...κτίζουν τα Σκόπια στην κεντρική πλατεία τους! . Από το greece-salonika . Άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου σχεδιάζουν να ανεγείρουν στα Σκό...
.
Από το greece-salonika
.
Άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου σχεδιάζουν να ανεγείρουν στα Σκόπια, στην κεντρική πλατεία (φώτο) της πόλης!
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Ουτρίνσκι Βέσνικ», η κατασκευή και ανέγερση του αγάλματος προωθείται με μεγάλη μυστικότητα. Αφού παρατίθεται η διαδικασία που ακολούθησε η δημοτική αρχή στο διαγωνισμό για το άγαλμα, η εφημερίδα σημειώνει: «Παραμένει αναπάντητο και το μεγίστης σημασίας ερώτημα: Είναι απαραίτητο αυτή τη στιγμή να προβαίνουν σε ενέργειες για την υλοποίηση του σχεδίου της ανέγερσης αγάλματος του μεγαλύτερου στρατηλάτη στο κέντρο της πρωτεύουσας, όταν η διένεξη με την Ελλάδα για την ονομασία έχει κλιμακωθεί; Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος για τη μυστικότητα που τηρείται στη διαδικασία που αφορά την υλοποίηση του σχεδίου». Εν τω μεταξύ, για πρώτη φορά, χθες, ακούστηκε στην Βουλή της ΠΓΔΜ, έκκληση για επαναφορά της προηγούμενης ονομασίας του αεροδρομίου των Σκοπίων.«Να επαναφέρουμε το προηγούμενο όνομα του αεροδρομίου των Σκοπίων. Μία τέτοια κίνηση θα λειτουργούσε προς την ενίσχυση σχέσεων καλής γειτονίας. Να δείξουμε ότι δεν έχουμε καμία διάθεση για προκλήσεις, ούτε θέλουμε να μονοπωλούμε πράγματα και καταστάσεις. Να αποδείξουμε ότι έχουμε εποικοδομητική διάθεση» , είπε ο ανεξάρτητος βουλευτής Κίρε Γκεστάκοφσκι, κατά τη συζήτηση στη Βουλή για την ευρωπαϊκή προοπτική της ΠΓΔΜ.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Ουτρίνσκι Βέσνικ», η κατασκευή και ανέγερση του αγάλματος προωθείται με μεγάλη μυστικότητα. Αφού παρατίθεται η διαδικασία που ακολούθησε η δημοτική αρχή στο διαγωνισμό για το άγαλμα, η εφημερίδα σημειώνει: «Παραμένει αναπάντητο και το μεγίστης σημασίας ερώτημα: Είναι απαραίτητο αυτή τη στιγμή να προβαίνουν σε ενέργειες για την υλοποίηση του σχεδίου της ανέγερσης αγάλματος του μεγαλύτερου στρατηλάτη στο κέντρο της πρωτεύουσας, όταν η διένεξη με την Ελλάδα για την ονομασία έχει κλιμακωθεί; Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος για τη μυστικότητα που τηρείται στη διαδικασία που αφορά την υλοποίηση του σχεδίου». Εν τω μεταξύ, για πρώτη φορά, χθες, ακούστηκε στην Βουλή της ΠΓΔΜ, έκκληση για επαναφορά της προηγούμενης ονομασίας του αεροδρομίου των Σκοπίων.«Να επαναφέρουμε το προηγούμενο όνομα του αεροδρομίου των Σκοπίων. Μία τέτοια κίνηση θα λειτουργούσε προς την ενίσχυση σχέσεων καλής γειτονίας. Να δείξουμε ότι δεν έχουμε καμία διάθεση για προκλήσεις, ούτε θέλουμε να μονοπωλούμε πράγματα και καταστάσεις. Να αποδείξουμε ότι έχουμε εποικοδομητική διάθεση» , είπε ο ανεξάρτητος βουλευτής Κίρε Γκεστάκοφσκι, κατά τη συζήτηση στη Βουλή για την ευρωπαϊκή προοπτική της ΠΓΔΜ.
Να τους δώσουμε αυτό που έχουμε στη Σαλονίκη για να αδειάσει λίγος χώρος να γίνει επιτέλους ένα άγαλμα στον Μητσοτάκη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠροτείνω και ανδριάντα σε όλους τους πρωθυπουργούς που ασχολήθηκαν με το θέμα.
Εμείς οι ΓΝΗΣΙΟΙ έλληνες εθνικής συνείδησης θέλουμε να γίνει η Μακεδονία ελεύθερη για να μπορέουμε να διώξουμε όλυς τους λαθρομετανάστες που μας φόρτωσε το κράτος των γραικύλων με ασρχηγούς τους εβραίους Σημίτη, Παπανδρέου, Καραμανλή, Παυλόπουλο. Ζήτω το ελεύθερο, καθαρό κράτος της Μακεδονίας, των εθνικής ελληνικής συνείδησης κατοίκων, χωρίς λαθρομετανάστες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα το χαίρονται το σφαγέα...Το θεωρώ αστείο να έχει ο οποιοσδήποτε σημείο αναφοράς ένα σφαγέα που έζησε 2500 χρόνια πριν...Αλλά τίποτε παραπάνω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι σε κεντρικό σημείο της Αθήνας υπάρχει άγαλμα του Τρούμαν, όπως και πολλών ιστορικών προσώπων από την Αγγλία και τη Γαλλία...Το Ριο ντε Τζανέιρο κοσμεί άγαλμα του Ιουδαίου Ιησού.Συνεπώς, δεν είναι καινούργια τάση η έγερση αγαλμάτων αλλοεθνών και από άλλες ιστορικές περιόδους
pali kala einai ki auto to greece.salonika kai mathainoume kamia malakia ap ta skopia.
ΑπάντησηΔιαγραφή"Να κανουμε και μεις στην πλατεια Αριστοτελους αγαλμα του Ντραζεν Πετροβιτς ή του Στογιανκοβιτς για σπασιμο.
ΑπάντησηΔιαγραφήρε δε πανε να κανουν οτι θελουν."
xaxaxaxxa,to sxolio ths xronias..to antegrapsa ap'to greece.salonika
Δημοκρατια της μακεδονίας είναι και όχι ΠΓΔΜ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑντε 12:56 και με τις μαλακιες που λες σε βλεπω συντομα και με δικο σου αγαλμα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΟ ΤΗΛΕΓΡΑΦΗΜΑ ΣΤΗ ΝΤΟΡΑ ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ
ΑπάντησηΔιαγραφήΝΤΟΡΑ ΜΑΣ, ΚΑΛΗ ΜΑΣ ΚΟΠΕΛΑ, ΥΠΟΥΡΓΕ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΜΑΣ.
ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΕΣ! ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΞΕΠΟΥΛΗΣΕΣ ΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ.
ΣΟΥ ΠΡΟΤΕΙΝΩ ΝΑ ΞΕΠΟΥΛΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΜΕΡΗ... ΓΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ, ΝΑ ΠΕΙΣΕΙΣ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΝΑ ΠΡΟΣΧΩΡΗΣΕΙ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ, ΝΑ ΑΝΑΚΥΡΗΞΕΙΣ ΤΗΝ ΚΡΗΤΗ ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΚΡΑΤΟΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΕΠΙΒΛΕΨΗΣ.
θΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕΣ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΩΣΤΕ ΝΑ ΜΕΙΝΕΙΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΩΣ Η ΑΧΡΗΣΤΟΤΕΡΗ ΤΩΝ ΑΧΡΗΣΤΟΤΕΡΩΝ.
ΑΣ ΠΟΥΜΕ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΕΙΣ ΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΚΑΙ ΤΙΣ ΓΚΡΙΖΕΣ ΖΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ...
ΜΠΡΑΒΟ ΝΤΟΡΑ, ΓΝΗΣΙΟ ΤΕΚΝΟ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΣΟΥ!
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΑΝ ΓΙΝΕΙΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΝΔ, ΑΛΛΑΖΩ ΧΩΡΑ. ΑΛΛΑ ΝΑ ΞΕΡΕΙΣ ΤΟ ΕΞΗΣ, Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΣΟΥ ΘΑ ΠΟΛΩΣΕΙ ΤΟΣΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ΠΟΥ ΔΕ ΘΑ ΕΚΛΕΓΕΙΣ ΠΟΤΕ ΓΛΥΚΙΑ ΜΟΥ.
