Το θέμα του κατοχικού δανείου παραμένει πάντα ανοικτό και σήμερα το ύψος της οφειλής ανάγεται σε αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ, αναλόγως του...
Το θέμα του κατοχικού δανείου παραμένει πάντα ανοικτό και σήμερα το ύψος της οφειλής ανάγεται σε αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ, αναλόγως του τρόπου υπολογισμού.
Μόνο από την πρώτη αποτίμηση που έγινε αμέσως μετά τον πόλεμο, από την Τράπεζα της Ελλάδος, φαίνεται ότι το ποσό αντιστοιχούσε σε 4,5 εκατ. χρυσές λίρες Αγγλίας, όπως γράφει ο συνάδελφος Γιώργος Αποστολίδης.
Διαβάστε για τον καταναγκαστικό δανεισμό όταν με το πιστόλι στον κρόταφο οι κατακτητές, υποχρέωσαν την σκλαβωμένη Ελλάδα, που αντιμετώπιζε το φάσμα της πείνας, να χρηματοδοτήσει τη διαβίωση των δυνάμεων κατοχής.
Πρόκειται για τα πρακτικά της δανειακής σύμβασης όταν οι Ιταλοί και οι Γερμανοί στη Συνδιάσκεψη της Ρώμης μόνοι τους αποφάσισαν ότι η Ελλάδα θα πρέπει να τους δανείσει… για τη διαβίωση των στρατευμάτων τους.
Μια ακόμα ιδιαίτερα σημαντική πτυχή είναι η επίσημη αναγνώριση του δανεισμού από τις ίδιες τις κατοχικές αρχές οι οποίες είχαν ξεκινήσει την αποπληρωμή… καταβάλλοντας μάλιστα τις πρώτες 19 δόσεις, όπως προκύπτει από έγγραφα που παρουσιάζει κ. Τάσος Ηλιαδάκης, πολιτειολόγος και καθηγητής Σχολής Εθνικής Ασφάλειας, τα οποία αποτυπώνουν με λεπτομέρειες τη διαδικασία του αναγκαστικού δανεισμού.
Το ξέχασαν
Το δάνειο υπεγράφη με όλους τους τύπους, η Ελλάδα πλήρωνε αναγκαστικά αλλά και οι Γερμανοί σύμφωνα με την πρόβλεψη άρχισαν να ξεπληρώνουν τις οφειλές τους. Υστερα βέβαια το χρέος… έπεσε στη λήθη της ιστορίας και το κατοχικό δάνειο ουδέποτε αποπληρώθηκε.
«Από το 1941 η Ελλάδα βίωνε έναν τρομακτικό λιμό. Ακόμα και ο διαβόητος υπουργός προπαγάνδας των ναζί ο Γκέμπελς έγραφε στο ημερολόγιό του για την Ελλάδα όπου ” πείνα έχει καταστεί ενδημική νόσος.
Στους δρόμους της Αθήνας οι άνθρωποι πεθαίνουν κατά χιλιάδες από εξάντληση”. Το Λονδίνο είχε κηρύξει την Ελλάδα σε επισιτιστική καραντίνα με στόχο να πλήξει την οικονομία του Αξονα, αλλά και να υποκινήσει στην Ελλάδα την αντίσταση.
Ο υποσιτισμός απασχολούσε τους Γερμανούς στο μέτρο που αυτός μπορούσε να υποκινήσει λαϊκές αναταραχές. Παράλληλα και ο Μουσολίνι πίεζε τον Χίτλερ να μειώσει τις δαπάνες κατοχής στην Ελλάδα και η κυβέρνηση Τσολάκογλου διαμαρτυρόταν για τα υπέρογκα έξοδα κατοχής» σημειώνει ο κ. Τάσος Ηλιαδάκηςν συγγραφέας αποκαλυπτικών έργων και βιβλίων για τα γεγονότα της εποχής.
«Το πρόβλημα θα απασχολήσει και θα λάβει οξύτατη μορφή στην ιταλογερμανική Δημοσιονομική Συνδιάσκεψη εμπειρογνωμόνων στη Ρώμη, από τα μέσα Ιανουαρίου μέχρι τον Μάρτιο του 1942. Ο οικονομικός πληρεξούσιος της Ιταλίας στην Ελλάδα, Ντ’ Αγκοστίνι, πρότεινε τη συμβιβαστική λύση του δανείου. Δηλαδή οι πέραν των εξόδων κατοχής, αναλήψεις των Δυνάμεων Κατοχής να χρεώνονται από την Ελλάδα ως δάνειο αυτής προς τη Γερμανία και την Ιταλία».
Στις 14.3.1942 τερματίζεται η Συνδιάσκεψη της Ρώμης με την υπογραφή και του κατοχικού δανείου. Τη σύμβαση υπέγραψαν οι πληρεξούσιοι της Ιταλίας και της Γερμανίας στην Ελλάδα, αντίστοιχα Γκίτζι και Αλτενμπουργκ. Στους άμεσα ενδιαφερόμενους, στην Ελλάδα δηλαδή, η συμφωνία ανακοινώθηκε εννέα ημέρες μετά.
Σύμφωνα με αυτήν:
Η ελληνική κυβέρνηση υποχρεούται κατά μήνα να καταβάλλει έξοδα κατοχής 1,5 δισ. δρχ., ποσό το οποίο θα κατανέμεται εξίσου μεταξύ των δύο Δυνάμεων Κατοχής (άρθρο 2).
Οι αναλήψεις από την Τράπεζα της Ελλάδος άνω του ποσού αυτού θα χρεώνονται ως δάνειο στις κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Ιταλίας σε δραχμές άτοκες (άρθρο 3).
Η επιστροφή των δανειακών αναλήψεων θα γίνει αργότερα (άρθρο 4).
Η συμφωνία ισχύει αναδρομικά από 1.1.1942 (άρθρο 5).
