Του Γιώργου Μαλούχου Το 1915, η Ελλάδα βίωσε τον Εθνικό Διχασμό. Αιτία του, ήταν η σύγκρουση για τη διεθνή θέση της χώρας. Το παλάτι ή...
Του Γιώργου Μαλούχου
Το 1915, η Ελλάδα βίωσε τον Εθνικό Διχασμό. Αιτία του, ήταν η σύγκρουση για τη διεθνή θέση της χώρας. Το παλάτι ήθελε τη χώρα ουδέτερη, ουσιαστικά γερμανόφιλη, ενώ ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο εκλεγμένος από το λαό πρωθυπουργός τον οποίο παράνομα ο βασιλιάς απέλυε, την ήθελε δίπλα στους δυτικούς συμμάχους. Το 1946, η Ελλάδα βίωσε τον Εμφύλιο. Αιτία του και πάλι η διεθνής θέση της χώρας, ανάμεσα στα δύο μεγάλα στρατόπεδα του Ψυχρού Πολέμου. Το 1967, η χώρα δεν πρόλαβε να πάει σε εκλογές για να αποφύγει, δήθεν, τον «κουμμουνιστικό κίνδυνο», που, για μία ακόμα φορά, εκ νέου θα απειλούσε τη διεθνή ισορροπία της χώρας. Όλα έγιναν με την επίκληση ενός φόβου, τον οποίο «αξιοποίησαν» οι απριλιανοί εγκληματίες επίορκοι αξιωματικοί, που αποτελείωσαν τη δημοκρατία και κατέστρεψαν τον τόπο.
Σήμερα, σχεδόν μισό αιώνα αργότερα, τα κόμματα έχουν προφανώς ξεχάσει το παρελθόν μας. Εχουν λησμονήσει τους σκοτεινούς κύκλους του διχασμού και του φόβου και παίζουν μαζί τους. Εγκληματούν. Δυστυχώς, διχάζουν και φοβίζουν και πάλι: παίζουν το πιο επικίνδυνο και το πιο καταστροφικό παιγνίδι που μπορεί να γίνει σε αυτό τον τόπο.
Είναι δε και ένα θλιβερό οξύμωρο η υποτιθέμενη μάχη για τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη να δίνεται κυρίως με δύο όπλα που κάθε άλλο παρά σε οτιδήποτε ευρωπαικό παραπέμπουν: με το φόβο και το διχασμό. Κάθε μέρα που περνάει αυτά τα δύο στοιχεία εγκαθίστανται όλο και πιο πολύ στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό: ο φόβος ότι οι εκλογές μπορεί να βγάλουν ένα «τέρας» που θα διαλύσει τα πάντα στη χώρα και ο διχασμός ανάμεσα σε εκείνους που θέλουν και σε εκείνους που απορρίπτουν την πορεία της Ελλάδας στην Ευρώπη. Δυστυχώς, πρόκειται για δύο στοιχεία που προδήλως δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια και που μπορεί, αυτά τελικά, να αποβούν καταστροφικά.
Η λογική τέτοιων μετώπων είναι όχι απλώς λανθασμένη αλλά και επικίνδυνη. Δεν αντιπροσωπεύει την πραγματικότητα η άποψη ότι ο μισός ελληνικός λαός βρίσκεται στο «ευρωπαικό» και ο άλλος μισός στο «αντιευρωπαικό» στρατόπεδο ανάλογα με το τι ψηφίζει. Πλην ενός συγκριτικά πολύ μικρού τμήματος, η τεράστια πλειοψηφία των δυνάμεων που έχουν αναδειχθεί από τις προηγούμενες εκλογές, ουσιαστικά λένε ότι πρέπει, στον α ή τον β βαθμό, να επανεξεταστούν οι όροι του οικονομικού προγράμματος της χώρας. Και ψάχνουν τους τρόπους γι αυτό.
Μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας και μην κοροιδευόμαστε τέτοιες στιγμές: ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ πρόκειται να προχωρήσει σε μονομερείς ενέργειες που θα κάνουν τους έξω , θα τους δώσουν το άλλοθι, να «κατεβάσουν τα ρολά», όπως άλλωστε ούτε το ΠαΣοΚ ή η ΝΔ υπεραμύνονται πλέον της άτεγκτης εφαρμογής των όσων, ουσιαστικά με το πιστόλι στον κρόταφο, ψήφισαν, όπως το έκαναν μέχρι χθες. Τα κόμματα δεν διαφωνούν πλέον στο ότι αυτό το πρόγραμμα δεν βγαίνει πέρα και δεν οδηγεί πουθενά. Διαφωνούν στον τρόπο και στην έκταση της ανάγκης αναθεώρησής του.