ΚΑΛΗ ΑΠΟΤΟΞΙΝΩΣΗ ΝΤΟΡΟΥΛΑ
ΑΦΙΕΡΩΝΩ ΣΤΗ ΝΤΟΡΑ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΓΡΑΦΤΕΙ ΓΙ ΑΥΤΗ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠΑΡΕ ΠΟΔΙ ΚΛΩΤΣΑ
ΠΑΡΕ ΠΟΔΙ ΒΡΕ ΟΥΣΤ
ΚΑΙ ΑΝΤΕ ΑΠΟ ΔΩ
ΠΑΡΕ ΠΟΔΙ ΚΛΩΤΣΙΑ
ΚΑΙ ΜΗ ΣΕ ΞΑΝΑΔΩ
ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΜΕ ΑΓΑΠΗ ΣΕ ΕΝΑ ΑΤΟΜΟ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΕΛΑΘΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, ΤΗΝ ΚΟΡΗ ΤΟΥ ΑΠΟΛΥΤΟΥ ΕΦΙΑΛΤΗ, ΤΗΝ ΠΙΟ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΗ ΚΑΙ ΑΝΙΚΑΝΗ ΥΠΟΥΡΓΟ, ΤΗ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΦΟΥΣΚΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ, ΤΗΝ ΝΤΟΡΑ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ
Δεν παν να φτιάξουνε και του Mickey Mouse οι γελοίοι. Να σταματήσουμε να δίνουμε αξία στους γύφτους
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι οι Γερμανοί έχουν προτομή τού Αριστοτέλη, άρα είναι Αριστοτελικοί + Μακεδόνες + Έλληνες = Συνέλληνες!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπούλγκαροι και Λεγεωνάριοι, για σας πρέπει τα πανεπιστήμια να ιδρύσουν έδρες Ψυχιατρικής για την περίπτωσή σας.
Κάπως έτσι ξεφυτρώνουν θέσεις εργασίας.
12.56 οι αποψεις που εκφραζεις θα ηταν χωρις καμμια σημασια αν δεν ηταν ενα τοσο σοβαρο θεμα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι εδω μαλλον καποιος σκεφτεται ΤΙ ΡΟΛΟ ΠΑΙΖΟΥΝ ΚΑΠΟΙΟΙ ΣΑΝ ΚΑΙ ΕΣΕΝΑ.
Οταν γινεται μια προσπαθεια χρονια τωρα να διεκδικουν ολοι κατι που δεν τους ανηκει,εμεις σαν Ελληνες εχουμε ΤΗΝ ΙΕΡΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ να προστατευσουμε οτι μας ανηκει
ΠΕΡΙΑΝΔΡΟΣ
Καλά, αυτός ο Αλέξανδρος πότε πρόλαβε και τους πήδηξε και έγιναν Έλληνες?
ΑπάντησηΔιαγραφήΦανταστείτε, ενώ πολεμούσε εναντίον τού μεγαλύτερου στρατού τής Ασίας, βρήκε χρόνο ο άτιμος και ανακάλυψε τούς Σλαβοβουλγάρους κάπου στον Βόλγα, και δοκίμασε τις γυναίκες τους!
Οι ιστορικοί γιατί δεν μας μίλησαν για τα όργια αυτά τού Αλεξάνδρου?
Πόσες μέρες διάρκεσε αυτό το ομαδικό παραλήρημα?
Με τί είχε μεθύσει ο Αλέξανδρος και τις καταδέχτηκε?
Ένα άλλο ερώτημα είναι: Πώς ξεχώρισε τις Βουλγάρες από τις σερβίδες?
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο θεμα ειναι οτι αυτοι οι γυφτοβλαχοι εχουν "ανεξαρτητο/Ξεχωριστο" κρατος..
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι κατι πρεπει να κανουμε με δαυτους!
Ενταξει τωρα αυτο,την αλλη το αλλο την παραλλη το αλλο...
Ε! δεν μπορουμε καθε μερα να ασχολουμαστε με αυτους τους γυφτους,σλαβοβλαχους...
ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΕΛΕΙΩΝΟΥΜΕ με δαυτους.
Πως σας φαινεται ενα "Slavmacedonia",Σλαβομακεδονια??
Νομιζω ειναι η καλυτερη λυση.
Νομιζω??
3.14 άντε στον αγύριστο παλικάρι μου γιατί έχετε καταντήσει αηδία τα παιδάκια του Ουράνιου Τόξου και του Παρατηρητήριου Ελσίνκι...Και τράβα άνοιξε κανένα βιβλίο σαβουρίνα. Βούλγαροι είναι οι σκοπιανοι και καμία σχέση με αυτά που λες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤελικά τι θα γίνει Κακλαμάνη; Η Ντορούλα και ο Αβραμοπουλος έκαναν την πάπια. Εσύ θα το κάνεις το άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου ή φοβάστε μην τσαντιστουν οι σιωνιστές νταβάδες μας;
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
ΔΕΚΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΣ 1ος
"Η ονομασία «Μακεδόνες» των βορείων γειτόνων μας πρωτοεμφανίζεται το 1943-44 και αποτελεί κατασκεύασμα του Τίτο"
Στην πραγματικότητα η επίμαχη ονομασία χρησιμοποιείται ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι., όταν πρώτη φορά ετέθη δημόσια το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα των σλαβόφωνων χριστιανών της ευρύτερης Μακεδονίας. Οι τελευταίοι δηλώνουν «Μακεδόνες» την ίδια στιγμή που διαπραγματεύονται την υποστήριξή τους στην ελληνική, βουλγαρική ή σερβική εθνική ιδέα.
Τυπικό δείγμα, το κήρυγμα του (πρώην κομιτατζή και εν συνεχεία μακεδονομάχου) καπετάν Κώττα προς τους προεστούς των Κορεστίων, όπως καταγράφηκε από τον αυτόπτη Παύλο Μελά: «Ημείς οι Μακεδόνες διά ν' αποκτήσωμεν ελευθερίαν έχομεν δύο δρόμους ν' ακολουθήσωμεν. Ο ένας πηγαίνει εις την Βουλγαρίαν, ο άλλος πηγαίνει εις την Ελλάδα» (Ναταλία Μελά, «Παύλος Μελάς», Αθήνα 1964, σ. 242). Καθώς η παραπάνω ομιλία έγινε στη γλώσσα που ο ίδιος ο Μελάς αποκαλεί «μακεδονικά», οι κατά Κώτταν «Μακεδόνες» αυτοαποκαλούνταν -προφανώς- «Μακεντόντσι».
Δεν πρόκειται για τη μοναδική καταγραφή του είδους. Κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ, την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., πολλοί σλαβόφωνοι μετανάστες απαντούν στο ερώτημα ποια είναι η «φυλή» ή ο «λαός» τους με τη λέξη «Μακεδόνας». Οι σχετικές καταχωρήσεις είναι ηλεκτρονικά προσπελάσιμες, στην πρωτότυπη μορφή τους, στην ιστοσελίδα του Ελις Αϊλαντ.
Ενδιαφέρουσα είναι η προβολή αυτού του αυτοπροσδιορισμού από την ελληνική προπαγάνδα της εποχής, που από τη «μακεδονικότητα» των σλαβοφώνων έσπευδε να συναγάγει την «ελληνικότητά» τους. «Και αυταί αι παραδόσεις των βουλγαροφώνων Ελλήνων εισίν ελληνικαί, ως και το παρ' αυτοίς αίσθημα της εθνότητος, διότι αυτοί εαυτούς Μακεδόνας ονομάζουσιν, ουδέποτε δε χρώνται τη λέξει Βούλγαρος» διαβάζουμε, π.χ. στον εθνογραφικό χάρτη του Στάνφορντ (1877), που είχε συνταχθεί από τον έλληνα διπλωμάτη Ιωάννη Γεννάδιο. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Δημήτριος Φιλιππίδης τονίζει κι αυτός ότι «οι χριστιανοί κάτοικοι, άνευ διακρίσεως οι τε Ελληνες και οι σχισματικοί, ονομάζουσιν εαυτούς υπό το γενικόν όνομα "Μακεδόνας"» («Η Μακεδονία», Εν Αθήναις 1906, σ. 30).
Το 1905, τέλος, ο επίσημος χαρτογράφος του ελληνικού μηχανισμού λοχαγός Πάτροκλος Κοντογιάννης, εισηγείται υπηρεσιακά την ενιαία χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους σλαβόφωνους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής, αναφερόμενος σε «Μακεδόνας ελληνίζοντας» και «Μακεδόνας βουλγαρίζοντας» και υποστηρίζοντας ότι «η εθνότης είναι η αυτή και εις τας δύο ταύτας κατηγορίας, ήτοι η Μακεδονική» (βλ. «Ιός» 5.6.05).
Η τάση διακριτού αυτοπροσδιορισμού ενισχύθηκε προοδευτικά ως απάντηση στις αιματηρές προσηλυτιστικές εκστρατείες Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων. Η πρώτη πανηγυρική διατύπωση της συγκρότησης ενός σύγχρονου, σλαβικού «μακεδονικού έθνους» γίνεται το 1903 από τον (γεννημένο στην Πέλλα των Γιαννιτσών) Κάρστε Μισίρκωφ. Για τις αντίστοιχες αποκρυσταλλώσεις στη βάση των τοπικών κοινωνιών, αποκαλυπτική είναι η διαπίστωση του Στράτη Μυριβήλη το 1917: «Αυτοί εδώ οι χωριάτες», γράφει για τους οικοδεσπότες του στη Βελούσινα, «δε θέλουν νάναι μήτε "Μπουλγκάρ", μήτε "Σρρπ", μήτε "Γκρρτς". Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ"» («Η ζωή εν τάφω», 1η έκδοση [1924], επανέκδ. Αθήνα 1991, σ. 104-5).