Η πρώτη τροποποίηση
Οταν το 1,5 δισ. δρχ. τον μήνα έγινε 8 δισ. εν μία νυκτί
«Ηταν συμφωνία μεταξύ Γερμανίας και Ιταλίας, που επιβάλλεται στην Ελλάδα. Δηλαδή είναι αναγκαστικό δάνειο. Υπόχρεος καταβολής του είναι η Ελληνική Κυβέρνηση και όχι η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ). Επομένως ο νόμιμος διεκδικητής του είναι η ελληνική κυβέρνηση. Το ύψος των συνολικών αναλήψεων και πότε αυτές θα σταματήσουν δεν προσδιορίζονται. Οι αναλήψεις γίνονται κατά μήνα και δεν προσδιορίζεται ούτε το ύψος των άνω του 1,5 δισ. δρχ. ποσού ούτε το για πόσους μήνες θα έπαιρναν αυτά οι Αρχές Κατοχής» εξηγεί ο κ. Ηλιαδάκης. «Η χρέωση θα γίνεται σε δραχμές. Οι δραχμές όμως αυτές αντιστοιχούσαν σε εντελώς καθορισμένο ποσό μάρκων που ήδη είχαν απαιτήσει οι Γερμανοί από την ΤτΕ η οποία υποχρεώνεται ”όπως ρυθμίζει κατά τοιούτον τρόπον την επάρκειαν του χαρτονομίσματος εις δραχμάς ώστε να εξασφαλισθή μηνιαίως, διά τας ανάγκας του γερμανικού στρατού, ποσόν 25 εκ. μάρκων”. Επομένως η απαίτηση είναι σε μάρκα και το 1,5 δισ. δρχ. της συμφωνίας της Ρώμης δεν είναι τίποτα άλλο παρά τα 25 εκ. μάρκα».
Ο αδηφάγος πληθωρισμός όμως εξανέμιζε το ποσό του 1,5 δισ. δρχ. και τελικά η συμφωνία από 2 Δεκεμβρίου 1942 θα τροποποιηθεί «κοινή συναινέσει». Ετσι το 1,5 δισ. δρχ. θα γίνει 8 δισ., τα οποία θα αναπροσαρμόζονται με κινητή τιμαριθμική κλίμακα από τα αγαθά που κατονομάζει. Επομένως τα άνω των 8 δισ. δρχ. ποσά, όπως αυτά προσδιορίζονται από την τροποποίηση, θα χρεώνονται ως δάνειο. Τα δανειακά ποσά που ήδη είχαν πάρει, όπως και αυτά που θα πάρουν μέχρι την 31.3.1943, θα αρχίσουν να εξοφλούνται από τον Απρίλιο του 1943 με δόσεις.
Συνεπώς το αρχικό αναγκαστικό δάνειο μεταπίπτει σε κανονικό συμβατικό δάνειο και τα ποσά είναι σε σταθερό νόμισμα. «Τα δανειακά ποσά σταματούν την 1.4.1943, οπότε αρχίζει η άτοκος επιστροφή τους. Επειδή οι δανειακές αναλήψεις δεν σταμάτησαν, αν και πραγματοποίησαν δέκα εννέα επιστροφές (19), οπότε και σταμάτησαν την καταβολή των υπολοίπων. Από τότε το δάνειο καθίσταται έντοκο λόγω υπερημερίας», υπογραμμίζει ο κ. Ηλιαδάκης για την περίοδο που οι ναζί πλήρωναν μεν τις δόσεις του χρέους τους, αλλά έπαιρναν αναγκαστικά όλο και περισσότερα.
Η 2η τροποποίηση
386,4 δισ. δρχ. οικειοποιήθηκαν οι κατακτητές
Οπως λέει ο κ. Ηλιαδάκης, ακολούθησε και δεύτερη τροποποίηση που έγινε 18-5- 1943. «Οι αρχές Κατοχής επανήλθαν στις δίχως όριο αναλήψεις προκαταβολών και ο πρωθυπουργός Ι. Ράλλης θα διαμαρτυρηθεί και θα ζητήσει να σταματήσει η έκδοση χαρτονομίσματος. Εξι ημέρες μετά οι Αρχές Κατοχής προχώρησαν σε δεύτερη αναπροσαρμογή σύμφωνα με την οποία καταργείται ο περιορισμός του ανώτατου ορίου των προκαταβολών, δηλαδή των 8 δισ. δρχ. κατά μήνα και αλλάζει η βάση της τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των εξόδων κατοχής», υπογραμμίζει ο κ. Ηλιαδάκης και συνεχίζει: «Με την κατάργηση του ορίου οι Αρχές Κατοχής μπορούσαν κατά βούληση να χαρακτηρίζουν το μεγαλύτερο μέρος ως έξοδα κατοχής και το μικρότερο ως δάνειο. Τόσο η δεύτερη όσο και η τρίτη τροποποίηση που θα ακολουθήσει επιτείνουν τη μετατροπή του δανείου από αναγκαστικό σε συμβατικό, που ήδη είχε γίνει με την πρώτη τροποποίηση». Το διάστημα αυτό οι κατακτητές θα πάρουν από την Τράπεζα της Ελλάδας 386,4 δισεκατομμύρια δραχμές και μετά τον Σεπτέμβριο του ’43 όταν συνθηκολόγησε η Ιταλία, οι Γερμανοί θα αυξήσουν τις αναλήψεις των δανειακών προκαταβολών κατά το μερίδιο της Ιταλίας, το οποίο βεβαίως οικειοποιούνται…
Η επιστροφή των οφειλόμενων
Η Γερμανία αποφεύγει να κάτσει στο τραπέζι
Το αναγκαστικό δάνειο που κατέβαλε η Ελλάδα αποτελεί μια ξεχωριστή πτυχή εκτός από τις γενικές επανορθώσεις που διεκδικεί η χώρα μας, τη λεηλασία προσωπικών περιουσιών και την αποζημίωση για το ολοκαύτωμα χιλιάδων χωριών. Το δάνειο, δηλαδή, δεν αποτελεί ούτε επανόρθωση ούτε αποζημίωση.