Αυτό είναι ένα κεκτημένο που πρέπει όλοι να το δουν καθαρά, να το αφήσουν μακριά από την εσωτερική σύγκρουση και να το αξιοποιήσουν θετικά. Να μη ρίξουν ως λάδι στη φωτιά της προεκλογικής οξύτητας. Αντίθετα, να το αναδείξουν ως θετικό γεγονός. Να μη μεταδίδουν προς τα έξω το μήνυμα ότι έχουμε διχαστεί, αλλά, αντιθέτως, ότι αυτό το δεδομένο αποτελεί πλέον σημείο σύγκλισης το οποίο θα ισχυροποιήσει τη θέση της χώρας.
Αν για τον επόμενο μήνα οι μισοί Ελληνες λένε στους άλλους μισούς ότι με τη στάση τους οδηγούν την Ελλάδα έξω από την Ευρώπη, την ώρα που όλοι συμφωνούν ότι κάτι πρέπει να αλλάξει, διαπράττεται ένα εγκληματικό σφάλμα οι διαστάσεις του οποίου είναι πολύ μεγαλύτερες εκείνων που σήμερα φαίνονται.
Ο διχαστικός λόγος, απ’ όπου κι αν προέρχεται, πρέπει να σταματήσει τώρα, αμέσως. Μονάχα καταστροφή εγκυμονεί, σε ένα τόπο που βίωσε αυτού του είδους την καταστροφή τρεις φορές σε λιγότερο από εκατό χρόνια. Προς θεού, φτάνει. Μην τη ζήσουμε και τέταρτη!…
Τα κόμματα πρέπει να σταματήσουν αμέσως να διχάζουν και να τρομοκρατούν και μάλιστα χωρίς ουσιαστικό λόγο. Αν συνεχίσουν έτσι, όχι μόνον δεν θα πετύχουν τίποτα, αλλά κινδυνεύουμε να το πληρώσουμε και πάρα πολύ ακριβά…
Πηγή
Το 1915, η Ελλάδα βίωσε τον Εθνικό Διχασμό. Αιτία του, ήταν η σύγκρουση για τη διεθνή θέση της χώρας. Το παλάτι ήθελε τη χώρα ουδέτερη, ουσιαστικά γερμανόφιλη, ενώ ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο εκλεγμένος από το λαό πρωθυπουργός τον οποίο παράνομα ο βασιλιάς απέλυε, την ήθελε δίπλα στους δυτικούς συμμάχους. Το 1946, η Ελλάδα βίωσε τον Εμφύλιο. Αιτία του και πάλι η διεθνής θέση της χώρας, ανάμεσα στα δύο μεγάλα στρατόπεδα του Ψυχρού Πολέμου. Το 1967, η χώρα δεν πρόλαβε να πάει σε εκλογές για να αποφύγει, δήθεν, τον «κουμμουνιστικό κίνδυνο», που, για μία ακόμα φορά, εκ νέου θα απειλούσε τη διεθνή ισορροπία της χώρας. Όλα έγιναν με την επίκληση ενός φόβου, τον οποίο «αξιοποίησαν» οι απριλιανοί εγκληματίες επίορκοι αξιωματικοί, που αποτελείωσαν τη δημοκρατία και κατέστρεψαν τον τόπο.
Σήμερα, σχεδόν μισό αιώνα αργότερα, τα κόμματα έχουν προφανώς ξεχάσει το παρελθόν μας. Εχουν λησμονήσει τους σκοτεινούς κύκλους του διχασμού και του φόβου και παίζουν μαζί τους. Εγκληματούν. Δυστυχώς, διχάζουν και φοβίζουν και πάλι: παίζουν το πιο επικίνδυνο και το πιο καταστροφικό παιγνίδι που μπορεί να γίνει σε αυτό τον τόπο.
Είναι δε και ένα θλιβερό οξύμωρο η υποτιθέμενη μάχη για τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη να δίνεται κυρίως με δύο όπλα που κάθε άλλο παρά σε οτιδήποτε ευρωπαικό παραπέμπουν: με το φόβο και το διχασμό. Κάθε μέρα που περνάει αυτά τα δύο στοιχεία εγκαθίστανται όλο και πιο πολύ στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό: ο φόβος ότι οι εκλογές μπορεί να βγάλουν ένα «τέρας» που θα διαλύσει τα πάντα στη χώρα και ο διχασμός ανάμεσα σε εκείνους που θέλουν και σε εκείνους που απορρίπτουν την πορεία της Ελλάδας στην Ευρώπη. Δυστυχώς, πρόκειται για δύο στοιχεία που προδήλως δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια και που μπορεί, αυτά τελικά, να αποβούν καταστροφικά.