Ολα αυτά, μερικές δεκαετίες τουλάχιστον πριν ο Τίτο κάνει τη δημόσια εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή των Βαλκανίων.
ΜΥΘΟΣ 2ος
"Η εδαφική επικράτεια της ΠΓΔΜ βρίσκεται ως επί το πλείστον εκτός «ιστορικής» Μακεδονίας."
Στην πραγματικότητα, όπως ο ίδιος ο εθνικός μας ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος επισημαίνει σε υπηρεσιακή έκθεσή του το 1885, ολόκληρη η σημερινή ΠΓΔΜ περιλαμβάνεται στα όρια της αρχαίας Μακεδονίας (επί Φιλίππου). Η πολυδιαφημισμένη διάκριση της μείζονος Μακεδονίας σε «γεωγραφική» και «ιστορική» δεν είναι αντίθετα παρά ένα τέχνασμα του τότε ελληνικού υπ.Εξ., με σκοπό την αυθαίρετη ταύτιση της Μακεδονίας με «το μέρος εκείνο της χώρας ταύτης εις το οποίον ο Ελληνισμός δύναται να παρασταθή επικρατών».
Ο Παπαρρηγόπουλος αρνήθηκε να δεχτεί τις σχετικές εισηγήσεις, τονίζοντας πως «επ' ουδεμιάς ιστορικής βάσεως δυνάμεθα να στηρίξωμεν νέαν της Μακεδονίας οριοθέτησιν» και προειδοποιώντας ότι «ουδείς ήθελε αποδεχθή» διεθνώς τον «νέον γεωγραφικόν όρον» που κατασκεύασε η ελληνική πολιτική ηγεσία για τις βορειότερες μακεδονικές περιοχές. Παρ' όλο που τότε δεν ακούστηκε, η Ιστορία έμελλε να τον δικαιώσει: η μετονομασία της Βόρειας Μακεδονίας σε «Δαρδανία» παρέμεινε ένα σόφισμα για εσωτερική κατανάλωση, χωρίς οποιοδήποτε αντίκρισμα στη διεθνή επιστημονική και διπλωματική σκηνή -ούτε καν καθολική αποδοχή από τους εν Ελλάδι μακεδονολογούντες.
ΜΥΘΟΣ 3ος
»Το πραγματικό ιστορικό όνομα της ΠΓΔΜ είναι «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα».»
Στην πραγματικότητα, η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε απ' το γιουγκοσλαβικό κράτος 12 χρόνια όλα κι όλα (1929-1941) και μάλιστα κάτω από συνθήκες που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον τεχνητό χαρακτήρα της.
Οταν η στρατιωτική δικτατορία του βασιλιά Αλέξανδρου επιχείρησε το 1929 να εξαλείψει τις εθνότητες της χώρας συγχωνεύοντάς τις σε ένα ενιαίο «γιουγκοσλαβικό» έθνος υπό σερβική ηγεμονία, όλες οι «ιστορικές» περιφέρειες της Γιουγκοσλαβίας αντικαταστάθηκαν από Διοικήσεις («Μπανοβίνες») με τα ονόματα των τοπικών ποταμών. Η αλλαγή παγιώθηκε με το σύνταγμα του 1931 (άρθρο 83) και αντιμετωπίστηκε ειρωνικά από το διεθνή τύπο της εποχής.
Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτή τη διοικητική διαίρεση, τότε εκτός από (γιουγκοσλαβική) Μακεδονία δεν υπάρχουν επίσης Σλοβενία (αλλά «Ντράβσκα» Μπανοβίνα), Κροατία («Σάβσκα» και «Πριμόρσκα» Μπανοβίνα), Μαυροβούνιο («Ζέτσκα» Μπανοβίνα), Βοσνία-Ερζεγοβίνη («Ντρίνσκα» και «Βρμπάσκα» Μπανοβίνα), Βοϊβοδίνα («Ντουνάβσκα» Μπανοβίνα) και -φυσικά- ούτε Σερβία («Μοράβσκα» Μπανοβίνα). Η γελοιότητα του όλου επιχειρήματος, που προπαγανδίστηκε κι από επίσημα χείλη (Παπαθεμελής), είναι παραπάνω από προφανής.
ΜΥΘΟΣ 4ος
"Ονομασία των βορείων γειτόνων μας ως «Μακεδονία» συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις εις βάρος της Ελληνικής Μακεδονίας. "
Στην πραγματικότητα, οι παλιότερες εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της ελληνικής Μακεδονίας ουδέποτε στηρίχτηκαν σε «ονοματολογικές» παρανοήσεις. Κεντρικό επιχείρημα της Βουλγαρίας και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (πριν από το 1950) ήταν η συνεχιζόμενη παρουσία μιας συμπαγούς σλαβόγλωσσης μειονότητας σε περιοχές της ελληνικής Μακεδονίας ή τα «ιστορικά δίκαια» που (υποτίθεται ότι) συνεπαγόταν η πληθυσμιακή σύνθεση της περιοχής πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασίας.
Ακόμη κι αν η ΠΓΔΜ μετονομαζόταν «Δαρδανία», αυτό δεν θα εξαφάνιζε τις αναφορές των εκεί εθνικιστών σε «αλύτρωτους Δαρδανούς» της Β. Ελλάδας. Στη δε χώρα μας, θα γινόμασταν απλώς μάρτυρες της μετάλλαξης των «σλαβόφωνων Ελλήνων» σε «δαρδανόφωνους».
Της μόδας μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε επίσης η «γεωπολιτική» επιχειρηματολογία («δικαίωμα» των εθνών να «αναζητήσουν» καλλιεργήσιμα εδάφη, θαλάσσιες οδούς κ.λπ.). Παρόμοια επιχειρήματα πρόβαλε τότε κι η επίσημη Αθήνα, ζητώντας επέκταση των ελληνικών συνόρων προς βορρά. Σήμερα, τέτοιοι ισχυρισμοί θεωρούνται από το Διεθνές Δίκαιο απαράδεκτοι, ενώ η ύπαρξη και προστασία των κατά τόπους μειονοτήτων έχει πλήρως αποσυνδεθεί από εδαφικές «διευθετήσεις».
ΜΥΘΟΣ 5ος
"Η (φαντασιακή) σχέση των Σλαβομακεδόνων με τους αρχαίους Μακεδόνες είναι μια ιστορική πλαστογραφία που χαλκεύθηκε από τα Σκόπια στα μεταπολεμικά χρόνια."
Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε αγαπημένο θέμα της ελληνικής προπαγάνδας, ήδη από τα μέσα του ΙΘ' αι.
Το πιστοποιούν σλαβόγλωσσα έντυπα που οι μακεδονομάχοι μοίραζαν στον τοπικό πληθυσμό, όπως η «Διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας για τους αδελφούς μας Μακεδόνες» (1905) ή οι υποτιθέμενες «Προφητείες του Μεγαλέξανδρου» (1907). Ανάλογες θεωρίες συναντάμε και σε προφορικά κηρύγματα προς τους σλαβόφωνους χωρικούς (Στ. Ράπτης «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος», Εν Αθήναις 1910, σ. 168). Πασίγνωστη είναι τέλος η αναγόρευση της σλαβομακεδονικής σε μετεξέλιξη της «ομηρικής» γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων από λογίους της εποχής (Τσιούλκας, Μπουκουβάλας κ.ά.), τα πονήματα των οποίων βρίσκουν μέχρι σήμερα ανταπόκριση σε ελληνικούς εθνικιστικούς κύκλους.
Εξίσου παλιά είναι η οικειοποίηση αυτής της «ιστορικής» επιχειρηματολογίας από τους ίδιους τους σλαβόφωνους Μακεδόνες -είτε αυτοί συντάσσονταν με τον ελληνικό εθνικισμό είτε όχι. Προξενική έκθεση του 1871 καταγράφει το στολισμό του «σλαβοβουλγαρικού» βιβλιοπωλείου των Βιτωλίων με την εικόνα του Μεγαλέξανδρου, ενώ το 1902 κομιτατζήδες κηρύσσουν πως «θέλουν να αναζωώσουν τον Μέγαν Αλέξανδρον» και το κράτος του. Την ίδια χρονιά, σλαβόφωνος πράκτορας του ελληνικού μηχανισμού καυτηριάζει δημόσια τους συμπατριώτες του που «πλανώνται πλάνην μεγάλην φρονούντες ότι είνε δυνατόν να είνε απόγονοι συγχρόνως τε του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Κρούμου» (Γ. Π. Κώνστας, «Ενέργειαι και δολοφονικά όργια του βουλγαρικού κομιτάτου», Εν Αθήναις 1902, σ. ιθ').