«Πολύ ορθώς η Ελλάδα εξ αρχής και συνεχώς, διαχώριζε το κατοχικό δάνειο από τις επανορθώσεις-αποζημιώσεις και ως εκ τούτου η διεκδίκησή του δεν πρέπει να εμπλέκεται μ’ αυτές», λέει ο κ. Ηλιαδάκης.
«Οι ναζί ουδέποτε αμφισβήτησαν το δάνειο. Αντιθετα το αναγνώριζαν ως συμβατικό δάνειο και άρχισαν την αποπληρωμή του. Σύμφωνα με τον Ξ. Ζολώτα, ο ίδιος ο Χίτλερ το είχε αναγνωρίσει. Επίσης, τόσο ο Γερμανός οικονομικός πληρεξούσιος Νέστλερ όσο και ο γενικός πληρεξούσιος Αλτενμπουργκ το αναγνώριζαν ως δανειακή οφειλή και έδωσαν το, κατά άποψή τους, ύψος της.
Η απαίτηση
Η Ελλάδα εξαρχής απαίτησε την επιστροφή του, το οποίο διαχώριζε από τις επανορθώσεις. Αυτή η θέση πρόβαλλε σταθερά από το 1945 τόσο σε διεθνείς διασκέψεις όσο και απευθείας προς τη Δ. Γερμανία και μετά το 1990 την Ομοσπονδιακή Γερμανία. Συνολικά το διεκδίκησε 12 φορές ή περίπου κάθε πέντε χρόνια.
Η Γερμανία μετακατοχικά ουδέποτε το αμφισβήτησε, όπως δε προκύπτει από διπλωματικά έγγραφα, ο καγκελάριος Ερχαρντ είχε δεσμευθεί για την επαναδιαπραγμάτευση μετά την επανένωση της Γερμανίας. Ομως συστηματικά απέφυγε και αποφεύγει με την ανοχή των ελληνικών κυβερνήσεων να το συζητήσει».
Στα γερμανικά επιχειρήματα περιλαμβάνονται:
Το δάνειο εντάσσεται στη συμφωνία του Λονδίνου του 1953 (αναστέλλει την καταβολή των επανορθώσεω αποζημιώσεων μέχρι την υπογραφή της συνθήκης ειρήνης από τη Γερμανία).
Από το δάνειο παραιτήθηκε το 1958 ο Καραμανλής. Ο τελευταίος το διέψευσε και η γερμανική πρεσβεία με ρηματική της διακοίνωση τον Μάρτιο του 1967 αναίρεσε το? επιχείρημα. Παρ’ όλα αυτά η Γερμανία το επανέλαβε μετά το 1990.
Υστερα από 50 χρόνια δεν μπορεί να εγείρονται τέτοιες απαιτήσεις. Ομως μετά το 1990 απέδιδε αποζημιώσεις στη Ρωσία, στην Πολωνία και το 1997 στην Τσεχοσλοβακία.
«Το μόνο που δηλώνουν τα επιχειρήματα αυτά είναι η έλλειψη επιχειρημάτων. Πολύ δε περισσότερο όταν η κατοχική Γερμανία, παρόμοιο με το ελληνικό είχε πάρει από τη Γιουγκοσλαβία και την Πολωνία και στις οποίες το επέστρεψε το 1956 και το 1971.
Σύμφωνα με την πρώτη τροποποίηση, οι δανειακές αναλήψεις των Δυνάμεων Κατοχής έπρεπε να αρχίσουν να επιστρέφονται από τον Απρίλιο του 1943. Πράγματι η Γερμανία από τον Αύγουστο του 1943 μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 1944 κατέβαλε δεκαεννιά (19) επιστροφές για το κατοχικό δάνειο, συνολικού ποσού 85,09 τρισ. δρχ.» αποκαλύπτει ο κ. Ηλιαδάκης. «Τα δανειακά ποσά που διεκδίκησε η Ελλάδα, όπως κι αυτά που αναφέρει η ΤτΕ, είναι καθαρή δανειακή οφειλή, δηλαδή από τις συνολικές δανειακές αναλήψεις έχουν αφαιρεθεί οι επιστροφές.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το δάνειο από άτοκο μετέπεσε σε έντοκο λόγω υπερημερίας και επομένως έχουμε ανατοκισμό. Δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης οτι για την επανόρθωση της κατοχικής ζημιάς η Ελλάδα θα χρειαζόταν 33 φορές το εθνικό εισόδημα του 1946… Μετά την κατοχή αυτό το ποσό θα αναζητούσε σε εξωτερικό… δανεισμό για να κλείσει τις πληγές του πολέμου».
Επανορθώσεις
«Να δώσουμε μάχη για τη δικαίωση των θυμάτων»
Είναι ανάγκη να κινητοποιηθεί η Ελληνική Πολιτεία, κυβέρνηση, κόμματα, οργανώσεις για το εθνικό θέμα των επανορθώσεων, μέχρι την τελική δικαίωση των θυμάτων και της πατρίδας». Αυτό ήταν το μήνυμα που απέστειλαν τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα, στο συνέδριο που πραγματοποιήθηκε την περασμένη εβδομάδα. «Το θέμα παραμένει ανοικτό» σημειώνει το μέλος του Συμβουλίου Δαμιανός Βασιλειάδης που έχει οργανώσει δίκτυο υποστηρικτών του ελληνικού αιτήματος και στην ίδια τη Γερμανία.