Η λογική τέτοιων μετώπων είναι όχι απλώς λανθασμένη αλλά και επικίνδυνη. Δεν αντιπροσωπεύει την πραγματικότητα η άποψη ότι ο μισός ελληνικός λαός βρίσκεται στο «ευρωπαικό» και ο άλλος μισός στο «αντιευρωπαικό» στρατόπεδο ανάλογα με το τι ψηφίζει. Πλην ενός συγκριτικά πολύ μικρού τμήματος, η τεράστια πλειοψηφία των δυνάμεων που έχουν αναδειχθεί από τις προηγούμενες εκλογές, ουσιαστικά λένε ότι πρέπει, στον α ή τον β βαθμό, να επανεξεταστούν οι όροι του οικονομικού προγράμματος της χώρας. Και ψάχνουν τους τρόπους γι αυτό.
Μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας και μην κοροιδευόμαστε τέτοιες στιγμές: ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ πρόκειται να προχωρήσει σε μονομερείς ενέργειες που θα κάνουν τους έξω , θα τους δώσουν το άλλοθι, να «κατεβάσουν τα ρολά», όπως άλλωστε ούτε το ΠαΣοΚ ή η ΝΔ υπεραμύνονται πλέον της άτεγκτης εφαρμογής των όσων, ουσιαστικά με το πιστόλι στον κρόταφο, ψήφισαν, όπως το έκαναν μέχρι χθες. Τα κόμματα δεν διαφωνούν πλέον στο ότι αυτό το πρόγραμμα δεν βγαίνει πέρα και δεν οδηγεί πουθενά. Διαφωνούν στον τρόπο και στην έκταση της ανάγκης αναθεώρησής του.
Αυτό είναι ένα κεκτημένο που πρέπει όλοι να το δουν καθαρά, να το αφήσουν μακριά από την εσωτερική σύγκρουση και να το αξιοποιήσουν θετικά. Να μη ρίξουν ως λάδι στη φωτιά της προεκλογικής οξύτητας. Αντίθετα, να το αναδείξουν ως θετικό γεγονός. Να μη μεταδίδουν προς τα έξω το μήνυμα ότι έχουμε διχαστεί, αλλά, αντιθέτως, ότι αυτό το δεδομένο αποτελεί πλέον σημείο σύγκλισης το οποίο θα ισχυροποιήσει τη θέση της χώρας.
Αν για τον επόμενο μήνα οι μισοί Ελληνες λένε στους άλλους μισούς ότι με τη στάση τους οδηγούν την Ελλάδα έξω από την Ευρώπη, την ώρα που όλοι συμφωνούν ότι κάτι πρέπει να αλλάξει, διαπράττεται ένα εγκληματικό σφάλμα οι διαστάσεις του οποίου είναι πολύ μεγαλύτερες εκείνων που σήμερα φαίνονται.
Ο διχαστικός λόγος, απ’ όπου κι αν προέρχεται, πρέπει να σταματήσει τώρα, αμέσως. Μονάχα καταστροφή εγκυμονεί, σε ένα τόπο που βίωσε αυτού του είδους την καταστροφή τρεις φορές σε λιγότερο από εκατό χρόνια. Προς θεού, φτάνει. Μην τη ζήσουμε και τέταρτη!…
Τα κόμματα πρέπει να σταματήσουν αμέσως να διχάζουν και να τρομοκρατούν και μάλιστα χωρίς ουσιαστικό λόγο. Αν συνεχίσουν έτσι, όχι μόνον δεν θα πετύχουν τίποτα, αλλά κινδυνεύουμε να το πληρώσουμε και πάρα πολύ ακριβά…
Πηγή
Το παλάτι ήθελε τη χώρα ουδέτερη, ουσιαστικά γερμανόφιλη, ενώ ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο εκλεγμένος από το λαό πρωθυπουργός τον οποίο παράνομα ο βασιλιάς απέλυε, την ήθελε δίπλα στους δυτικούς συμμάχους
ΑπάντησηΔιαγραφήοταν αρχιζεις με ψεμματα,πως να πιστεψουμε οτιδηποτε?
πολεμο χωρις την εγκριση του βασιλια δεν μπορουσε να κανει η ελλαδα..
ο βενιζελος εκανε πραξικοπημα,
αγγλογαλλικα στρατευματα κατελαβαν αθηνα και θεσσαλονικη..
αφου δεν μπορειτε να πειτε μιαν αληθεια
για το τι εγινε πριν 100 χρονια
τι περιμενεις,να πειτε αληθεια σημερα?
τσογλανια του συγκροτηματος μεγκα-σκαι-νδ-πασοκ..