Παρά την οφθαλμοφανή αυθαιρεσία του, το όλο «γενεαλογικό» σχήμα έχει συνεπώς τη δική του προϊστορία. Στο κάτω κάτω, τι φταίνε αυτοί αν πήραν τοις μετρητοίς όσα τους κανοναρχούσαν οι «δικοί μας» φωστήρες;
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτέλεσε η υιοθεσία του «Ηλιου της Βεργίνας» ως εθνικού εμβλήματος της ΠΓΔΜ το 1992. Ευθύς εξαρχής ήταν προφανές πως επρόκειτο για (εσπευσμένη) κατασκευή ενός διαπραγματευτικού χαρτιού προς ανταλλαγή, ενόψει μελλοντικού διακανονισμού. Το αποδεικνύει όχι μόνο η άνετη απεμπόλησή του το 1995, αλλά και η προνοητικότητα της ηγεσίας των Σκοπίων να απεικονίσει έναν διαφορετικό «ήλιο» στα κέρματα που έκοψε το 1993.
ΜΥΘΟΣ 6ος
"Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επί μισόν αιώνα για τις κινήσεις των Σκοπίων. "
Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε απολογιστικό του κείμενο ο επίσημος ιστορικός του Μακεδονικού (κι εμπειρογνώμονας του ΥΠΕΞ επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες), Ευάγγελος Κωφός, «για τη διπλωματική μας Υπηρεσία, το θεωρούμενο από πολλούς ως "ανύπαρκτο θέμα" ήταν ένα πολύ υπαρκτό και ακανθώδες πρόβλημα. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες το 50% των εισερχομένων ημερησίως εγγράφων στο αρμόδιο Βαλκανικό Τμήμα του Υπουργείου αναφέρονταν άμεσα ή έμμεσα στο Μακεδονικό».
Η σχετική παρανόηση οφείλεται στην επιλογή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να θεωρεί το θέμα επισήμως «ανύπαρκτο», επιβάλλοντας αυτή τη γραμμή στα ελληνικά ΜΜΕ.
Ο Κων/νος Καραμανλής (ο παλιότερος) δεν είχε π.χ. κανένα πρόβλημα να εξηγήσει το 1980 στο γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Μιγιάτοβιτς, πώς υποχρέωσε τον ελληνικό τύπο ν' αποσιωπήσει την απάντηση του γιουγκοσλαβικού ΥΠΕΞ σε ερώτηση «ενός δικού μας ανόητου δημοσιογράφου για το Μακεδονικό» («Αρχείο Καραμανλή», τ. 12ος, σ. 61).
Η αιτία αυτής της διατεταγμένης αυτολογοκρισίας δεν είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Χάρη στη (μυστική) ελληνογιουγκοσλαβική «συμφωνία κυρίων» του 1962 για εκατέρωθεν αποχή από οποιαδήποτε δημόσια ανακίνηση του Μακεδονικού, το ελληνικό κράτος μπόρεσε να οργανώσει -χωρίς διεθνείς περιπλοκές- ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αφομοίωσης της σλαβόφωνης μειονότητας του βορειοελλαδικού χώρου. Σε αντάλλαγμα αποδέχθηκε de facto την ύπαρξη της Σ. Δ. Μακεδονίας, όπως πιστοποιεί η αναγραφή της ονομασίας σε ΦΕΚ όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων.
ΜΥΘΟΣ 7ος
"Η ηγεσία των Σκοπίων υπήρξε σταθερά αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, απορρίπτοντας κάθε συμβιβαστική λύση."
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να απορρίψει πρώτη όλες τις εκδοχές σύνθετης ονομασίας που πρότειναν το 1992-93 οι μεσολαβητές της Ε.Ε. και του ΟΗΕ, όπως «Νέα Μακεδονία» (1.4.92) και «Nova Makedonija» (28.5.93).
Η δεύτερη απορρίφθηκε επίσημα (και) από τον Γκλιγκόροφ, μια μέρα όμως μετά το Μητσοτάκη.
Το ίδιο συνέβη και με τις βολιδοσκοπήσεις σε διμερές επίπεδο. Το Μάρτιο του 1992, κατά τη συνδιάσκεψη «Ελσίνκι-2» της ΔΑΣΕ, ο ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ Μάλεφσκι παρέδωσε σε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας κατάλογο με πέντε εκδοχές σύνθετης ονομασίας («Μακεδονία του Βαρδάρη», «Βόρεια Μακεδονία» κ.λπ.) παροτρύνοντας σε άμεση από κοινού επίλυση του προβλήματος. Η ελληνική πλευρά απέρριψε το διάβημα με τη δικαιολογία ότι «η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη». Τις ίδιες μέρες κλιμακώθηκε η εκστρατεία του (τότε) έλληνα ΥΠΕΞ, Αντώνη Σαμαρά, για αποτροπή οποιουδήποτε συμβιβασμού με το «ψευδοκράτος» - με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα σημερινά αδιέξοδα.
ΜΥΘΟΣ 8ος
"Οι εθνικιστικοί κύκλοι της ΠΓΔΜ απειλούν άμεσα την ασφάλεια κι εδαφική ακεραιότητα της Β. Ελλάδας. "
Η ύπαρξη εθνικιστών σε οποιαδήποτε χώρα είναι κάτι το αυτονόητο. Εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η πραγματική επικινδυνότητά τους. Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, πολύς λόγος έγινε το 1991-93 για την αλυτρωτική συνθηματολογία του δεύτερου σε μέγεθος κόμματος της χώρας, του ΒΜΡΟ. Στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα από τον τοπικό τύπο, η ηγεσία του ΒΜΡΟ ήδη από το 1992 βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες -και συγκεκριμένα με τον ειδικό απεσταλμένο του Μητσοτάκη, στρατηγό Γρυλλάκη («Ιός» 22.12.2001).
Οταν το 1998 το ΒΜΡΟ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της ΠΓΔΜ, ακολούθησε έτσι πιο «ενδοτική» πολιτική απ' ό,τι οι προκάτοχοί του (ξεπούλημα στρατηγικών βιομηχανιών στο ελληνικό κεφάλαιο, κ.λπ.). Σύμφωνα με το «Βήμα» (3.6.2001), σύμβουλος του «εθνικιστή» πρωθυπουργού Γκεοργκίεφσκι «στις διαβουλεύσεις με την Αθήνα για την ονομασία» δεν ήταν άλλος από το Σταμάτη Μαλέλη -τον ίδιο άνθρωπο που, ως υπάλληλος του ελληνικού προξενείου, είχε ξεκινήσει το 1992 τις επαφές Γρυλλάκη-ΒΜΡΟ!
Απομένει το ζήτημα των εθνικιστικών αναφορών σε σχολικά βιβλία της ΠΓΔΜ. Κάποιες είναι όντως αλυτρωτικές, ενώ άλλες απλώς διαφέρουν από τη δική μας εικόνα για την ιστορία της περιοχής. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που έχει ευρύτερες βαλκανικές διαστάσεις, υπάρχουν διακρατικές επιτροπές επιφορτισμένες με την αμοιβαία εκκαθάριση των σχολικών βιβλίων από κηρύγματα μίσους και σοβινιστικές υπερβολές.
Προϋπόθεση της δουλειάς τους συνιστά, ωστόσο, η απουσία έντασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων χωρών.
ΜΥΘΟΣ 9ος
"Στην επικράτεια της ΠΓΔΜ ζει μια ευμεγέθης ελληνική μειονότητα."
Πρόκειται για ανυπόστατη κατασκευή που δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Το αρχικό έναυσμα δόθηκε από μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού «PULS» (1991) κατά την οποία, σε περίπτωση διάλυσης της ΠΓΔΜ, ένα 10,88 % των ερωτηθέντων θα προτιμούσε να ζήσει στην Ελλάδα κι όχι σε κάποια άλλη γειτονική χώρα -προτίμηση που από ελληνικά ΜΜΕ (και το Α2 του ΓΕΣ) ερμηνεύθηκε σαν εκδήλωση ελληνικής εθνικής συνείδησης!
Ακολούθησε η πανηγυρική υποδοχή της προκήρυξης μιας «Οργάνωσης Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας» (19.2.93), που σύντομα αποδείχθηκε κατασκεύασμα του εγχώριου «Στόχου». Οπως επισημαίνει και ο Κωφός, η όλη παραφιλολογία (στην οποία μετείχε ακόμη και η υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού, ανεβάζοντας μάλιστα το ποσοστό της «ελληνικής μειονότητας» σε 18,6) «ενίσχυε την εντύπωση σε τρίτους ότι η Ελλάδα αναζητεί ή κατασκευάζει ερείσματα για επέμβαση στη γειτονική χώρα».
ΜΥΘΟΣ 10ος
"Η στάση της Αθήνας απέναντι στα Σκόπια υπήρξε σταθερά ενδοτική και καθόλου απειλητική. "
Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός εθνικισμός φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα της διάλυσης του «ψευδοκράτους». Εκτός από χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας ζητώντας «σπάσιμο των συνόρων» και «σύνορα με τη Σερβία» (10.12.92), τη «στρατιωτική πίεση» και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ υποστήριξαν επίσης δημόσια προσωπικότητες όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κων/νος Βακαλόπουλος, ο Σαράντος Καργάκος, ο Χρήστος Πασσαλάρης ή ο τέως πρόεδρος Χρήστος Σαρτζετάκης. Στον αθηναϊκό τύπο δημοσιεύθηκαν σενάρια προέλασης του ελληνικού στρατού στο έδαφος της ΠΓΔΜ («Βήμα» 15.12.91 και 31.5.92), ακόμη και χάρτης με τις προτάσεις του ΓΕΕΘΑ για τα νέα σύνορα της Ελλάδας («Εθνος» 7.12.92).