Σύμφωνα με εισήγηση του κ. Βασιλειάδη, εκτός του κατοχικού δανείου οι οφειλές της Γερμανίας αφορούν τις επανορθώσεις για τις καταστροφές των υποδομών κατά τη διάρκεια της κατοχής που ανέρχονται σε 7.1 δισ. δολάρια του 1938.
«Αυτές, σύμφωνα με επίσημο έγγραφο της Τράπεζας της Ελλάδας, υπολογίζονται έως τον Μάρτιο του 2010 στο ποσό των 108,43 δισεκατομμυρίων ευρώ, χωρίς τους νόμιμους τόκους (με το ελάχιστο επιτόκιο του 3% σε τιμές του 1938 υπερβαίνουν σήμερα το 1 τρισ. ευρώ, τρεις φορές περίπου πάνω από το δημόσιο χρέος)», σημειώνει ενδεικτικά. Ανοικτή πληγή παραμένουν οι αποζημιώσεις στα θύματα 100 Ολοκαυτωμάτων από τα οποία έχουν αναγνωριστεί τα 89 με 56.225 νεκρούς.
Εκκρεμότητα
Στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, με αφορμή το Δίστομο, εκκρεμεί η διένεξη Γερμανίας και Ιταλίας για το προνόμιο της ετεροδικίας, εάν δηλαδή τα ιταλικά δικαστήρια έχουν το δικαίωμα να επιδικάζουν αποζημιώσεις σε θύματα της ναζιστικής θηριωδίας.
Στην Ιταλία κατέφυγαν και δικαιώθηκαν τα θύματα του Διστόμου προκειμένου να εκτελεστεί η απόφαση του Αρείου Πάγου που προβλέπει κατάσχεση γερμανικών περιουσιακών στοιχείων. Η Γερμανία επιθυμεί να μην εκδικάζονται ανάλογες υποθέσεις στα κράτη που υπέστησαν τη λαίλαπα των ναζί παρά μόνα αρμόδια να είναι τα γερμανικά δικαστήρια…
Στις αρχές του 2011 η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε αίτημα παρέμβασης στη δίκη με την προοπτική να εκθέσει τα επιχειρήματά της αναφορικά με την υπόθεση και το θέμα της ετεροδικίας με σκοπό τη δικαίωση των θυμάτων.
«Η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που δεν έχει αποζημιωθεί από τη Γερμανία, ενώ όλες οι άλλες χώρες έχουν αποζημιωθεί» σημειώνει ο κ. Βασιλειάδης που δεν παραλείπει να κάνει αναφορά για αρχαιολογικούς θησαυρούς που λεηλατήθηκαν από μουσεία και παράνομες ανασκαφές και δεν έχουν επιστραφεί.
Μόνο από την πρώτη αποτίμηση που έγινε αμέσως μετά τον πόλεμο, από την Τράπεζα της Ελλάδος, φαίνεται ότι το ποσό αντιστοιχούσε σε 4,5 εκατ. χρυσές λίρες Αγγλίας, όπως γράφει ο συνάδελφος Γιώργος Αποστολίδης.
Διαβάστε για τον καταναγκαστικό δανεισμό όταν με το πιστόλι στον κρόταφο οι κατακτητές, υποχρέωσαν την σκλαβωμένη Ελλάδα, που αντιμετώπιζε το φάσμα της πείνας, να χρηματοδοτήσει τη διαβίωση των δυνάμεων κατοχής.
Πρόκειται για τα πρακτικά της δανειακής σύμβασης όταν οι Ιταλοί και οι Γερμανοί στη Συνδιάσκεψη της Ρώμης μόνοι τους αποφάσισαν ότι η Ελλάδα θα πρέπει να τους δανείσει… για τη διαβίωση των στρατευμάτων τους.
Μια ακόμα ιδιαίτερα σημαντική πτυχή είναι η επίσημη αναγνώριση του δανεισμού από τις ίδιες τις κατοχικές αρχές οι οποίες είχαν ξεκινήσει την αποπληρωμή… καταβάλλοντας μάλιστα τις πρώτες 19 δόσεις, όπως προκύπτει από έγγραφα που παρουσιάζει κ. Τάσος Ηλιαδάκης, πολιτειολόγος και καθηγητής Σχολής Εθνικής Ασφάλειας, τα οποία αποτυπώνουν με λεπτομέρειες τη διαδικασία του αναγκαστικού δανεισμού.
Το ξέχασαν
Το δάνειο υπεγράφη με όλους τους τύπους, η Ελλάδα πλήρωνε αναγκαστικά αλλά και οι Γερμανοί σύμφωνα με την πρόβλεψη άρχισαν να ξεπληρώνουν τις οφειλές τους. Υστερα βέβαια το χρέος… έπεσε στη λήθη της ιστορίας και το κατοχικό δάνειο ουδέποτε αποπληρώθηκε.
«Από το 1941 η Ελλάδα βίωνε έναν τρομακτικό λιμό. Ακόμα και ο διαβόητος υπουργός προπαγάνδας των ναζί ο Γκέμπελς έγραφε στο ημερολόγιό του για την Ελλάδα όπου ” πείνα έχει καταστεί ενδημική νόσος.
Στους δρόμους της Αθήνας οι άνθρωποι πεθαίνουν κατά χιλιάδες από εξάντληση”. Το Λονδίνο είχε κηρύξει την Ελλάδα σε επισιτιστική καραντίνα με στόχο να πλήξει την οικονομία του Αξονα, αλλά και να υποκινήσει στην Ελλάδα την αντίσταση.
Ο υποσιτισμός απασχολούσε τους Γερμανούς στο μέτρο που αυτός μπορούσε να υποκινήσει λαϊκές αναταραχές. Παράλληλα και ο Μουσολίνι πίεζε τον Χίτλερ να μειώσει τις δαπάνες κατοχής στην Ελλάδα και η κυβέρνηση Τσολάκογλου διαμαρτυρόταν για τα υπέρογκα έξοδα κατοχής» σημειώνει ο κ. Τάσος Ηλιαδάκηςν συγγραφέας αποκαλυπτικών έργων και βιβλίων για τα γεγονότα της εποχής.
