος; Αυτό εννοούσα! Δεν θα μπορέσεις να αποκτήσεις συνείδηση της κατάστασης (σου) ως αντικείμενο και προϊόν της κρίσης, αν δεν απαντήσεις ο ίδιος στο ερώτημα που προβληματοποιεί την ύπαρξη σου σήμερα. Αν το απαντήσεις ως υποκείμενο και όχι ως αντικείμενο αποκομμένο από τα άλλα αντικείμενα (έλληνες πολίτες) ή ως ένα αντικείμενο κάποιου σωρού που συστήνει ομάδες συμφερόντων, κόμματα, συντεχνίες και άλλες μαζικές μικρο-ηγεμονίες, τότε θα νοιώσεις υπεύθυνος. Θα έχεις κάνει βουτιά στο υποσυνείδητό σου και θα έχεις πάρει μυρωδιά την πολιτική διαστροφή που το κυριεύει. Τότε θα έχεις κάνει το πρώτο βήμα δόμησης γνήσιας κοινωνικής και όχι εμπορικής ή φονταμενταλιστικής συνείδησης. Θα είχες ξυπνήσει από τον λήθαργο, που δομεί την ακινησία, την φοβία, την αδράνεια, την εθελοδουλία ή την υπερβατική άρνηση του Εαυτού ως στοιχείο της πραγματικότητας – ως πράγμα με ανύπαρκτη μάλιστα αξία χρήσης στον βαθμό που δεν αναγνωρίζεται η ανταλλακτική αξία χρήσης σου!
Μα, αυτή είναι και η κομπίνα, ή αν προτιμάς, η παγίδα μέσα στην οποία έχεις πέσει. Το καθεστώς στην Ελλάδα με την ιδεολογικοπολιτική ενίσχυση της τρόικας επιχειρεί με μία ταχύτατη διαδικασία «σοκ και δέους» να εμφανίσει αφάνταστα μειωμένη την ανταλλακτική σου αξία, έλληνα πολίτη. Επειδή, όμως, εσύ δεν ορίζεις τον εαυτό σου ως υποκείμενο αλλά ως αντικείμενο μέσα στην αγορά, αντί να αισθανθείς ότι τούτο ενδυναμώνει την αξία χρήσης σου, την αξία σου για τον εαυτό σου, πράγμα που θα σε οδηγούσε να αναγνωρίσεις και την ουσιαστική αξία του δίπλα σου στο πλαίσιο ενός κοινού αγώνα για την ανατροπή ενός καθεστώτος που σε εκμηδενίζει παραγωγικά, θεωρείς απλώς ότι δεν αξίζεις πλέον τίποτα. Και κυρίως ότι δεν αξίζεις τίποτα για τον εαυτό σου και τους οικείους σου. Όπως άλλωστε θεωρείς ότι δεν αξίζουν και οι άλλοι για σένα. Από το σημείο αυτό εισέρχεσαι στην περιοχή της παράδοσης σε οποιοδήποτε ιδιωτικό συμφέρον μπορεί να σου υποσχεθεί μια χαμηλή έστω ανταλλακτική αξία στην αγορά. Να σε κάνει από τίποτα, κάτι που εσύ μεταφράζεις σε «κάποιον», ή να σου παρέχει κάτι που επίσης εσύ θα μεταφράζεις ότι σε κάνει «κάποιον». Αν δεν παραδοθείς σε κάποιον πάτρωνα και συνεχίσεις να νοιώθεις ως αντικείμενο, σίγουρα θα μπλέξεις σε μία διαδικασία ενεργητικής ή παθητικής αυτοκαταστροφής. Θα παρασυρθείς στην τρέλα που προκαλείται από το αδιέξοδο του αντικειμένου-πολίτης να μεταβληθεί σε εν δυνάμει υποκείμενο και να δράσει ως τέτοιο.
Σημείωσα «εν δυνάμει υποκείμενο», επειδή για να μεταβληθεί κανείς στην σημερινή κοινωνία από αντικείμενο σε υποκείμενο απαιτείται δραματική αφαίρεση, ειδικές κοινωνικές συνθήκες και ενδεχομένως ένα είδος ασκητισμού. Δεν μας επιτρέπουν οι παραγωγικές σχέσεις να λειτουργήσουμε ως υποκείμενα. Και το μόνο που απομένει για έναν άνθρωπο που αναζητεί τον έλεγχο της ατομικής και κοινωνικής του συνείδησης είναι μ’ έναν τρόπο «μαγικό», στον ενδιάμεσο χώρο μεταξύ ιδεαλισμού και υλισμού, να συστήσει έναν Εαυτό ως εν δυνάμει υποκείμενο. Στο περιβάλλον της ελληνικής κρίσης ποτέ δεν θα μπορούσε να συμβεί αυτό εάν προχωρήσουμε αντιμετωπίζοντας τα ερωτήματα που θέτει η εξέλιξη της ελληνικής φτωχοποίησης, χρεωκοπίας και ευρωπροτεκτορατοποίησης αγνοώντας, παρακάμπτοντας, διασκεδάζοντας ή παραπέμποντας στον ιστορικό το βασικό ερώτημα: «από πού ξεκίνησε η κρίση στην Ελλάδα, πώς και γιατί;»
Η ιστορια του κώλου οπως παντα που γραφει αυτός ο Γιαννακόπουλος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ιστορια του κώλου οπως παντα που γραφει αυτός ο Γιαννακόπουλος.
ΑπάντησηΔιαγραφή