Σ' ένα άλλο επίπεδο, ο ΥΠΕΞ Σαμαράς βάσισε μεγάλο μέρος της στρατηγικής του στην προοπτική αποσύνθεσης και κατάρρευσης του «κρατιδίου» (χάρη και στο πρώτο άτυπο ελληνικό εμπάργκο του 1992), ενώ γνωστές είναι οι διαβουλεύσεις με τους Μιλόσεβιτς και Ντράσκοβιτς για ελληνοσερβική «μοιρασιά» της ΠΓΔΜ.
Τέλος, διαφορετικής τάξης σχεδιασμοί για την «προληπτική» κατάληψη μιας «υγειονομικής ζώνης» εντός της ΠΓΔΜ σε περίπτωση επέκτασης των εκεί διακοινοτικών ταραχών συζητήθηκαν επίσημα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2001.
Μπράβο ΜΑΛΑΚΑ!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυγχαρητήρια Ζώο...
www.karsilamas.blogspot.com
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ επόμενη Καραχασάν θα προέρχεται από την...Αλβανία;
www.karsilamas.blogspot.com
12:56 μμ
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ ΝΊΜΙΤΖ ΕΊΣΑΙ;
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΑΛΑΚΑΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΕΙΝΑΙ Ο ΑΙΣΩΠΟΣ ΤΗΣ ΜΑΛΑΚΙΑΣ
ΒΡΕ ΜΑΛΑΚΑ ΓΥΦΤΟΣΚΟΠΙΑΝΕ ΕΠΑΘΕΣ ΠΑΡ
ΑπάντησηΔιαγραφήΑΚΡΟΥΣΗ?
ΠΕΣ ΜΑΣ ΒΡΕ ΓΥΦΤΟ ΤΙ ΓΛΩΣΑ ΜΙΛΟΥΣΕ
Η ΜΑΝΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ Η ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ?
ΓΥΦΤΟΣΚΟΠΙΑΝΑ?
Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ Ο ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣ ΓΥΦΤΟΣΚΟΠΙΑΝΑ ΜΙΛΑΓΕ ?
ΟΥ ΝΑ ΧΑΘΕΙΣ ΖΩΟ.
EΣΚΑΣΕ Η ΦΟΥΣΚΑ ΣΗΜΙΤΗ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΒΟΗΘΑΤΕ ΑΔΕΛΦΙΑ ΝΑ ΣΚΑΣΟΥΜΕ ΤΗΝ
ΝΕΑ ΜΕΓΑΛΗ ΦΟΥΣΚΑ ΤΗΣ ΜΙΝΤΙΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΗΝ ΝΤΟΡΑ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ.
3:36 μμ
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίσαι Έλληνας ή σκοπιανός προπαγανδιστής; Ή του ανθελληνικού ΥΠΕΞ της Ντόρας;
Εμεις να κανουμε ενα του Γκριγκοροφ!
ΑπάντησηΔιαγραφήEINAI TOY ΟΥΡΑΝΙΟΥ ΤΟΞΟΥ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜια ερώτηση:
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιατί επι ΤΙΤΟ δέν μας πείραζε το όνομα επαρχεία της ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ;
Μην απαντήσετε αν δεν γνωρίζετε παρακαλώ.
ευχαριστώ.
ΡΕ ΓΥΦΤΟΣΚΟΠΑΝΕ
ΑπάντησηΔιαγραφήΕΔΩΘΗΣΑΝ ΜΑΧΕΣ ΓΙΑ ΑΥΤΟ ΤΟ ΘΕΜΑ
ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΣ ΥΠΕΞ ΕΔΩΣΕ ΑΠΟΛΥΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟ 1946
ΚΑΙ ΚΑΤΗΓΓΕΙΛΕ ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ
ΓΥΦΤΟ Ε ΓΥΦΤΟ
Κατ' αρχην δεν εχουμε κανεναν σιονιστη στο κεφαλι μας, ουτε και κανενα αλλο χαϊβανι που ταχα ειναι νταβατζης. Προκειται μαλλον για ανθελληνες και μισελληνες, κοινως τσογλανακια, που αλλοι απ' αυτους εχουν Γυφτικη προελευση, αλλοι ειναι καθαρα βλαχαδερα ή σλαβοι, ή και μερικα υπερατλαντικα αγγλογερμανικα ξοανα που προκειμενου να ψοφησουν απο ανια, ασχολουνται με το να βαζουν τα βρωμοχερα τους σε οποια υποθεση μπορουν, ωστε (το τερπνον μετα του ωφελιμου) να βυζαινουν και κανεναν μισθο απο τις κυβερνησεις (συμμοριες) τους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ Ελλαδα, στο θεμα των Σκοπιανων τωρα, δεν θα δωσει ουτε ΣΥΛΛΑΒΗ σε κανεναν βαρβαρο. Αυτο θα το καταλαβουν και οι ιδιοι οι Σκοπιανοι, σιγα σιγα, αλλα και οσοι γουσταρουν θολα υδατα για να προσποριστουν ποικιλα οφελη.
Η σλαβικη λιγκα στην οποια ανηκουν οι Σλαβοσκοπιανοι, ειναι ψυχολογικα Ο αρρωγος των Σκοπιανσκι-Βουλγαρων, και ως εκ τουτου πρεπει να θεωρηθουν κανονικοτατα επιδοξοι σφετεριστες ξενων εδαφων και ονοματων και ΟΧΙ απλως ενα "κρατιδιο".
Την υποθεση παρακολουθουν και οι Μογγολ-τουρκοι, αυτοι που κατοικουν στην Μικρα Ασια, επειδη στη Βαρδαρια μαζι με τους Σλαβοβουλγαρους κατοικουν και υπολειμματα μιας φυλης τουρκων.
Κανενας απο τους κατοικους αυτης της χωρας δεν ειναι γηγενης, πλην ελαχιστων. Εκτος του οτι λυμαινονται μια ξενη χωρα - ζωνη Ιλλυριων και Θρακων ( Παιονια - Δαρδανια ), επιμενουν ως γνησιοι βαρβαροι να ξυνονται στις παρυφες του Ελληνισμου, ειτε απο δικη τους ηλιθιοτητα, ειτε επειδη μεσω τετοιων ληστρικων στην ουσια "επιδρομων", δεχονται προτροπες απο διαφορα κουμασια να επιμενουν σε μια εκνομη κατασταση εχοντας πειστει εξωθεν οτι ΔΗΘΕΝ τετοιες καταστασεις παντα αποφερουν κερδη.
Μπροστα στη φτωχεια, η απελπισια αυτων των ανθρωπων τεινει να τους συνθλιψει. Και αφου δεν εχουν μελλον, μετα απο την αποσκιρτηση τους απο την Σερβια και τον διαχωρισμο τους απο την Βουλγαρια και Ρουσσια, εκριναν οτι ενα ξενο, δλδ ελληνικο, ονομα με τοση λαμψη, ειναι κι αυτο μια λυση!
θΡΑΣΟΣ ΚΑΙ ΒΛΑΚΕΙΑ ειναι τα συστατικα τα οποια καλειται να αντιμετωπισει ο Ελληνισμος.
Τα Γερμανικα κρατη Ευρωπης και Αμερικης τριβουν κι αυτα, τα χερια τους, διοτι... θα πουλησουν!
Θα πουλησουν προϊοντα, υπηρεσιες και προστατευτισμο.
Θα πουλησουν Επιρροη ( δλδ, παλι προϊοντα και υπηρεσιες ).
Πωληση προϊοντων και υπηρεσιων σημαινει ξανα μανα ΕΠΙΡΡΟΗ.
Και ΕΠΙΡΡΟΗ φερνει για αλλη μια φορα, ΧΡΗΜΑ, δηλαδη, ΙΣΧΥ!
Κατα τα αλλα, τα πανεπιστημια τους ειναι γεματα με τα συγγραμματα του Αριστοτελη, με την Κυρου Αναβαση, την Καθοδο των Μυριων, και τις αμετρητες Αλεξανδρειες στην Ασια -
την οποια Ασια, εμεις ποτε δεν ειχαμε το θρασος να την ονομασουμε ΕΛΛΑΔΑ.
Πως εξηγειται αυτη η τρομακτικη αντιθεση μεταξυ ΓΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ εκ μερους των Αλλων?
Ειναι μαλλον απλο: Αλλοι ειναι αυτοι που γνωριζουν τα πραγματα, και αλλοι ειναι εκεινοι που διοικουν!
Ενας γερμανος ιστορικος απεχει ετη φωτος απο τον μεσο γερμανο βλακα που δεν εχει ουδεμια σχεση με το Δικαιο.