«Το πρόβλημα θα απασχολήσει και θα λάβει οξύτατη μορφή στην ιταλογερμανική Δημοσιονομική Συνδιάσκεψη εμπειρογνωμόνων στη Ρώμη, από τα μέσα Ιανουαρίου μέχρι τον Μάρτιο του 1942. Ο οικονομικός πληρεξούσιος της Ιταλίας στην Ελλάδα, Ντ’ Αγκοστίνι, πρότεινε τη συμβιβαστική λύση του δανείου. Δηλαδή οι πέραν των εξόδων κατοχής, αναλήψεις των Δυνάμεων Κατοχής να χρεώνονται από την Ελλάδα ως δάνειο αυτής προς τη Γερμανία και την Ιταλία».
Στις 14.3.1942 τερματίζεται η Συνδιάσκεψη της Ρώμης με την υπογραφή και του κατοχικού δανείου. Τη σύμβαση υπέγραψαν οι πληρεξούσιοι της Ιταλίας και της Γερμανίας στην Ελλάδα, αντίστοιχα Γκίτζι και Αλτενμπουργκ. Στους άμεσα ενδιαφερόμενους, στην Ελλάδα δηλαδή, η συμφωνία ανακοινώθηκε εννέα ημέρες μετά.
Σύμφωνα με αυτήν:
Η ελληνική κυβέρνηση υποχρεούται κατά μήνα να καταβάλλει έξοδα κατοχής 1,5 δισ. δρχ., ποσό το οποίο θα κατανέμεται εξίσου μεταξύ των δύο Δυνάμεων Κατοχής (άρθρο 2).
Οι αναλήψεις από την Τράπεζα της Ελλάδος άνω του ποσού αυτού θα χρεώνονται ως δάνειο στις κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Ιταλίας σε δραχμές άτοκες (άρθρο 3).
Η επιστροφή των δανειακών αναλήψεων θα γίνει αργότερα (άρθρο 4).
Η συμφωνία ισχύει αναδρομικά από 1.1.1942 (άρθρο 5).
Η πρώτη τροποποίηση
Οταν το 1,5 δισ. δρχ. τον μήνα έγινε 8 δισ. εν μία νυκτί
«Ηταν συμφωνία μεταξύ Γερμανίας και Ιταλίας, που επιβάλλεται στην Ελλάδα. Δηλαδή είναι αναγκαστικό δάνειο. Υπόχρεος καταβολής του είναι η Ελληνική Κυβέρνηση και όχι η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ). Επομένως ο νόμιμος διεκδικητής του είναι η ελληνική κυβέρνηση. Το ύψος των συνολικών αναλήψεων και πότε αυτές θα σταματήσουν δεν προσδιορίζονται. Οι αναλήψεις γίνονται κατά μήνα και δεν προσδιορίζεται ούτε το ύψος των άνω του 1,5 δισ. δρχ. ποσού ούτε το για πόσους μήνες θα έπαιρναν αυτά οι Αρχές Κατοχής» εξηγεί ο κ. Ηλιαδάκης. «Η χρέωση θα γίνεται σε δραχμές. Οι δραχμές όμως αυτές αντιστοιχούσαν σε εντελώς καθορισμένο ποσό μάρκων που ήδη είχαν απαιτήσει οι Γερμανοί από την ΤτΕ η οποία υποχρεώνεται ”όπως ρυθμίζει κατά τοιούτον τρόπον την επάρκειαν του χαρτονομίσματος εις δραχμάς ώστε να εξασφαλισθή μηνιαίως, διά τας ανάγκας του γερμανικού στρατού, ποσόν 25 εκ. μάρκων”. Επομένως η απαίτηση είναι σε μάρκα και το 1,5 δισ. δρχ. της συμφωνίας της Ρώμης δεν είναι τίποτα άλλο παρά τα 25 εκ. μάρκα».
Ο αδηφάγος πληθωρισμός όμως εξανέμιζε το ποσό του 1,5 δισ. δρχ. και τελικά η συμφωνία από 2 Δεκεμβρίου 1942 θα τροποποιηθεί «κοινή συναινέσει». Ετσι το 1,5 δισ. δρχ. θα γίνει 8 δισ., τα οποία θα αναπροσαρμόζονται με κινητή τιμαριθμική κλίμακα από τα αγαθά που κατονομάζει. Επομένως τα άνω των 8 δισ. δρχ. ποσά, όπως αυτά προσδιορίζονται από την τροποποίηση, θα χρεώνονται ως δάνειο. Τα δανειακά ποσά που ήδη είχαν πάρει, όπως και αυτά που θα πάρουν μέχρι την 31.3.1943, θα αρχίσουν να εξοφλούνται από τον Απρίλιο του 1943 με δόσεις.
Συνεπώς το αρχικό αναγκαστικό δάνειο μεταπίπτει σε κανονικό συμβατικό δάνειο και τα ποσά είναι σε σταθερό νόμισμα. «Τα δανειακά ποσά σταματούν την 1.4.1943, οπότε αρχίζει η άτοκος επιστροφή τους. Επειδή οι δανειακές αναλήψεις δεν σταμάτησαν, αν και πραγματοποίησαν δέκα εννέα επιστροφές (19), οπότε και σταμάτησαν την καταβολή των υπολοίπων. Από τότε το δάνειο καθίσταται έντοκο λόγω υπερημερίας», υπογραμμίζει ο κ. Ηλιαδάκης για την περίοδο που οι ναζί πλήρωναν μεν τις δόσεις του χρέους τους, αλλά έπαιρναν αναγκαστικά όλο και περισσότερα.
Η 2η τροποποίηση
386,4 δισ. δρχ. οικειοποιήθηκαν οι κατακτητές
Οπως λέει ο κ. Ηλιαδάκης, ακολούθησε και δεύτερη τροποποίηση που έγινε 18-5- 1943. «Οι αρχές Κατοχής επανήλθαν στις δίχως όριο αναλήψεις προκαταβολών και ο πρωθυπουργός Ι. Ράλλης θα διαμαρτυρηθεί και θα ζητήσει να σταματήσει η έκδοση χαρτονομίσματος. Εξι ημέρες μετά οι Αρχές Κατοχής προχώρησαν σε δεύτερη αναπροσαρμογή σύμφωνα με την οποία καταργείται ο περιορισμός του ανώτατου ορίου των προκαταβολών, δηλαδή των 8 δισ. δρχ. κατά μήνα και αλλάζει η βάση της τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των εξόδων κατοχής», υπογραμμίζει ο κ. Ηλιαδάκης και συνεχίζει: «Με την κατάργηση του ορίου οι Αρχές Κατοχής μπορούσαν κατά βούληση να χαρακτηρίζουν το μεγαλύτερο μέρος ως έξοδα κατοχής και το μικρότερο ως δάνειο. Τόσο η δεύτερη όσο και η τρίτη τροποποίηση που θα ακολουθήσει επιτείνουν τη μετατροπή του δανείου από αναγκαστικό σε συμβατικό, που ήδη είχε γίνει με την πρώτη τροποποίηση». Το διάστημα αυτό οι κατακτητές θα πάρουν από την Τράπεζα της Ελλάδας 386,4 δισεκατομμύρια δραχμές και μετά τον Σεπτέμβριο του ’43 όταν συνθηκολόγησε η Ιταλία, οι Γερμανοί θα αυξήσουν τις αναλήψεις των δανειακών προκαταβολών κατά το μερίδιο της Ιταλίας, το οποίο βεβαίως οικειοποιούνται…
Η επιστροφή των οφειλόμενων
Η Γερμανία αποφεύγει να κάτσει στο τραπέζι
Το αναγκαστικό δάνειο που κατέβαλε η Ελλάδα αποτελεί μια ξεχωριστή πτυχή εκτός από τις γενικές επανορθώσεις που διεκδικεί η χώρα μας, τη λεηλασία προσωπικών περιουσιών και την αποζημίωση για το ολοκαύτωμα χιλιάδων χωριών. Το δάνειο, δηλαδή, δεν αποτελεί ούτε επανόρθωση ούτε αποζημίωση.
«Πολύ ορθώς η Ελλάδα εξ αρχής και συνεχώς, διαχώριζε το κατοχικό δάνειο από τις επανορθώσεις-αποζημιώσεις και ως εκ τούτου η διεκδίκησή του δεν πρέπει να εμπλέκεται μ’ αυτές», λέει ο κ. Ηλιαδάκης.
«Οι ναζί ουδέποτε αμφισβήτησαν το δάνειο. Αντιθετα το αναγνώριζαν ως συμβατικό δάνειο και άρχισαν την αποπληρωμή του. Σύμφωνα με τον Ξ. Ζολώτα, ο ίδιος ο Χίτλερ το είχε αναγνωρίσει. Επίσης, τόσο ο Γερμανός οικονομικός πληρεξούσιος Νέστλερ όσο και ο γενικός πληρεξούσιος Αλτενμπουργκ το αναγνώριζαν ως δανειακή οφειλή και έδωσαν το, κατά άποψή τους, ύψος της.
Η απαίτηση
Η Ελλάδα εξαρχής απαίτησε την επιστροφή του, το οποίο διαχώριζε από τις επανορθώσεις. Αυτή η θέση πρόβαλλε σταθερά από το 1945 τόσο σε διεθνείς διασκέψεις όσο και απευθείας προς τη Δ. Γερμανία και μετά το 1990 την Ομοσπονδιακή Γερμανία. Συνολικά το διεκδίκησε 12 φορές ή περίπου κάθε πέντε χρόνια.
Η Γερμανία μετακατοχικά ουδέποτε το αμφισβήτησε, όπως δε προκύπτει από διπλωματικά έγγραφα, ο καγκελάριος Ερχαρντ είχε δεσμευθεί για την επαναδιαπραγμάτευση μετά την επανένωση της Γερμανίας. Ομως συστηματικά απέφυγε και αποφεύγει με την ανοχή των ελληνικών κυβερνήσεων να το συζητήσει».
Στα γερμανικά επιχειρήματα περιλαμβάνονται:
Το δάνειο εντάσσεται στη συμφωνία του Λονδίνου του 1953 (αναστέλλει την καταβολή των επανορθώσεω αποζημιώσεων μέχρι την υπογραφή της συνθήκης ειρήνης από τη Γερμανία).
Από το δάνειο παραιτήθηκε το 1958 ο Καραμανλής. Ο τελευταίος το διέψευσε και η γερμανική πρεσβεία με ρηματική της διακοίνωση τον Μάρτιο του 1967 αναίρεσε το? επιχείρημα. Παρ’ όλα αυτά η Γερμανία το επανέλαβε μετά το 1990.
Υστερα από 50 χρόνια δεν μπορεί να εγείρονται τέτοιες απαιτήσεις. Ομως μετά το 1990 απέδιδε αποζημιώσεις στη Ρωσία, στην Πολωνία και το 1997 στην Τσεχοσλοβακία.
«Το μόνο που δηλώνουν τα επιχειρήματα αυτά είναι η έλλειψη επιχειρημάτων. Πολύ δε περισσότερο όταν η κατοχική Γερμανία, παρόμοιο με το ελληνικό είχε πάρει από τη Γιουγκοσλαβία και την Πολωνία και στις οποίες το επέστρεψε το 1956 και το 1971.