Ειδικοτερα, ο γερμανος των ΗΠΑ, που πιθανως να εχει και μιγαδικη καταγωγη, ειναι εξισου βαρβαρος με τον καθε Γυφτο - με τον οποιο, συν τοις αλλοις, συναγελαζεται εδω και διακοσια χρονια και αποτελει πλεον ενα αλλοκοτο διδυμο του κλωτσου και της μπατσας!
Και ομως ειναι τοσο ευκολο να ξεμπροστιασει κανεις τετοια γαϊδουρια!
Οπως, ομως, γραφτηκε εδω μεσα πριν λιγο, στο ΥΠΕΞ μιλιοταν μια ξενη γλωσσα! Η πασοκικη-αγγλοσοσιαληστρικη!
ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ (!) διαβαζουμε επισης οτι "υπευθυνη" σε θεματα "Παιδειας" του πασοκικου παρακρατους που παιρνει για πολλοστη φορά φόρα για την επανακτηση της Εξουσιας στη Χωρα, ειναι εκεινη που το γλωσσικο αυτο εκτρωμα, την πασοκικη αγγλοληστρικη, την ειχε προτεινει- εκτος απο γλωσσα στο ΥΠΕΞ - και ως επισημη του Κρατους "μας"!
Η Hanna Diamantοpulu!
To διαμαντι της Χανααν.
Ειναι προφανες οτι με τα ελληνικα δεν αισθανονται και τοσο καλα!
Πού ακουστηκε, στην Ελλαδα να μιλαμε Ελληνικα?
Παντως οι μορφωμενοι Γερμανοι θα μας εφτυναν καταμουτρα αν μαθαιναν οτι δεν ξερουμε να υπερασπιζομαστε την γλωσσα μας, αυτη τη γλωσσα ενος Αριστοτελη, ενος Αλεξανδρου, ενος Σολωνα, ενος Ευριπιδη!
Αυτο υποθετω εγω. Ρωτηστε τους και σεις.
ΕΥΘΥΔΗΜΟΣ
ΑΓΑΠΗΤΟΙ ΜΟΥ ΟΙ ΒΛΑΧΟΙ ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΗΝΑΡΑΔΕΣ ΜΗΝ ΤΟΥΣ ΜΠΕΡΔΕΥΕΤΕ ΜΕ
ΑπάντησηΔιαγραφήΤΟΥΣ ΓΥΦΤΟΣΚΟΠΙΑΝΟΥΣ.ΟΛΑ ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ
ΚΑΙ ΣΠΟΥΔΙΑ ΚΤΙΡΙΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΕΓΙΝΑΝ ΑΠΟ ΒΛΑΧΟΥΣ ΕΥΕΡΓΕΤΕΣ (ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΖΑΠΕΙΟ ΠΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΕΙΟ
ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ).
ΣΤΗΝ ΜΟΣΧΟΠΟΛΗ ΤΗΣ Β ΗΠΕΙΡΟΥ ΟΠΟΥ
ΖΟΥΣΑΝ ΒΛΑΧΟΙ .ΑΥΤΟΙ ΤΥΠΩΝΑΝΕ ΣΤΑ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΑ ΤΟΥΣ ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΠΕΡΑΣΜΕΝΟΥ ΑΙΩΝΑ .
Η ΓΛΩΣΑ ΤΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΛΑΤΙΝΙΚΗ.
ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΥ ΦΥΛΑΓΑΝ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ ΠΟΥ ΞΕΚΙΝΑΓΕ ΑΠΟ ΤΟ ΔΥΡΑΧΕΙΟ ΚΑΙ ΚΑΤΕΛΗΓΕ ΣΤΗΝ ΚΩΝ/ΛΗ
ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΡΩΜΑΙΩΝ .
ΡΕ ΠΑΙΔΙΑ Η ΜΑΝΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ
ΑπάντησηΔιαγραφήΑΠΟ ΠΟΥ ΗΤΑΝΕ;
Ηταν με αλλα λογια οι μπατσοι - ρομαιοι, δυναμεις καταστολης στην Ελληνικη Χερσονησο, για να μην σηκωνουν κεφαλι και επαναστατησουν οι υποδουλοι Ελληνες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΩστε οι αξιωματουχοι λοχαγοι τους να αραζουν στην Κονσταντινουπολη - Νοβα Ρομα - και να τρων και να πινουν εις βαρος πολυαριθμων υποδουλων εθνων.
Υπολειμματα του Ιμπεριουμ Ρομανορουμ.
Πικρη η αληθεια!
Η μανα του Αλεξανδρου ηταν Ηπειρωτισα εφερε το Ελληνικωτατο
ΑπάντησηΔιαγραφήονομα Ολυμπιας που το ξεχνανε(?)οτι προερχετε απο την ιδια ριζα οπως Ολυμπια -Ολυμπιακοι αγωνες,
και ηταν απο το βασιλειο των Μολοσσων
http://gkaratsioubanis.wordpress.com/2007/11/29/%ce%97%ce%bc%ce%ad%cf%81%ce%b1-%ce%b4%ce%b9%ce%b5%ce%b8%ce%bd%ce%bf%cf%8d%cf%82-%ce%b1%ce%bb%ce%bb%ce%b7%ce%bb%ce%b5%ce%b3%ce%b3%cf%8d%ce%b7%cf%82-%ce%bc%ce%b5-%cf%84%ce%bf%ce%bd-%cf%80%ce%b1%ce%bb/
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι το αγαλμα της Ελευθεριας οι Γαλλοι το δωρισαν στους αμερικανους. Οι Γαλλοι δεν ισχυριστηκαν ομως μεχρι τωρα οτι ειναι Αγγλοαμερικανοι.
ΑπάντησηΔιαγραφήOμως οταν στις αρχες του περασμενου αιωνα στην Ηπειρο και στην Θεσσαλια τους πλησιασαν οι
ΑπάντησηΔιαγραφήΡουμανοι και διναν ενα μεγαλο ποσο να δηλωσουν οτι ειναι Ρουμανοβλαχοι και να στελνουν τα παιδια τους σε Ρουμανικα σχολεια
κατα δηλωση του τοτε πρεσβευτη της
Ρουμανιας(1910)στην κυβερνηση του ,
δεν ειχε κανενα αποτελεσμε .
Ολοι δηλωνανε Ελληνες και κανανε
περα την Ρουμανικη προπαγανδα
Αγαπητοί και εξαιρετικοί μου φίλοι..
ΑπάντησηΔιαγραφήΑφού σας έδειξα πόσο σας φροντίζω δίνοντάς σας μερικές συμβουλές για την τέχνη μου, έχω ένα αίτημα
Να με πηδάτε συνέχεια
Με εκτίμηση,
babis
Σκυλιασαν οι Βουλγαροσκοπιανοι και αναρτουν μετα μανιας μυθους!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι αλλο θα μπορουσαν να αναρτησουν?
Ακουστηκε οτι εδειξαν ενδιαφερον να αγορασουν, οσο οσο, αγαλματα του Αλεξανδρου απο την Ελλαδα. Μηπως για να τα δειχνουν στους γερμανους τουριστες?
Αυτοι οι γερμανοι τουριστες ομως, ξερουν 40 φορες περισσοτερη ιστορια απο ολους μαζι τους σλαβοσκοπιανους! Ποιον πανε να κοροϊδεψουν τα βοδια?
Τα ιδια τους τα παιδια, μηπως?
Κατι παρομοιο συμβαινει και με τους μογγολ τουρκους που αραδιαζουν ψεμματα στους γερμανους τουριστες οταν οι τελευταιοι επισκεπτονται την Μιλητο ή την Εφεσο.
Εκεινα τα χαϊβανια παλι, δεν ξερουν σε τι ανθρωπους εχουν πεσει.
Ενα μερος αυτων των γερμανων "τουριστων" ειναι αποφοιτοι αρχαιολογιας ή ιστοριας, και θελουν να δουν απο κοντα αυτο που ηδη εκτεταμενα εχουν μελετησει στο πανεπιστημιο!
Και τα τουρκακια πανε να πουλησουν ψεμματα... σε αρχαιολογους και ιστορικους!!!
Τοτε γιατι λυμαινονταν την Πινδο δινοντας στην περιοχη το ονομα Πρινγκιπατο και Μεγαλη Βλαχια?
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο οτι γουσταραν περισσοτερο την Πινδο απο οτι την Μολδαβια, δεν τους κανει Ελληνες. Η Μολδαβια ηταν ξενο εδαφος γι' αυτους, οσο και η Ελλαδα. Προτιμησαν την Ηπειρο. Και λοιπον?
Και οι αλβανοι προτιμουν να μενουν στην Αττικη, απο το να γυρισουν στα Τιραννα. Τι παει να πει αυτο?
Απο ποτε η Αττικη βγαζει αλβανους και οχι Ελληνες?