Σύμφωνα με την πρώτη τροποποίηση, οι δανειακές αναλήψεις των Δυνάμεων Κατοχής έπρεπε να αρχίσουν να επιστρέφονται από τον Απρίλιο του 1943. Πράγματι η Γερμανία από τον Αύγουστο του 1943 μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 1944 κατέβαλε δεκαεννιά (19) επιστροφές για το κατοχικό δάνειο, συνολικού ποσού 85,09 τρισ. δρχ.» αποκαλύπτει ο κ. Ηλιαδάκης. «Τα δανειακά ποσά που διεκδίκησε η Ελλάδα, όπως κι αυτά που αναφέρει η ΤτΕ, είναι καθαρή δανειακή οφειλή, δηλαδή από τις συνολικές δανειακές αναλήψεις έχουν αφαιρεθεί οι επιστροφές.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το δάνειο από άτοκο μετέπεσε σε έντοκο λόγω υπερημερίας και επομένως έχουμε ανατοκισμό. Δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης οτι για την επανόρθωση της κατοχικής ζημιάς η Ελλάδα θα χρειαζόταν 33 φορές το εθνικό εισόδημα του 1946… Μετά την κατοχή αυτό το ποσό θα αναζητούσε σε εξωτερικό… δανεισμό για να κλείσει τις πληγές του πολέμου».
Επανορθώσεις
«Να δώσουμε μάχη για τη δικαίωση των θυμάτων»
Είναι ανάγκη να κινητοποιηθεί η Ελληνική Πολιτεία, κυβέρνηση, κόμματα, οργανώσεις για το εθνικό θέμα των επανορθώσεων, μέχρι την τελική δικαίωση των θυμάτων και της πατρίδας». Αυτό ήταν το μήνυμα που απέστειλαν τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα, στο συνέδριο που πραγματοποιήθηκε την περασμένη εβδομάδα. «Το θέμα παραμένει ανοικτό» σημειώνει το μέλος του Συμβουλίου Δαμιανός Βασιλειάδης που έχει οργανώσει δίκτυο υποστηρικτών του ελληνικού αιτήματος και στην ίδια τη Γερμανία.
Σύμφωνα με εισήγηση του κ. Βασιλειάδη, εκτός του κατοχικού δανείου οι οφειλές της Γερμανίας αφορούν τις επανορθώσεις για τις καταστροφές των υποδομών κατά τη διάρκεια της κατοχής που ανέρχονται σε 7.1 δισ. δολάρια του 1938.
«Αυτές, σύμφωνα με επίσημο έγγραφο της Τράπεζας της Ελλάδας, υπολογίζονται έως τον Μάρτιο του 2010 στο ποσό των 108,43 δισεκατομμυρίων ευρώ, χωρίς τους νόμιμους τόκους (με το ελάχιστο επιτόκιο του 3% σε τιμές του 1938 υπερβαίνουν σήμερα το 1 τρισ. ευρώ, τρεις φορές περίπου πάνω από το δημόσιο χρέος)», σημειώνει ενδεικτικά. Ανοικτή πληγή παραμένουν οι αποζημιώσεις στα θύματα 100 Ολοκαυτωμάτων από τα οποία έχουν αναγνωριστεί τα 89 με 56.225 νεκρούς.
Εκκρεμότητα
Στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, με αφορμή το Δίστομο, εκκρεμεί η διένεξη Γερμανίας και Ιταλίας για το προνόμιο της ετεροδικίας, εάν δηλαδή τα ιταλικά δικαστήρια έχουν το δικαίωμα να επιδικάζουν αποζημιώσεις σε θύματα της ναζιστικής θηριωδίας.
Στην Ιταλία κατέφυγαν και δικαιώθηκαν τα θύματα του Διστόμου προκειμένου να εκτελεστεί η απόφαση του Αρείου Πάγου που προβλέπει κατάσχεση γερμανικών περιουσιακών στοιχείων. Η Γερμανία επιθυμεί να μην εκδικάζονται ανάλογες υποθέσεις στα κράτη που υπέστησαν τη λαίλαπα των ναζί παρά μόνα αρμόδια να είναι τα γερμανικά δικαστήρια…
Στις αρχές του 2011 η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε αίτημα παρέμβασης στη δίκη με την προοπτική να εκθέσει τα επιχειρήματά της αναφορικά με την υπόθεση και το θέμα της ετεροδικίας με σκοπό τη δικαίωση των θυμάτων.
«Η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που δεν έχει αποζημιωθεί από τη Γερμανία, ενώ όλες οι άλλες χώρες έχουν αποζημιωθεί» σημειώνει ο κ. Βασιλειάδης που δεν παραλείπει να κάνει αναφορά για αρχαιολογικούς θησαυρούς που λεηλατήθηκαν από μουσεία και παράνομες ανασκαφές και δεν έχουν επιστραφεί.
ποιος να τα ζητουσε τα λεφτα???
ΑπάντησηΔιαγραφήο...."εθναρχης" η ο.....σημιτης?????
Το πασοκ των Παπανδρέου- Παπακωνσταντίνου- Βενιζέλου εφάρμοσε μια εγκληματική πολιτική από τον Οκτώβριο του 2009 : με συνεχείς δηλώσεις υπονόμευσαν τη πιστοληπτική ικανότητα της χώρας με αποτέλεσμα να οδηγηθούμε στο μνημόνιο και στο ΔΝΤ, δεν διαπραγματεύτηκαν ΠΟΤΕ, αλλά δουλικά εφάρμοσαν ένα πρόγραμμα μαζικής εξόντωσης των Ελλήνων, με οριζόντιες περικοπές, διπλές και τριπλές φορολογήσεις εισοδημάτων, ακινήτων και αυτοκινήτων, με αποτέλεσμα να βουλιάξουν τη χώρα στην ύφεση,καθημερινά βούλιαζαν την ελληνική οικονομία και την οικονομία των Ελλήνων και σήμερα η κατάσταση είναι σε οριακό σημείο. Αν χρεωκοπούσαμε το 2010, οι Έλληνες είχαν οικονομικά αποθέματα για να αντέξουν, είχαν αποταμιεύσεις και τότε οι ξένοι, επειδή είχαν ελληνικά ομόλογα,θα βοηθούσαν χωρίς επαχθείς όρους. Το Πασοκ τους έδωσε το χρόνο να τα ξεφορτωθούν, να αποδυναμώσουν οικονομικά το 80% των Ελλήνων και να τους φτάσουν σε αυτό το σημείο σήμερα, όπου η ανεργία έχει φτάσει το 1,5 εκατομμύριο, οι απλήρωτοι λογαριασμοί στη ΔΕΗ το 1,5 εκατομμύριο, οι σιτιζόμενοι στα συσσίτια της Εκκλησίας στις 200.000 ! Σήμερα, αν γίνει πτώχευση, οι Έλληνες δεν θα μπορέσουν να αντέξουν, εξαιτίας της εγκληματικής πολιτικής ανικανότητας του ΠΑΣΟΚ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπό την άλλη ο Σύριζα, έχει ένα νεφελώδες οικονομικό πρόγραμμα, που "σπάει" τις σχέσεις με την Ε.Ε. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι έχουν προετοιμαστεί για σενάρια χρεοκοπίας της Ελλάδας,όσο και το γεγονός ότι μπορεί να σταματήσουν αναπτυξιακά προγράμματα, όπως το ΕΣΠΑ, πέραν της διακοπής της δανειοδότησης. Το άσχημο με τον Σύριζα δεν είναι στο εξωτερικό, αλλά στο εσωτερικό της Ελλάδας. Καλώς ή κακώς, πέραν του 25 ή 30% που τον υποστηρίζουν, υπάρχει μια φοβία στους υπόλοιπους Έλληνες, σχετικά με την οικονομική του πολιτική. Πως θα φορολογήσει τα υψηλά εισοδήματα, αν η μια μετά την άλλη οι επιχειρήσεις κλείσουν και φύγουν από την Ελλάδα ; Πως θα φορολογήσει τα υψηλά εισοδήματα, εάν οι εφοπλιστές, την άλλη μέρα, σηκώσουν ξένη σημαία ; Πως θα φορολογήσει υψηλά εισοδήματα, εάν οι ξένοι επενδυτές αποσυρθούν από το ισχνό - έτσι κι αλλιώς- Χρηματιστήριο ή οι Έλληνες επιχειρηματίες κλείσουν τις εδώ επιχειρήσεις τους και τις μεταφέρουν σε γειτονικά κράτη, φοβούμενοι τη πολιτική του Σύριζα ; Το άσχημο για το Σύριζα είναι το κλίμα που έχει διαμορφωθεί στους περισσότερους πολίτες, οι οποίοι- βλέποντας το προβάδισμά του- θα πανικοβληθούν και θα κάνουν κινήσεις που θα οδηγήσουν σε χρεοκοπία,όπως μαζικές αναλήψεις από τράπεζες,αγορά τροφίμων για να έχουν σε περίπτωση χρεοκοπίας κλπ. Ο Σύριζα, πράγματι, παίρνει ένα υψηλό ρίσκο κινδύνου,όχι τόσο από τις δηλώσεις των ξένων που μπορεί να μπλοφάρουν, όσο από το κλίμα πανικού που δημιουργείται καθημερινά από το ασαφές και υψηλού ρίσκου πρόγραμμά του. Αν πανικοβληθεί η ιδιωτική πρωτοβουλία και αρχίζει να φεύγει η ανεργία θα εκτοξευθεί στα ύψη μέσα σε 1-2 μήνες ακόμα περισσότερο,τα ασφαλιστικά ταμεία και ο ΟΑΕΔ θα καταρρεύσουν,λόγω έλλειψης εσόδων.
Σε αυτή τη συγκυρία, λοιπόν, που μας οδήγησε η ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗ, ΑΝΙΚΑΝΗ πολιτική του πασοκ, δηλαδή, στο χείλος του γκρεμού χρειάζεται μια μέση λύση, σε σχέση με τα δύο άκρα που περιγράφονται παραπάνω. Χρειάζεται μια πολιτική επαναδιαπραγμάτευσης του μνημονίου ΑΛΛΑ και μεγάλα κίνητρα για ανάπτυξη και επενδύσεις από την ΕΕ, τη ναυτιλία και τον τουρισμό,μείωση φορολογίας, ώστε να ενισχυθεί η κατανάλωση ( αλλά με δρακόντεια μέτρα για τη πάταξη της φοροδιαφυγής ), αναδιοργάνωση του Δημοσίου ( χωρίς μαζικές απολύσεις ). Αυτή την ενδιάμεση πολιτική, καλώς ή κακώς, ίσως μπορέσει να την εφαρμόσει η Νέα Δημοκρατία και ο Σαμαράς, που μπορεί να οδηγήθηκε σε ένα συμβιβασμό ανεπίτρεπτο, αλλά τώρα είναι και ο μόνος που μπορεί να ανατρέψει αφενός αυτή την ΗΛΙΘΙΑ, ΦΟΡΟΜΠΗΧΤΙΚΗ πολιτική του Πασοκ και αφετέρου να προστατεύσει την Ελλάδα από μια άτακτη χρεοκοπία, λόγω Σύριζα, με την μαζική απόσυρση καταθέσεων από Τράπεζες την παραμονή των εκλογών μέχρι και αποχώρηση ξένων και Ελλήνων επιχειρηματιών πριν ή και αμέσως μετά τις εκλογές.