4.39 Ρε μπασταρδόσλαβε εγώ είμαι ΕΛΛΗΝΑΡΑΣ μόνο που δεν εχεις καταλάβει ότι οι σκοπιανοί έπρεπε να είναι ΕΛΛΑΔΑ σήμερα μόνο που οι Μ δυνάμεις (αυτά τα αρχ....)έκαναν τα βαλκάνια διακόσια κομάτια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤώρα πρέπει να επιλέγεις πολιτικές που να συμφέρουν από όλες τις πλευρές. Να πιέζεις εκεί που πρέπει και να βγαίνεις κερδισμένος. Κοίτα πως κατάντησε το ΙΡΑΚ απο κάτι εθνικοθρησκευτικούς φανατίκλες σαν και του λόγου σου.
Σου αρέσει να ζήσουν τα παιδιά σου σε τέτοιο χάος;
Γιατι οι Ρουμανοι δεν στραφηκαν στην Ουγγαρια ή στην Λετονια για να προσεταιριστουν τους εκει πληθυσμους ως Βλαχορουμανους?
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιατι εκαναν τετοιες προτασεις ειδικα στην Πινδο της Ηπειρου?
Γιατι δεν πηγαν και στην Γερμανια να κανουν το ιδιο και να σκορπανε τα λεφτα τους δεξια κι αριστερα?
Που βρηκαν λεφτα οι παμφτωχοι ρουμανοι για να τα δινουν σε "Ελληνες" αντι να τα κρατανε για τους ιδιους?
Γιατι τοσο παραμυθι?
Θα σοθ θυμισω οτι κατα την Γερμανικη κατοχη οι Τσιαμηδες στη Ηπειρο ενταχθηκαν σε Γερμανικα ταγματα και κανανε τις σφαγες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑντιστοιχα τετια φαινομενα δεν ειχαμε απο τους βλαχους ποθ πολεμησαν στο πλευρο των Ελληνων ειτε με τον Ελλας ειτε με τον Ζερβα.Αλλωστε αν δεν αγαπουσαν την Ελλαδα δεν θα διεθεταν τις αμυθητες περιουσιες τους για να στολισουν και ομορφυνουν αυτο
το χωριο που λεγοταν ΑΘΗΝΑ
ΟΙ ΣΥΝΤΡΟΦΟΙ ΤΟΥ ΑΛΑΒΑΝΟΥ ΣΤΑ
ΑπάντησηΔιαγραφήΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ..
Εκθεση-φωτιά για «νέο Πάντειο»
Σύμφωνα με τις καταγγελίες, υπήρξαν και «άνωθεν παρεμβάσεις» για αποσιώπηση του θέματος.Πέμπτη, 29.11.07
Για κατασπατάληση του δημόσιου χρήματος κατηγορεί περισσότερους από 20 καθηγητές του Πανεπιστημίου Κρήτης ο οικονομικός επιθεωρητής κ. Μανώλης Χριστοδουλάκης έπειτα από έλεγχο που διενήργησε για έργα και ερευνητικά προγράμματα. Σύμφωνα με πληροφορίες, στην έκθεσή του καταλογίζονται ευθύνες -όσον αφορά την ανέγερση της φοιτητικής κατοικίας στο Ρέθυμνο, την κατασκευή αμφιθεάτρου, την ασφάλιση του προσωπικού και το πρόγραμμα «Παιδεία ομογενών»- σε περισσότερους από 20 καθηγητές. Ευθύνες καταλογίζονται βεβαίως και στους πρυτάνεις από το 1996 και μετά. Η κόντρα μεταξύ πανεπιστημιακών και του οικονομικού επιθεωρητή Κρήτης χρονολογείται από το 1996, με αποκορύφωμα την αναφορά-καταγγελία του κ. Χριστοδουλάκη προς τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Σανιδά, στην οποία γίνεται λόγος για «λεηλάτηση δισεκατομμυρίων δραχμών από ειδικούς λογαριασμούς».
Για τη φοιτητική κατοικία αναφέρεται ότι «η επιτροπή εισήγησης για την ανάθεση και ανάδειξη αναδόχου του έργου επέλεξε την (όνομα εταιρίας) παράνομα, αφού η συγκεκριμένη εταιρία ήταν τρίτη στη σειρά μειοδότης. […] Με τον τρόπο αυτό ευνόησαν την εταιρία, αφού με παραλείψεις και ενέργειες δικαιολόγησαν την παράνομη ανάθεση».
Για το έργο «Μεγάλο αμφιθέατρο» του Πανεπιστημίου, (προϋπολογισμού περίπου 400 εκατ. δρχ.) στην έκθεση αναφέρεται: «Εκδόθηκε ψευδής βεβαίωση περαίωσης των εργασιών και ψευδής βεβαίωση της επιτροπής παραλαβής ότι όλες οι εργασίες εκτελέστηκαν όπως προβλεπόταν. Και ακόμη ότι η επιτροπή παραλαβής βεβαιώνει ότι η ποσοτική και ποιοτική παραλαβή έγινε κατά το εφικτό! Τεχνικός νεολογισμός».
Ως προς το τελικό ποσό πληρωμής στην έκθεση συμπεραίνεται ότι «είναι κατά 237.000.000 μεγαλύτερο…».
Για την ασφάλιση του Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού (ΔΕΠ) από ασφαλιστική εταιρία, συνολικού ύψους 80 εκατομμυρίων δραχμών, στην έκθεση αναφέρεται ότι «είναι πράξη προδήλως παράνομη, αφού δεν υπάρχει νομοθετική κάλυψη και πρόβλεψη».
Πλήθος παράνομων πληρωμών διαπιστώθηκε και κατά την υλοποίηση του προγράμματος «παιδεία ομογενών»: «Κατά την εκτέλεση του προγράμματος διαπιστώθηκαν πλήθος παράνομων πληρωμών, οφειλομένων στην ανυπαρξία δικαιολογητικών πληρωμών και στην εκτέλεση έργων χωρίς νόμιμες διαδικασίες ύψους 100.000.000 δραχμών».
Για παράνομες αναθέσεις έργου και γενικές εξυπηρετήσεις γίνεται λόγος στο πρόγραμμα «έρευνα οργάνωσης εσωτερικών λειτουργιών του Πανεπιστημίου Κρήτης και αμοιβαίων σχέσεων πανεπιστημίου - κοινωνίας»: «Το ανωτέρω πρόγραμμα δεν έχει καμία σχέση με την έρευνα, επιμίσθια, επιδόματα θέσης, παράνομες αναθέσεις έργου, γενικές εξυπηρετήσεις… Με τον τρόπο αυτό έχει μετατραπεί ειδικός λογαριασμός σε ταμειακή υπηρεσία χορήγησης αμοιβών σε μη δικαιούχους…» Για τα έτη 1996 - 2001, όπως περιγράφεται στην έρευνα, «εκταμιεύθηκαν για παράνομες πληρωμές 750.000.000 δραχμές».
Στους ελέγχους του κ. Χριστοδουλάκη πολλοί αντέδρασαν (κάποιοι μιλούν και για παρεμβάσεις άνωθεν), με αποκορύφωμα την απόφαση του τ. υφυπουργού Οικονομικών κ. Αδάμ Ρεγκούζα, ο οποίος με απόφασή του ζήτησε από τον κ. Χριστοδουλάκη να σταματήσει τους ελέγχους.
Με την ίδια απόφαση του ζήτησε να επιστρέψει όλες τις ανεκτέλεστες εντολές διενέργειας διαχειριστικών ελέγχων «προς αποφυγή δημιουργίας νέων απρόβλεπτων και ανεπιθύμητων καταστάσεων, κυρίως δε για την προστασία σας αλλά και της εικόνας και τους κύρους του υπουργείου και της οικονομικής επιθεώρησης ειδικότερα». Μία από τις βασικές κατηγορίες κατά του κ. Χριστοδουλάκη ήταν ότι δεν χειριζόταν σωστά τις υποθέσεις κι ότι έδινε στοιχεία των ελέγχων στα Μέσα Ενημέρωσης.
Η ΡΩΣΙΚΗ ΜΑΦΙΑ ΕΓΙΝΕ ΤΟ ΕΙΔΩΛΟ
ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ.
Δεν ειναι παραμυθι,αποσπασαν ενα κοματι οι Ρωσοι απο την Ρουμανια νομιζω την Μολδαυια.και σε ανταλαγμα επειδη η Ρουμανικη γλωσσα μοιαζει με τα βλαχικα αφου και οι δυο ειναι λατινογενεις την σπρωξανε να προσεταιρισθει τους βλαχους της Ελλαδας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυμφωνώ με την ιδέα να τους δώσουμε το άγαλμα που έχουμε στην παραλία της Θεσσαλονίκης γιατί σ' αυτό περιλαμβάνεται και ο Βουκεφάλας φέρων 10 κιλά αρχίδια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ Δαρδανια δεν ηταν ποτε Ελλαδα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑρα ουτε και τα Σκοπια δεν υπηρξαν ποτε μεσα στα ορια ΕΛΛΑΣ.
Ουτε τοτε, ουτε τωρα.
Το τι νομιζαν τοτε οι σκατολατινοι που δεν σκαμπαζαν απο Γεωγραφια και Ιστορια, περι των Ελληνικων περιοχων Μακεδονιας, Ηπειρου και Θεσσαλιας, μας αφηνει αδιαφορους.
Αυτοι ακομα και τον Σαρωνικο, τον ονομαζαν στους χαρτες τους, Αδριατικη! Τι περιμενεις απο νουμερα!
Τα ψεμματα ομως σημερα εχουν τελειωσει. Και οσοι επιμενουν να διαδιδουν ψεμματα, θα καταρρευσουν αργα ή γρηγορα σαν σακκια πατατες.
Το θεμα ειναι οτι ενδεχεται να φανε και καμια σφαλιαρα ξεγυρισμενη, αν επιμενουν να παραμυθιαζουν ή να τσιριζουν σαν ανηξερες ταχα, πουτανιτσες.
ο βλαξ ψεύτης που γραφει για τους 10 μύθους γαμιέται ασύστολα με το νακρατζά και τον δημητρά!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυμφωνώ με την ιδέα να πηδάμε το babis συνέχεια και να βάλουμε να τον πηδήξει το άγαλμα που έχουμε στην παραλία της Θεσσαλονίκης γιατί σ' αυτό περιλαμβάνεται και ο Βουκεφάλας φέρων 10 κιλά αρχίδια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν ειναι παραμυθι,αποσπασαν ενα κοματι οι Ρωσοι απο την Ρουμανια νομιζω την Μολδαυια.και σε ανταλαγμα επειδη η Ρουμανικη γλωσσα μοιαζει με τα βλαχικα αφου και οι δυο ειναι λατινογενεις την σπρωξανε να προσεταιρισθει τους βλαχους της Ελλαδας.
ΑπάντησηΔιαγραφή5:54 μμ
----------------
Αυτο το ηλιθιο παραμυθι μονος σου το εβγαλες?
Αν δλδ οι Ροσσοι καταλαβουν μιση Αυστρια, θα μπορεσουν να πεισουν τους Γερμανους να ειβαλλουν στην Νορβηγια και να την καταλαβουν ως αντικρυσμα της απωλεσθεισας Αυστριας? Οι Νορβηγοι εν συνεχεια θα πουν, "ε, για να το σχεδιασαν ετσι οι Ροσσοι, κατι θα ξερουν αυτοι" !!
19 χρονων εισαι?
Αυτον τον Regusa θα μπορουσα να του προτεινω να παει να πηδηχτει πουθενα αλλου, αλλα υποψιαζομαι οτι αλλοι ειναι εκεινοι που τον εβαλαν να μαλακιστει μπροστα στα ματια του Ελεγκτη και τα δικα μας!
ΑπάντησηΔιαγραφήAdam Regusa: προσωποποιηση Γυφτογιουγκοσλαβου
ΑπάντησηΔιαγραφήMιλαμε για μια εποχη ανακαταταξεων ,ειναι λιγο πριν η Ηπειρος η Θεσσαλια και η Μακεδονια ενωθει με την Ελλαδα το 1913.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟλες οι περιοχες αυτε ηταν τμημα της Οθωμανικης Αυτοκρατοριας.
Στην Μακεδονια ο Παυλος Μελας
αγωνιζωνταν κοντρα στους Κομιτατζηδες.Νομισαν οι καημενοι
οτι ηταν ευκαιρεια. Αλλωστε ο λυκος στην αναμπουμπουλα χαιρετε.
Θα σου αποκαλυψω οτι πριν 5 η 6 χρονια διαβασα μια περιεργη ειδηση
στις εφημεριδες οτι δηλαδη Ελληνες
βλαχοι ζητουσαν βεβαιωση απο τους
δημαρχουσ τους οτι ειναι βλαχοι για να μην πληρωνουν σε Ρουμανικα πανεπιστημια που σπουδαζαν.Φαινετε οτι αυτη τη μα... την σταματησε
η Ρουμανικη κυβερνηση μια και ειμαστε φιλοι και τοσο τουσ βοηθησαμε να μπουν στην Ευρωπη
ΗΛΕΙΟ-ΠΑΤΡΙΩΤΟπουστα;
ΑπάντησηΔιαγραφήΠου εισαι ρε ρεμάλι; Εχουμε την σπεσιαλιτέ σου.
Τι ειδους φιλοι?
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι παραμιλητο ειναι αυτο παλι?
"Να κανουμε και μεις στην πλατεια Αριστοτελους αγαλμα του Ντραζεν Πετροβιτς ή του Στογιανκοβιτς για σπασιμο.
ΑπάντησηΔιαγραφήρε δε πανε να κανουν οτι θελουν."
xaxaxaxxa,to sxolio ths xronias..to antegrapsa ap'to greece.salonika
ΣΥΝΤΡΟΦΟΙ ΑΡΧΙΣΕ Ο ΜΕΓΚΑ-ΛΟΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΑΝΕΝΔΟΤΟΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΠΑΡΑΚΡΑΤΟΣ
ΤΗΣ ΔΕΞΙΑΣ.
ΠΑΡΑΠΑΙΕΙ Η ΠΑΡΑΓΚΑ ΤΟΥ ΜΑΓΚΙΝΑ
ΣΤΟΝ ΟΤΕ.
ΕΚΤΕΛΕΣΤΕ ΤΗΝ ΚΟΡΗ ΤΟΥ..
ΛΕΗΛΑΤΗΣΕ ΤΗΝ ΧΩΡΑ..900 ΕΥΡΩ ΤΟ
ΜΗΝΑ..Η ΑΠΛΗΣΤΗ..
ΟΙ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΑΛΤΕΡ,ΜΕΓΚΑ,ΑΝΤΕΝΝΑ,ΑΛΦΑ,ΚΤΛ.
ΘΑ ΕΚΔΙΚΗΘΟΥΝ..
5.39 ηλίθια και ανιστόρητη διασταύρωση Νακρατζά, Δημητρά και Βαλλιανάτου, το πριγκιπατο της Πίνδου ηλίθιε το έκαναν οι Ιταλοί σε συνεργασία με τους Ρουμάνους για να θέσουν και καλά θέμα αυτονόμησης που δήθεν το ήθελαν οι Βλάχοι. Και δεν πέτυχε ΠΟΤΕ ακριβώς γιατί οι Βλάχοι σήκωθηκαν και τους έδιωξαν με τις κλοτσιές όπως έδιωξαν με τα μπουνίδια και το 1912 τους Ρουμάνους και Ιταλους δασκάλους που πλάκωσαν με τις ευλογιες του Βενιζέλου. Και ξαναθυμίζω το βρωμόξυλο που έριξαν στον ψευτόβλαχο Μπλέτσα όταν πήγε και τους είπε τις μαλακίες που λέτε εσείς οι πράκτόρηδες!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑντε μωρή σαβουρίνα μην σου ξαναρίξω πάλι τα λινκ με τις γεννετικές μελέτες του Πουλιανού του Τριανταφυλλίδη και του Ξυροτήρη που αποδικνίουν οτι οι άνθρωποι είναι γεννετικά Έλληνες όπως και η πλεοψηφία του Ελληνικού λαού εκτός απο εσάς φυσικά, και εξαφανιστείς πάλι γιατί δεν θα έχεις τι να απαντήσεις.
Βάλτε το καλά στο μυαλό σας. Μπορεί να ζούμε στην Αθήνα, αλλά όλοι απο επαρχία είμαστε και τιμή μας και γούστο μας. Η Ελλάδα είναι μια πανάρχαια χώρα που εξαπλώθηκε σε όλα τα βαλκάνια και τη μεσόγειο εδώ και χιλιετίες και δεν είναι κακό να υπάρχουν και διάφορα ιδιωματα. Είτε αυτά είναι βλάχικα, είτε ανατολικορωμυλιώτικα, είτε τσακωνικα και μωραίτικα, ή αρβανίτικα, ποντιακά, μικρασιάτικα, είτε μιλάμε γενικά για Έλληνες της διασποράς. Όλοι τους έχουν δώσει τις εξετάσεις τους και είναι Ελληνες!
Αντε μας έχετε πρίξει τα @@ γενίτσαροι! Τον πούλο ρε, να πάτε στα Βαλκάνια να ζήσετε αφου δεν γουστάρετε την Ελλάδα και τους Έλληνες!
Και να μην ξεχάσω και τους Πομάκους που αν και τους έχουμε χεσμένους και κρατάνε και τα Ελληνικά και τα Πομάκικα, με τις μαλακίες και την κοντόφθαλμη απόρριψη που μας έχουν χώσει στο μυαλό πάμε και τους πετάμε στην αγκαλίτσα της Τουρκίας!
ΑπάντησηΔιαγραφήΛες και εσείς τα πρακτοροσκατά που τολμάτε και μιλάτε για το ποιοι είναι Έλληνες και ποιοι όχι μπορείτε να αποδείξετε οτι είστε απόγονοι του Περικλή ηλίθιοι, για να έχετε το θράσος να υποτιματε άλλους Έλληνες!
Τον πούλο λέμε! Δεν θέλει η Ελλαδα σκατά σαν και εσάς! Πάρτε το Ελσίνκι σας, τον Σόρος σας, τους Νακρατζοδημητράδες σας και βουρ για τα Βαλκάνια! Δρόμο!